Ο ψόφιος γάιδαρος
Ήταν ένας εβραίος, ο οποίος αγόρασε έναν γάιδαρο από έναν χωρικό αλλά ο χωρικός του είπε ότι πρώτα θέλει τα λεφτά και θα του έδινε το γάιδαρο την άλλη μέρα. Έτσι και γίνεται λοιπόν και ο εβραίος πληρώνει το χωρικό και πάνε και οι δύο σπίτια τους.
Την άλλη μέρα, χτυπάει ο χωρικός την πόρτα του εβραίου:
-Ξέρεις, έχω άσχημα νέα, ο γάιδαρος πέθανε!
-Πέθανε; Καλά, τότε δώσε μου τα λεφτά μου πίσω.
-Δε γίνεται! Τα έφαγα όλα χτες!
-Τα έφαγες σε μια νύχτα;! λέει ο εβραίος και κάθεται λίγο σκεπτικός. Καλά, φέρε μου το γάιδαρο έστω και νεκρό.
-Νεκρό; Τι να τον κάνεις;
-Θα τον βάλω σε λοταρία.
-Λοταρία; Νεκρό γάιδαρο;
-Φέρε και θα δεις!
Πράγματι λοιπόν ο χωρικός του πηγαίνει τον νεκρό γάιδαρο και ο εβραίος αρχίζει να πουλάει λαχνούς στο χωριό και τα γειτονικά χωριά, για 20 ευρώ ο κάθε λαχνός. Μετά από 2-3 μήνες, ξανασυναντάει ο χωρικός τον εβραίο και τον ρωτάει:
-Καλά, τι έκανες με εκείνη τη λοταρία με το γάιδαρο;
-Έβγαλα καλά λεφτά! Αγόρασαν πολλοί λαχνούς.
-Μα καλά, δε διαμαρτυρήθηκε κανένας;
-Ναι, βέβαια, αυτός που κέρδισε. Ε, και του έδωσα τα λεφτά του πίσω...
«Χρόνια που πέσαν πάνω μας, σαν προβολείς. / Μας τουφεκίζουν έναν-έναν / σαστισμένους λαγούς».
Μιχάλης Γκανάς, Έλληνας ποιητής