Skip to main content

Ταξίδι στη Νάπολη: Οδοιπορικό σε έναν κόσμο οικείο και μακρινό

Οι δύο "συνδέσεις" με τη Θεσσαλονίκη

* Του Γιώργου Παπαδημητρίου

Αν νιώθετε πως τώρα τελευταία έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα σοσιομιντιακά ενσταντανέ που απεικονίζουν τη Νάπολη, την Πομπηία και τον Βεζούβιο, μην απορήσετε ή εκπλαγείτε. Δεν πρόκειται για κάποια συλλογική ουρανοκατέβατη παράκρουση.

Απλούστατα, τα πρόσφατα φθηνά αεροπορικά εισιτήρια για τον συγκεκριμένο προορισμό (ιδίως με αφετηρία τη Θεσσαλονίκη) οδήγησαν πολύ κόσμο να επιλέξει το συγκεκριμένο ταξίδι (από τη στιγμή μάλιστα που η πτήση Θεσσαλονίκη-Νάπολη δεν διαρκεί περισσότερο από 70 λεπτά). Ας τα πιάσουμε, όμως, λίγο πιο αναλυτικά και -ει δυνατόν- κατηγοριοποιημένα.

 

Μια sui generis και ακαταμάχητη γοητεία

Από την πρώτη στιγμή που περπατάς στα σοκάκια, στους δρόμους και στις ανηφόρες της Νάπολης, αντιλαμβάνεσαι πως ορισμένες στερεοτυπικές εικόνες που συνοδεύουν τη φήμη της πόλης όχι απλώς απηχούν την πραγματικότητα, αλλά ενδέχεται πολλές φορές και να ωχριούν μπροστά της. Τα μισογκρεμισμένα και φαγωμένα σπίτια, που εντούτοις κατοικούνται. Τα ασπρόρουχα και οι μπουγάδες που ανεμίζουν σαν παντιέρες στον αστικό κορμό. Η οδήγηση στα όρια του φρενοκομείου, με πλήρη απουσία του οποιουδήποτε (στοιχειώδους) κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Η αμιγώς θρησκευτική λατρεία για την τοπική ποδοσφαιρική ομάδα και τον Ντιέγκο Μαραντόνα, ο οποίος θεωρείται ο 53ος άγιος-προστάτης της πόλης, πέρα από τους 52 (!) επίσημους. Η περιρρέουσα και οφθαλμοφανής φτώχεια ακόμη και στα τουριστικά σημεία της πόλης. Τα σκουπίδια που κατακλύζουν τους δρόμους. Το κοκτέιλ συμπεριφοράς που συνδυάζει την επικινδυνότητα-αγένεια με την ειλικρινή ζέση-φιλοξενία απέναντι στους επισκέπτες. Η αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε πλατό ταινίας του Ιταλικού Νεορεαλισμού. Η υπόνοια ότι οι ναπολιτάνες μαμάδες κάνουν παρατήρηση σε όποια παιδάκια είναι ήσυχα και όχι φωνακλάδικα. Όλα τα παραπάνω όχι απλώς ισχύουν στον απόλυτο βαθμό, αλλά συγκροτούν ένα μοναδικό και πρωτόγνωρο μωσαϊκό χάους, απορρύθμισης και απόλυτης αταξίας.

 

