Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Οι 5 νέες ταινίες στα σινεμά της Θεσσαλονίκης

Κριτική ταινίας για το «Έτερος εγώ»

Του Γιώργου Παπαδημητρίου

Πέντε νέες ταινίες στις αίθουσες της Θεσσαλονίκης στην τρίτη κινηματογραφική εβδομάδα της νέας χρονιάς που άνοιξε την Πέμπτη, οι οποίες είναι οι εξής: α) το ελληνικό «Έτερος εγώ», με το οποίο θα ασχοληθούμε αναλυτικά ευθύς αμέσως, β) το πολύ αξιόλογο νεό-γουέστερν «Πάση θυσία», γ) το δικαστικό δράμα «Άρνηση», δ) η περιπέτεια δράσης «xXx: Επανεκκίνηση», ε) η ταινία κινουμένων σχεδίων «Μάγια η Μέλισσα: Η ταινία».

Έτερος εγώ

Αξιολόγηση: * ½

Σκηνοθεσία: Σωτήρης Τσαφούλιας

Παίζουν: Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Δημήτρης Καταλειφός, Μάνος Βακούσης, Ιωάννα Κολλιοπούλου

Διάρκεια: 101’

Στην Αθήνα του ολόφρεσκου 2015, το νέο έτος δεν κατέφθασε με τις καλύτερες των προϋποθέσεων. Μία σειρά από θανάτους προβληματίζει τις διωκτικές αρχές. Ένας λαμπρός, αλλά προβληματικός στην καθημερινή επικοινωνία, καθηγητής Εγκληματολογίας αναλαμβάνει να βοηθήσει την αστυνομία στην αναζήτηση του δολοφόνου. Εν τέλει, οι φόνοι είναι περισσότεροι από τις αρχικές εκτιμήσεις, καθώς μία αυτοκτονία και ένα ατύχημα δεν ήταν παρά καμουφλαρισμένες δολοφονίες. Το μυστήριο πυκνώνει, καθώς ένα (πολύ λιγότερο αδιόρατο και αρκετά πιο ξεκάθαρο απ’ όσο υπονοείται στην πλοκή) νήμα συνδέει όλες τις ανθρωποκτονίες. Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω, αυτό που σίγουρα δεν περιμένετε είναι ότι πρόκειται για μία ελληνική ταινία.

Πράγματι, είναι εξαιρετικά σπάνιο για το ελληνικό σινεμά (και δη, το σύγχρονο) να επιδίδεται σε genre movies. Σε ταινίες, δηλαδή, που ακολουθούν το επίσημο, αλλά και το άγραφο, καταστατικό ενός εκάστοτε κινηματογραφικού είδους. Με το «καταστατικό» αυτό να επιβάλλει πλαγίως, αλλά πάντα αυστηρά, υφολογικές, εννοιολογικές και σκηνοθετικές κατευθυντήριες γραμμές. Αναλογιστείτε, λοιπόν, πόσο ανήκουστο θα σας φαινόταν να βλέπατε μία ελληνική ταινία που θα περιστρεφόταν θεματικά γύρω από μία ληστεία τράπεζας ή μία απαγωγή, ένα ελληνικό δικαστικό θρίλερ, μία whodunit movie εξιχνίασης ενός serial killer. Σε αυτή την τελευταία υποκατηγορία ανήκει και το «Έτερος Εγώ», το οποίο οφείλει να εισπράξει μία πρώτη δέσμη από εύσημα, μόνο και μόνο για την τόλμη της εξερεύνησης αχαρτογράφητων μονοπατιών.

