Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Οι 5 πληγές του «αυθόρμητου» μαθητικού συλλαλητηρίου

Πέντε παρατηρήσεις για την κινητοποίηση των μαθητών στη Θεσσαλονίκη

Του Γιώργου Παπαδημητρίου

Τώρα που κατακάθισε ο πρώτος κουρνιαχτός από τις εικόνες που πλημμύρισαν το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με τους –σαφέστατα ολιγάριθμους, αν όχι και ελάχιστους, μαθητές να παρελαύνουν στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, θα ήταν χρήσιμο να αξιολογήσουμε τα όσα αντίκρισαν τα μάτια μας.

Παρατήρηση πρώτη: οι αδιανόητες υπερβολές και η υπέρμετρη κάλυψη

Όποιος ήταν στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, το πρωί της Πέμπτης, το είδε με τα μάτια του, αλλά κι όποιος το έζησε μέσα από τη –δυστυχώς εθιστική- θαλπωρή της οθόνης του, η εικόνα αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα. Η συμμετοχή στην πορεία ήταν ελάχιστη, ο αριθμός των μαθητών που κατέβηκαν στους δρόμους ήταν υποπολλαπλάσιος από τα σχολεία που τελούν υπό κατάληψη (κοπάνα-μακεδονομαχία, σημειώσατε άσσος, εν ολίγοις) και η κάλυψη του «συλλαλητηρίου» τους από τα κυρίαρχα ΜΜΕ απεδείχθη, όπως αναμένετο τρομακτικά δυσανάλογη, σε σύγκριση με την πραγματική του δυναμική. Το ότι κάθε δημοσιογραφικό μέσο στοιχειώδους εμβέλειας στην Ελλάδα ακολουθεί τη δική του ατζέντα, το γνωρίζουμε εδώ και καιρό, φυσικά, δεν περιμέναμε να το μάθουμε τώρα.

Παρόλα αυτά και παρά την ανεμική προσέλευση στο κάλεσμα για μαθητικό συλλαλητήριο στην πόλη μας, τα ανησυχητικά σημάδια ήταν εμφανή και δεν πρέπει να αγνοηθούν (και δεν αναφερόμαστε καν στη συγκλονιστική γραφικότητα της εικόνας του έφιππου ζηλωτή με το κινητό ανά χείρας). Πανό με συνθήματα που μας γυρίζουν σε εποχές σκοταδισμού ή ακόμη χειρότερα εντοπίζουν τον εχθρό της όλης ιστορίας στο δημοκρατικό πολίτευμα, ναζιστικοί χαιρετισμοί από μπερδεμένα (αλλά επ’ ουδενί αθώα) νεανικά μυαλά, παρείσφρηση και διείσδυση των μελανοχιτώνων στα σχολεία.

Σε όλα τα παραπάνω, να σημειώσουμε ότι είναι διαχρονικά αποκαρδιωτική η διαχρονική συνήθεια όλων των κομμάτων εξουσίας στην Ελλάδα να προσκολλώνται παρασιτικά σε οτιδήποτε μπορεί να αποφέρει πρόσκαιρο μικροκομματικό όφελος.