Τουριστικές δομές και συγκοινωνίες: δεν τις λες και οργανωμένες στην εντέλεια

Πρώτα απ’ όλα, τεράστια εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το Trip Advisor, αλλά και οι λοιποί κολοσσοί της τουριστικής ενημέρωσης, δεν αναφέρουν μια εξαιρετικά σημαντική πληροφορία: στο ιστορικό κέντρο της Νάπολης είναι κάτι περισσότερο από αναγκαίο να έχετε μαζί σας μετρητά. Διότι -όσο κι αν φαντάζει παράδοξο εν έτει 2022- είναι πραγματικά αμέτρητα τα μαγαζιά που δεν διαθέτουν POS και δέχονται μόνο μετρητά ή πληρωμή μέσω PayPal. Αν δεν προνοήσετε, λοιπόν, μπορεί να βρεθείτε σε καταστάσεις όπως αυτές που βιώσαμε εμείς, καβαλώνοντας ως συνοδηγοί στις 2 τα ξημερώματα το σκούτερ ενός ντόπιου ιδιοκτήτη μπαρ (που έτρεχε με 1.000 χλμ/ώρα κατά προσέγγιση), σε αναζήτηση ATM. Σε αυτό το σημείο, να αναφέρουμε τα εξής γεγονότα: α) λίγα λεπτά νωρίτερα είχαμε αντικρίσει μια λεκάνη, δεμένη με σχοινί, να κατεβαίνει από τον ουρανό, με προορισμό έναν διανομέα με μηχανάκι, ο οποίος εναπόθεσε την παραγγελία στη λεκάνη σαν να ήταν το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο, β) αμέσως μετά την κούρσα με το ξέφρενο σκούτερ, βρεθήκαμε σε αρμένικη βίζιτα σε ένα ξυλουργείο-εργαστήριο, να συζητάμε με δύο ντόπιους τεχνίτες μέσα στην άγρια νύχτα.

Προχωρώντας στις αστικές συγκοινωνίες, ως Θεσσαλονικείς εξυπακούεται ότι ενστερνιζόμαστε το ρητό που υποστηρίζει ότι στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί. Η Νάπολη διαθέτει δύο γραμμές μετρό, οι οποίες είναι αρκετά βολικές όσον αφορά τη διάχυση των σταθμών, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει αυτός της Via Toledo, με το ταβάνι που μοιάζει με έναστρο ουρανό. Στον αντίποδα, το μετρό της Νάπολης είναι μάλλον το πρώτο ευρωπαϊκό μετρό που συναντήσαμε, όπου στους περισσότερους σταθμούς είτε δεν αναγράφεται η ώρα αναμονής για τον επόμενο συρμό είτε εκείνη που αναγράφεται δεν έχει την παραμικρή σχέση με την πραγματικότητα. Παρεμπιπτόντως, αν τυχόν θελήσετε να επισκεφτείτε το κάστρο του Σαντ’ Έλμο (με την πανοραμική θέα της πόλης), είναι συγχρόνως η τέλεια αφορμή για να χρησιμοποιήσετε τον παραδοσιακό οδοντωτό της Νάπολης (Funicolare), που θα έμοιαζε ιδανικός και για τη δική μας Άνω Πόλη.

Αν θελήσει κανείς να επισκεφτεί την Πομπηία, η πιο πρόσφορη λύση είναι το Campania Express, με τερματικό προορισμό το Σορέντο και ενδιάμεση στάση (μεταξύ πολλών άλλων…) στην Πομπηία. Το νεοσύστατο αυτό τρένο θεωρείται μάλιστα έτη φωτός βολικότερο και πιο άνετο από την απαρχαιωμένη σιδηροδρομική γραμμή Circumvesuviana, την οποία οι ντόπιοι περιγράφουν ως κολαστήριο του Δάντη. Φυσικά, έχοντας πλέον προσωπική εμπειρία, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στο μοντέρνο τρένο πως τιμά την κληρονομιά και την καταγωγή του: υπεράριθμοι επιβάτες, χαλασμένος κλιματισμός και ανεξήγητες καθυστερήσεις σε μικροσκοπικούς σταθμούς μετέτρεψαν την επιστροφή από την Πομπηία (αλλά και από το Σορέντο, την επομένη μέρα) σε αληθινή περιπέτεια. Από εκεί και έπειτα, πρέπει να είστε προετοιμασμένοι ψυχικά και οργανωτικά τόσο για τα ελλιπέστατα αγγλικά του τουριστικού προσωπικού όσο και για τις συγκεχυμένες και συχνά αντιφατικές πληροφορίες που μεταφέρουν. Κάπως έτσι, παρατηρεί κανείς μια θεσπέσια και απολαυστική αντίφαση. Όλοι οι κατάλογοι στα εστιατόρια και όλοι οι χάρτες στα μουσεία λειτουργούν με QR Code, για τα πάντα χρειάζεται να έχεις κατεβάσει το αντίστοιχο app, αλλά σε πιο απτό και χειροπιαστό επίπεδο, οι οδηγίες και οι διαδικασίες κάθε άλλο παρά αυτοματοποιημένες και σαφείς είναι. Κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο, να αναφέρουμε πως αν σκοπεύετε να επισκεφτείτε πολλά αξιοθέατα, αγοράστε με κλειστά μάτια την (τριήμερη ή εβδομαδιαία) Campania Arte Card: θα γλιτώσετε πολλά χρήματα από τα αντίτιμα εισόδου, ενώ θα απολαύσετε και το πολύτιμο προνόμιο του “skip the line”.

