Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Αλέξανδρος Νικολαΐδης: Το φως μέσα στο απόλυτο έρεβος

"Ίσως να υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι σαν τον Αλέξανδρο, γενναιόδωροι και εξωστρεφείς, απλώς να μη βρίσκουν ποτέ τον τρόπο (ή να μην τους προσφέρεται η δυνατότητα) να βγουν στο προσκήνιο"

*Του Γιώργου Παπαδημητρίου 

Πόσο κρίμα που η αληθινή ζωή δεν ταυτίζεται με την ψηφιακή της εκδοχή. Αν αυτό συνέβαινε, τότε θα ζούσαμε σε έναν ιδεατό και παραμυθένιο κόσμο. Όπου όλοι εξεγείρονται και διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους σε κάθε περιστατικό αδικίας, εκμετάλλευσης, βίας, κακοποίησης και διαφθοράς. Όπου όλοι ζούνε, φέρονται, σκέφτονται και πράττουν με γνώμονα την αξιοπρέπεια, τον σεβασμό στους άλλους, την προστασία των αδύναμων, την αυτοκριτική και την ανταμοιβή των ενάρετων. Πολύ κρίμα, πράγματι, διότι αν η Ελλάδα είχε έστω και μια υποτυπώδη ομοιότητα με την παθιασμένη (σοσιο)μιντιακή Ελλάδα, τότε θα είμασταν μια χώρα με κατοίκους που δεν αφήνουν ούτε μισό γατάκι να υποφέρει, ούτε ένα σκουπιδάκι να πέσει στον δρόμο, ούτε ένα μικρό παιδί να κλαίει άδικα, ούτε έναν εκπρόσωπο της εξουσίας και των ελίτ να υπερβεί τα όρια.

Στον τεχνητό κόσμο που έχει πλέον καταπιεί τον πραγματικό, οι πάντες αναρωτιούνται πώς οι υπόλοιποι (στους οποίους δεν συγκαταλέγονται ποτέ οι ίδιοι) αφήνουν ανθρώπους σαν τον Ηλία Μίχο να δρουν ανενόχλητοι για χρόνια. Την ίδια στιγμή, οι πάντες έχουν κορώνα στο κεφάλι τους, ίνδαλμα και καμάρι ανθρώπους σαν τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη. Σε μια κοινωνία, λοιπόν, που αγανακτεί τόσο βαθιά όποτε αντικρίζει τη χυδαιότητα και την υποκρισία, ενώ παράλληλα δακρύζει τόσο αυθόρμητα όποτε διασταυρώνεται με την ανιδιοτέλεια και την προσφορά, ειλικρινά είναι να απορεί κανείς τι έχει πάει στραβά.

Η υπόθεση του Κολωνού, αν προσπεράσει κανείς το ανθρώπινο ένστικτο του να κοιτάξεις όσο πιο βαθιά γίνεται την άβυσσο που στέκεται δίπλα σου (κινδυνεύοντας, φυσικά, να σου ανταποδώσει κι εκείνη το βλέμμα), είναι υπερβολικά σκληρή για να την παρακολουθήσει κανείς χωρίς να τρεκλίσει ψυχολογικά, από κάθε άποψη. Η σκέψη πως ό,τι και να συμβεί, κανείς και τίποτα δεν θα μπορέσει να επαναφέρει αυτό το κορίτσι από την κόλαση πίσω στη ζωή. Η επώδυνη συνειδητοποίηση πως σε μια κοινωνία που ιδιωτεύει ασύστολα είναι βέβαιο πως υπάρχουν αμέτρητα παιδιά που φλερτάρουν με ένα παραπλήσιο ριζικό.