Η ταινία του Σωτήρη Τσαφούλια, λοιπόν, προσπαθεί να πατήσεις στις διδαχές και στα μοτίβο του συγκεκριμένου genre και να διατυπώσει μία ελληνική εκδοχή του. Και ξεκινά με μία ανεξήγητη έλλειψη επιμέλειας και προσήλωσης σε λεπτομέρειες που δεν θα έκαναν ποτέ τη διαφορά με τρόπο θετικό, αλλά σίγουρα μπορούν να δημιουργήσουν ευθύς εξαρχής μία δυσπιστία. Κατά τρόπο, λοιπόν, καινοφανή όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά μάλλον για οποιαδήποτε χώρα, το «Έτερος Εγώ» ξεκινά  με ένα πανεπιστημιακό μάθημα που διαδραματίζεται λίγες ώρες πριν αλλάξει η χρονιά. Το οποίο μάθημα, όχι μόνο πραγματοποιείται σε μία μέρα και ώρα που κανένα πανεπιστημιακό ίδρυμα δεν είναι ποτέ ανοιχτό, αλλά εγκαινιάζει και τη νέα ακαδημαϊκή σεζόν, η οποία δεν εκκινεί τον Σεπτέμβρη, αλλά το απόγευμα της Πρωτοχρονιάς. Το δε μάθημα λήγει με τις επευφημίες σύσσωμου του (κατάμεστου παραμονιάτικα) αμφιθεάτρου, το οποίο στέκει εμβρόντητο και έκθαμβο από διάφορες τρομακτικά γενικόλογες εισαγωγικές κοινοτοπίες που μόλις άκουσε για την επιστήμη της Εγκληματολογίας. Όχι, πέραν πάσης αμφιβολίας δεν έχουμε ξεκινήσει όπως έπρεπε. Όταν διάφορα πασαλείμματα κάνουν την εμφάνισή τους από τα πρώτα κιόλας λεπτά, ο τόνος μοιάζει ήδη φάλτσος. Δεν νοείται να μας δίνεται τόσο πρόχειρα και βιαστικά η πληροφορία ότι ο πρωταγωνιστής μας είναι αυθεντία, λες και πρόκειται για κάποια ξεπέτα. Δεν νοείται να τοποθετείται τόσο εκβιαστικά και αυθαίρετα η δράση ακριβώς στο χρονικό σημείο που βολεύει την πλοκή.

Από εκεί και έπειτα και αφότου ξεπεράσουμε την αρχική αμηχανία, το «Έτερος Εγώ» αρχίζει σταδιακά να ξεδιπλώνει το μυστήριό του και να αποκαλύπτει μέσα από μία  “show, but don’t tell” κατάστρωση τόσο τους κώδικές του όσο και τα κλειδιά για την αποκωδικοποίησή τους. Ο εσωτερικός σφυγμός της ταινίας βρίσκει ρυθμό, το μυστήριο αποκτά καλοδεχούμενες διαστάσεις μαθηματικού αινίγματος, η σκοπίμως θαμπή και ξεθωριασμένη φωτογραφία δεν δείχνει ξέμπαρκη ή εκβιαστική. Το σενάριο εύλογα θα φέρει στο νου κάθε σινεφίλ το θρυλικό “Se7en”, με τις ομοιότητες όμως να είναι μάλλον πιο πολύ φαινομενικές παρά ουσιαστικές. Στο “Se7en”, ο γρίφος δεν ήταν δυσεπίλυτος ή ακατανόητος ως προς τη δομή του, ήταν όμως πέρα για πέρα αβάσταχτος ως προς την αποδοχή του ερέβους που φώλιαζε μέσα του. Στον αντίποδα, ο γρίφος του «Έτερος Εγώ» είναι -άνευ πλάκας- σαφώς πολυπλοκότερος, αλλά δυστυχώς, όσο περνά η ώρα, διαφαίνεται ότι το ζουμί και το παράστημά του ήταν περισσότερο τεχνητά παρά αυτόφωτα.