 

Η υπόγεια πόλη, οι θρύλοι, οι δοξασίες

Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι μεγάλο μέρος από τη συμπυκνωμένη μαγεία της Νάπολης κρύβεται στις υπόγειες διακλαδώσεις της, όπου μια δεύτερη πόλη -μυστική, αφανέρωτη, μυσταγωγική- ξεπροβάλλει μέσα από τις σκιές και τα σκοτάδια. Οι κατακόμβες του Σαν Γκαουντιόζο, με τα ταφικά τελετουργικά θανάτου και τα κρυμμένα μυστικά, οι κατακόμβες του Σαν Τζενάρο που μοιάζουν με υπόγειο προπατορικό σπήλαιο, η στοά της Μπορμπόνικα που συνδέει διαφορετικές ιστορικές περιόδους της πόλης με ένα αδιόρατο νήμα, το κοιμητήριο Φοντανέλε, με τα ανατριχιαστικά οστά και κρανία (που είναι, δυστυχώς, κλειστό αυτή την περίοδο), έρχονται να δέσουν με τους θρύλους, τις κατάρες, τα ξόρκια, τις μαγγανείες και τις λιτανείες της πόλης, αλλά και με τη μυθική μορφή του Pulcinella (κάτι ανάμεσα σε ξωτικό, στοιχειό και πνεύμα της πόλης). Θρησκευτική κατάνυξη, παγανιστική λατρεία και προφορική παράδοση αιώνων από αυτοσχέδιους λαϊκούς ραψωδούς συνενώνονται στη Νάπολη, υφαίνοντας έναν υπερβατικό μίτο που διαπλέκει τη φαντασία με την αλήθεια. Στο ίδιο πνεύμα, ακόμη και ένα πιο “mainstream” αξιοθέατο, όπως το απόκοσμης ομορφιάς παρεκκλήσι του Σαν Σεβέρο, με τα εκθαμβωτικά γλυπτά, συνδέεται με την μυστικιστική αύρα του μαικήνα, αλχημιστή, αριστοκράτη, εφευρέτη Ραϊμόντο ντι Σάνγκρο (1710-1771).