Παρατήρηση δεύτερη: ο υποκινούμενος «αυθορμητισμός», η καθοδηγούμενη αγανάκτηση

Πιάνοντας το νήμα από τα εξαιρετικά στοιχειώδη, απευθυνόμενοι πρωτίστως στα παιδιά που συμμετείχαν στις καταλήψεις, ας θυμηθούμε την αλφαβήτα της νεανικής αντιδραστικότητας: αγαπητά (ή και όχι τόσο αγαπητά, όταν κραδαίνετε ναζιστικά τα χέρια σας) παιδιά, ειλικρινά και χωρίς καμία διάθεση ειρωνείας, μια κατάληψη που γίνεται δεκτή με φανατισμένες επευφημίες από γονείς που βλέπουν την καθημερινή κατήχηση να πιάνει τόπο, από ζηλωτές καθηγητές που λησμονούν τον πραγματικό τους ρόλο, από καθεστηκυία ΜΜΕ, από πολιτικούς που αντιμετωπίζουν το όλο φαινόμενα ως δεξαμενή ψήφων, από κάθε λογής κατεστημένο, δεν είναι αληθινή κατάληψη. Είναι, απλώς, μια τηλεκατευθυνόμενη παρέκκλιση, στην οποία έχετε εισέλθει με ενθουσιασμό, παπαγαλίζοντας λόγια δανεικά και ξένα. Ξένα προς οποιαδήποτε αίσθηση αληθινής και όχι προκάτ πολιτικοποίησης, δανεικά κι εκπορευόμενα από ανθρώπους που ψάχνουν θύματα για πλύση εγκεφάλου. Εξυπακούεται πως απευθυνόμαστε σε ευήκοα ώτα, σε παιδιά που δεν είναι έτοιμα να γίνουν πλαστελίνη στα χέρια επιτηδείων, σε παιδιά που έχουν προσδεθεί σε ένα άρμα ξένο, γιατί βρήκαν έναν ετερόφωτο και τεχνητό σκοπό να γραπωθούν.

Παρατήρηση τρίτη: τα αποτελέσματα του ευτελισμού του πολιτικού λόγου, του δημόσιου διαλόγου, της αντίληψης περί κοινωνικού καλού και κοινού αισθήματος

Τίποτα από όλα αυτά δεν αποτελεί παρθενογένεση. Όταν εδώ και χρόνια κυοφορείται μια σαρωτική «από-πολιτικοποίηση» του πολιτικού λόγου, τα αποτελέσματα αναμενόμενα δεν άργησαν να φανούν. Όταν ο ανατρεπτικός λόγος εκτρέπεται και ευτελίζεται σε ιαχές περί κλεφτών και δίκαιης κρεμάλας, όταν ο πολιτικός δημόσιος διάλογος λαμβάνει τη μορφή άναρθρων κραυγών και δογματικών ολιγοσύλλαβων αξιωμάτων, όταν όλη η δίψα για μια καλύτερη κοινωνία, για μια δικαιότερη αντιπροσώπευση, για μια ποιοτικότερη Δημοκρατία, εξαντλείται και εκτονώνεται σε μια απαίτηση για «καθαρά χέρια που δεν βούτηξαν στο βάζο με το μέλι», έχουν ήδη φυτευτεί οι κακόβουλοι σπόροι.

Τα πολιτικά κόμματα εδώ και καιρό, και με διάθεση μάλλον αυξητική, παιχνιδίζουν με τις λέξεις και το φαίνεσθαι και ομιλούν μια γλώσσα που επενδύει στο φτηνό θυμικό αντί για το ατόφιο συναίσθημα, στην επιτηδευμένη σοβαροφάνεια αντί για τη δομημένη λογική. Σε ένα κόσμο αχαλίνωτου ατομικισμού, κατεδάφισης κάθε συμβόλου, αποδόμησης κάθε υπόνοιας ουσιώδους αλλαγής και σχεδόν μεταφυσικού ντετερμινισμού, το άσπρο κάλλιστα μπορεί να γίνει κατάμαυρο. Σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, οι ευθύνες του προοδευτικού κομματιού της ελληνικής κοινωνίας είναι πράγματι τεράστιες. Τρυφηλή άφεση σε μια ελιτίστικη αντίληψη περί διανοουμενίστικης απόσυρσης, νοοτροπία φιλαυτίας και απέχθειας προς κάθε λαϊκό και μαζικό αίσθημα, συμπόρευση με το εύκολο χρήμα και τη βολή της εξουσίας, όποια κι αν είναι η αιτία, το αποτέλεσμα παραμένει ίδιο: την ίδια στιγμή που ορισμένοι θα τυρβάζουν/τυρβάζουμε, μεταξύ τύρου και αχλάδου, σε κάθε λαϊκή αγορά, σε κάθε κερκίδα γηπέδου, σε κάθε καφενείο, σε κάθε ταξί, σε κάθε πηγαδάκι σε πάρκο, θα θρέφονται αντιλήψεις επιπέδου «τουλάχιστον η Χούντα δεν έκλεψε». Οι οποίες, πέρα από ασύλληπτα αναληθείς, καθότι η Χούντα έζησε για 7 χρόνια με χρυσά κουτάλια, διαμορφώνουν ένα πνιγηρό συνολικό κλίμα.