Η μελαγχολική διαπίστωση πως ακόμη και στις μέρες μας η πιο ασφαλής απενοχοποίηση είναι η γειτνίαση και τα φληναφήματα με τη βιτρίνα της ηθικής και (κάποιου είδους) θεσμική εξουσία. Η δημοσιογραφική κατρακύλα που ικανοποιεί τις ανομολόγητες ηδονοβλεπτικές ορέξεις, που είναι ικανή να ξετρυπώσει τις πιο βρόμικες λέξεις, κάνοντας λόγο για «ερωτικές συνευρέσεις» ενός μικρού παιδιού. Οι άναρθρες κραυγές για θανατική ποινή που δεν σχετίζονται ούτε κατά διάνοια με οποιοδήποτε ανικανοποίητο αίσθημα δικαιοσύνης. Πάνω απ’ όλα, η ειλικρινής απορία: τι έχει συμβεί και είμαστε τόσο ανοχύρωτοι απέναντι στην αποκτήνωση; Κάποιοι θα το ρίξουν στη φτώχεια και στην ανέχεια, κάποιοι άλλοι στην εγγενή φύση του ανθρώπου, ορισμένοι θα μιλήσουν για κρίση αξιών και αλλοτρίωση, δεν λείψουν εκείνοι που θα ρίξουν τις ευθύνες στην αποσάθρωση του κοινωνικού ιστού. Ίσως όλα αυτά μαζί, ίσως κάτι άλλο, αδιόρατο και πιο βαθύ, το μόνο βέβαιο είναι πάντως πως συμβάντα σαν κι αυτό σου υπενθυμίζουν πως υπάρχει περισσότερο σκοτάδι εκεί έξω απ’ όσο μπορούμε να διαχειριστούμε.

Στον αντίποδα, η ιστορία του Αλέξανδρου Νικολαΐδη όντως προσφέρει μια μικρή χαραμάδα φωτός μέσα στο απόλυτο έρεβος. Ποιος ξέρει, ίσως κάπου πολύ βαθιά, μακριά από το θεαθήναι και το φαίνεσθαι, να υπάρχει μια ειλικρινή δίψα και ανάγκη. Για καλώς εννοούμενα πρότυπα, για καλοδεχούμενες εξιδανικεύσεις, για ιστορίες ανθρώπων που επιδεικνύουν δοτικότητα, αυταπάρνηση, ειλικρίνεια, αφοσίωση και νοιάξιμο. Ίσως, επίσης, να υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι σαν τον Αλέξανδρο, γενναιόδωροι και εξωστρεφείς, απλώς να μη βρίσκουν ποτέ τον τρόπο (ή να μην τους προσφέρεται η δυνατότητα) να βγουν στο προσκήνιο.

Είναι ούτως ή άλλως αμήχανο και ανεπαρκές να γράψει κανείς οτιδήποτε για έναν άνθρωπο που φεύγει τόσο νωρίς και τόσο αδόκητα. Εφόσον, όμως, το εθνικό πένθος στο οποίο βυθίστηκε η χώρα για τον χαμό ενός πραγματικά όμορφου ανθρώπου έχει μέσα του ψήγματα αυθεντικής στεναχώριας, θα ήταν χρήσιμο να παραδειγματιστούμε από κάποια παλαιότερα λόγια του. Όταν περιέγραψε αυτά που τον τρομάζουν, αυτά που δεν χωρούν στον κόσμο του αύριο, αυτά στα οποία οφείλουμε να αντισταθούμε κάθε μέρα που περνά, από λίγο, όσο περνά από το χέρι του καθενός μας. Τη μισαλλοδοξία, την έλλειψη ανεκτικότητας στο διαφορετικό, το τσαλαπάτημα του αδύναμου.

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Φονικός καύσωνας στην Ταϊλάνδη: 52 βαθμοί στην Μπανγκόκ - Τουλάχιστον 30 νεκροί
Ο Απρίλιος θεωρείται ο πιο ζεστός και ξηρός μήνας στην Ταϊλάνδη, αλλά φέτος ο καύσωνας επιδεινώθηκε από το Ελ Νίνιο
Φονικός καύσωνας στην Ταϊλάνδη: 52 βαθμοί στην Μπανγκόκ - Τουλάχιστον 30 νεκροί