Φυσικά, η Πομπηία και το ασήκωτο ιστορικό -αλλά, σε τελική ανάλυση, και μυθολογικό- φορτίο που κουβαλά στο μαρτυρικό της παρελθόν, έρχεται να προστεθεί στο ταυτοτικό DNA μιας περιοχής που μοιάζει να ζει στους δικούς της ρυθμούς και νόμους. Εξυπακούεται ότι η μίσθωση ξεναγού μπορεί να μετατρέψει μια ολίγον αμήχανη περιπλάνηση σε μια συναρπαστική καταβύθιση στη δίνη του χρόνου και στα άδυτα μιας καταστροφής που κρύβει μέσα της την οικουμενικότητα του ανθρώπινου βίου και τον σπαραγμό της θνητότητας. Όπως πληροφορήθηκαμε, πάντως, οι εικόνες της βεζουβιανής λάβας να καταπίνει την πολιτεία της Πομπηίας ανήκουν -όπως πολλά αντίστοιχα παραδείγματα- μονάχα στη σφαίρα της μυθοπλαστικής δύναμης του σινεμά και όχι στο βεληνεκές της ιστορικής πραγματικότητας. Η Πομπηία καταπλακώθηκε από πέτρες και κατολισθήσεις, εξαχνώθηκε από τις εξωφρενικά υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύχθηκαν, πνίγηκε από τους ασφυκτικούς καπνούς, αλλά δεν καλύφτηκε από λάβα. Αντίθετα, αυτή ήταν η μοίρα της συνοικίας Ερκολάνο, την οποία μπορεί κανείς να επισκεφτεί με το ίδιο χιλιοτραγουδισμένο τρένο (σε απόσταση κοντινότερη από την Πομπηία) για να θαυμάσει κτίρια και σπίτια που έχουν διατηρηθεί σχεδόν ανέπαφα από εκείνη την εποχή. Από εκεί, μπορεί κανείς εύκολα να επισκεφτεί και τον Βεζούβιο, σχεδόν έως τον κρατήρα (που λέει ο λόγος), σε μια εκδρομή που αφήσαμε ως χρωστούμενο για την επόμενη φορά.

 

Δυο σκέψεις-συνδέσεις με τη Θεσσαλονίκη

Αντί επιλόγου, δυο αναφορές που σχετίζονται με τη δική μας πόλη. Πολλά από τα αξιοθέατα-μνημεία στα οποία αναφερθήκαμε μέχρι πρότινος παρέμεναν τουριστικά αναξιοποίητα και κλειστά για το κοινό. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ως περίπτωση οι κατακόμβες του Σαν Γκαουντιόζο και του Σαν Τζενάρο, στις οποίες την ξενάγηση αναλαμβάνουν οι εργαζόμενοι του κοινωνικού δικτύου “La Paranza”, μια παρέα από νέους ανθρώπους, γεννημένους στη συγκεκριμένη περιοχή της Νάπολης, την υποβαθμισμένη συνοικία της Σανιτά, οι οποίοι ανέλαβαν δράση αντί να παραμένουν απαθείς και να υποκύπτουν στην ύπουλη γοητεία της μεμψιμοιρίας και του αυτομαστιγώματος. Αντ’ αυτού, οργανώθηκαν μεθοδικά και επισταμένα, αναζήτησαν συνεργασίες και χρηματοδοτήσεις, επέδειξαν υπομονή και επιμονή τα πρώτα δύσκολα χρόνια, μέχρι που κατόρθωσαν μέσα σε μία δεκαετία να μετατρέψουν μια εθελοντική δονκιχωτική πρωτοβουλία σε βατήρα ανάπτυξης για την περιοχή, σε μόνιμη και αξιοπρεπή επαγγελματική δραστηριότητα για τους ίδιους, αλλά και σε άξονα διαφύλαξης της πολιτισμικής κληρονομιάς και της ιστορικής μνήμης. Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή παρόμοια εγχειρήματα θα πραγματοποιηθούν και στη Θεσσαλονίκη, όπου το επίθετο «αναξιοποίητος» έχει μετατραπεί σε σήμα κατατεθέν της πόλης. Τέλος, όπως όλοι γνωρίζετε, η Νάπολη είναι μια παραθαλάσσια πόλη με λιμάνι, όπως ακριβώς η Θεσσαλονίκη. Όσον αφορά το εμπορικό-ακτοπλοϊκό σκέλος δεν γνωρίζουμε τα αντίστοιχα στοιχεία ώστε να προβούμε σε συγκρίσεις, αλλά σε ό,τι έχει να κάνει με το αμιγώς αισθητικό κομμάτι, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η Θεσσαλονίκη διαθέτει ένα σπάνιο και τρομακτικά δυσεύρετο θέλγητρο. Διότι είναι πραγματικά ελάχιστες οι πόλεις, οι οποίες μπορούν να περηφανεύονται για ένα παραλιακό μέτωπο τόσο άρρηκτα και άμεσα ενταγμένο και συνδεδεμένο τόσο με το αστικό τοπίο όσο και με την ψυχή της πόλης.