Παρατήρηση τέταρτη: η στρέβλωση της αντισυστημικότητας και της αντίδρασης

Μετά από δεκαετίες ενός κυρίαρχου λόγου που επέβαλε τη φίμωση σε οτιδήποτε αντέβαινε τις επιταγές και τις επιδιώξεις του, εύλογα γεννήθηκε η ανάγκη μιας αντίρροπης δύναμης. Μόνο που η αχαλίνωτη «από-πολιτικοποίηση» που αναφέραμε ακριβώς από πάνω, σε συνδυασμό με την πλήρη αποσάθρωση κάθε επίσημου θεσμού και φορέα στη χώρα (καθώς κανείς εκ των ισχυρών παικτών, σε όλα τα πεδία της κοινωνίας, δεν ήταν σε θέση να διατρανώσει ότι δεν είχε εμπλακεί σε παιχνίδια εξυπηρέτησης συμφερόντων, διαφθοράς και ξεπουλήματος), η ριζοσπαστικοποίηση έχει πλέον εξοστρακίσει κάθε υπόνοια κριτικής σκέψης. Περίπου, δηλαδή, σαν ένα κτίσμα που παλεύει να ορθωθεί δίχως οικοδομικά υλικά. Πώς να εξηγήσεις, λοιπόν, σε έναν νέο άνθρωπο ότι ο καλπασμός με σημαίες, με κηρύγματα εθνικοφροσύνης και τσιτάτα μισαλλοδοξίας, όχι απλώς δεν φέρει καίριο πλήγμα σε όλα όσα δικαίως τον πληγώνουν και τον σκιάζουν στην κοινωνία μας, αλλά τα θρέφει ακόμη πιο εμφατικά, ότι δεν αποτελεί μορφή αντίδρασης, αλλά συνιστά ρητορική απόλυτης παραίτησης; Ειλικρινά, δεν έχω απάντηση.

Παρατήρηση πέμπτη: δεν ξέρω, δεν είδα, λίγοι προβοκάτορες δεν αμαυρώνουν την αυθόρμητη αντίδραση και άλλες ευφάνταστες ιστορίες

Όταν μετά το «συλλαλητήριο», ο τόπος γεμίζει με φυλλάδια υπέρ της Χρυσής Αυγής, όταν ενώσεις καθηγητών αναπαράγουν δηλώσεις και τσιτάτα βουλευτών της, όταν κανάλια μεγάλης εμβέλειας λειτουργούν ως Κολυμβήθρα του Σιλωάμ σε συμπεριφορές που στάζουν μίσος, μωρία, οπισθοδρόμηση και φανατισμό, όταν αθλητικά ραδιόφωνα της πόλης αναπαράγουν νυχθημερόν συνωμοσιολογικές θεωρίες, όταν τα πανό στα σχολεία αναγράφουν συνθήματα που ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ να σκεφτόταν αυθόρμητα κάποιος 15χρονος μαθητής, όταν εδώ και χρόνια έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο της αλίευσης μαθητών από μαυροφορεμένα αρπακτικά έξω από αυλές σχολείων, όταν όποιος ζει στον έξω κόσμο και όχι σε αυτόν του πληκτρολογίου έχει διαπιστώσει τα προφανή, τότε δεν νομίζω ότι χρειάζεται να ειπωθεί κάτι παραπάνω.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