Για να το θέσουμε αλλιώς, είναι σαν το σενάριο να τσαλακώνει επίτηδες και πολύ εμφανώς κάποια κομμάτια του παζλ, ούτως ώστε να μην «κλειδώνουν» εύκολα στη θέση τους. Το «Έτερος Εγώ» περιπλέκει σκοπίμως την πλοκή του, ούτως ώστε να φανεί σαν μία εξίσωση πολύ πιο δυσνόητη απ’ όσο αντιστοιχεί στους πραγματικούς (και όχι τους φαινομενικούς) συντελεστές της. Ακόμη κι αν επιλέξουμε, πάντως, να προσπεράσουμε 2-3 κραυγαλέες αυθαιρεσίες στον δομικό σκελετό της ταινίας, αυτό που δεν ξεπερνιέται με τίποτα είναι οι ερμηνευτικές αδυναμίες που προκύπτουν όχι εξαιτίας των ίδιων των ηθοποιών, αλλά από την πλημμελή και αμήχανη διεύθυνση τους. Προσέξτε πόσο ξύλινα, ξένα και παράταιρα ακούγονται όλοι οι πρωταγωνιστές στις σκηνές όπου εκτυλίσσεται το κυρίως ειπείν αστυνομικό μυστήριο και πόσο διαφορετικά ηχούν στις σκηνές εκτός αυτού. Το φορτικό άγχος και η ιδρωμένη προσπάθεια για αληθοφάνεια είναι πάντοτε ο μεγαλύτερος εχθρός της κινηματογραφικής αλήθειας που λαχταρά να βγει στο πανί.

Επίσης στις αίθουσες:

Πάση θυσία

Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Μακένζι

Παίζουν: Τζεφ Μπρίτζες, Κρις Πάιν, Μπεν Φόστερ

Διάρκεια: 102’

Ο πολύ ενδιαφέρων Σκοτσέζος δημιουργός Ντέιβιντ Μακένζι φτιάχνει ένα απολαυστικό νέο-γουέστερν στις εσχατιές του αμερικάνικου νότου, με τρεις ήρωες που δεν έχουν άλλη επιλογή από να βαδίσουν ώς το τέλος ενός δύσβατου δρόμου. Εξαίρετος για πολλοστή φορά ο Τζεφ Μπρίτζες.

Σκηνοθεσία: Μικ Τζάκσον

Παίζουν: Ρέιτσελ Βάις, Τίμοθι Σπολ, Τομ Γουίλκινσον

Διάρκεια: 110’

Ένα δικαστικό δράμα για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας περί του Ολοκαυτώματος, με ένα τρομερό καστ που αποτελείται από τη Ρέιτσελ Βάις, τον Τίμοθι Σπολ και τον Τομ Γουίλκινσον, το οποίο κάπως σώζει την παντελώς προβλεπόμενη πλοκή.

xXx: Επανεκκίνηση

Σκηνοθεσία: Ντι Τζέι Καρούζο

Παίζουν: Βιν Ντίζελ, Ντόνι Γιεν

Διάρκεια: 107’

Δεύτερο σίκουελ, λοιπόν, το οποίο σηματοδοτεί την επιστροφή του Βιν Ντίζελ, ο χαρακτήρας του οποίου θεωρούταν νεκρός στο πρώτο σίκουελ! Το προσχέδιο του σεναρίου υπήρχε ήδη από το 2009 και δυστυχώς δεν γλυτώσαμε μία ακόμη απαίσια ταινία, χωρίς λόγο ύπαρξης.

Μάγια η Μέλισσα: Η ταινία

Σκηνοθεσία: Άλεξ Στέιντερμαν

Με τις φωνές των: Κόκο Τζακ Τζίλις, Κόντι Σμιτ-ΜακΦι

Διάρκεια: 89’

Η Μάγια η Μέλισσα, που λέτε, κάνει παρέα με τις σφήκες που ζουν στο παραδίπλα λιβάδι, τις οποίες καθόλου δεν εμπιστεύονται οι μέλισσες. Και όταν κλαπεί ο βασιλικός πολτός, η Μάγια θα ξεκινήσει ένα μεγάλο ταξίδι για να αποδείξει την αθωότητά της.

Η σινεφίλ ατάκα της εβδομάδας

«Εύχομαι επιτέλους να γυριστούν κι άλλα αστυνομικά θρίλερ στην Ελλάδα»

Πυγμαλίων Δαδακαρίδης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