Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Αφιέρωμα NBA: To όνειρο που έγινε πραγματικότητα

Αναλύοντας τον Χακίμ «The Dream» Ολάζουον

Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΟΥΤΟΥΒΕΛΑ

Ένας μοναδικός συνδυασμός ταχύτητας, δύναμης, εξυπνάδας, πλαστικότητας κινήσεων και υψηλού μπασκετικού IQ, ο Χακίμ «The Dream» Ολάζουον ήταν αυτό ακριβώς που υποδήλωνε το παρατσούκλι του: ένας παίκτης-όνειρο. Ικανός να ξεσηκώσει με μια και μοναδική του ενέργεια τα πλήθη. Ικανός να περάσει με μια και μοναδική κίνηση στη λίστα με τα καλύτερα highlights όλων των εποχών του NBA. Ικανός, ώστε να μνημονεύεται το όνομά του κάθε φορά στις άτυπες υποψηφιότητες για τον τίτλο του κορυφαίου σέντερ όλων των εποχών.

Γεννημένος στις 21 Ιανουαρίου του 1963 στη Νιγηρία, ο Ακίμ Αμπντούλ Ολάζουον (όπως ήταν ακριβώς το πλήρες όνομά του τότε, προτού το αλλάξει ο ίδιος σε «Χακίμ» τον Μάρτιο του 1991), ήταν το τρίτο από τα έξι συνολικά παιδιά της οικογένειας Ολάζουον. Μάλιστα, όπως δηλώνει ο ίδιος, ήταν η οικογένειά του και δη οι γονείς του αυτοί που τον μπόλιασαν με τα στοιχεία της εργατικότητας και της επαγγελματικής ευσυνειδησίας που ανέκαθεν τον χαρακτήριζαν. «Μας δίδαξαν πώς να είμαστε ταπεινοί, ειλικρινείς, να δουλεύουμε σκληρά και να πιστεύουμε στους εαυτούς μας», είναι τα ακριβή λεγόμενά του. Και προφανώς αυτά τα λόγια έπαιξαν το δικό τους σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του διασημότερου σήμερα μέλους της οικογένειας. Δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, άλλωστε, με δεδομένο ότι ο Χακίμ -σε αντίθεση ίσως με αυτό που πιστεύουν πολλοί- δεν είχε το μπάσκετ στο αίμα του. Και αν το είχε, σίγουρα άργησε αρκετά να το ανακαλύψει, καθώς μέχρι τα 15 του δυο ήταν τα αθλήματα που τον απασχολούσαν: το χάντμπολ και το ποδόσφαιρο όπου αγωνιζόταν ως τερματοφύλακας! Όμως εκείνη η ηλικία αποδείχτηκε σημαδιακή, αφού τότε ο Χακίμ ήρθε για πρώτη φορά στη ζωή του σε επαφή με τη «σπυριάρα» μπάλα. Και αυτό από σπόντα: ένας συμμαθητής του, στο πλαίσιο ενός αθλητικού τουρνουά στη Νιγηρία, ζήτησε από τον προπονητή του-που εκείνη την περίοδο αγωνιζόταν στην ομάδα χάντμπολ-να παίξει κι εκείνος δέχτηκε.. Αυτό όμως που στα μάτια των πολλών φάνταζε ως ντεσαβαντάζ (την έλλειψη πρότερης δράσης στο άθλημα δηλαδή), ο υψηλόσωμος σέντερ είχε την εξυπνάδα να το χρησιμοποιήσει υπέρ του. Εν ολίγοις, τις όποιες κινήσεις είχε διδαχθεί από το χάντμπολ και απ’ το ποδόσφαιρο θα τις προσάρμοζε στο παιχνίδι του στο μπάσκετ. «Όταν έπαιξα για πρώτη φορά μπάσκετ, διαπίστωσα πως δε θα υπήρχε πλέον άλλο σπορ για μένα. Υπάρχει μια αίσθηση σε όλη αυτήν την κινησιολογία… Απερίγραπτη! Όταν σουτάρεις και πετυχαίνεις το καλάθι… Δεν ξέρω… Είναι μια πολύ όμορφη αίσθηση», δηλώνει ενθυμούμενος εκείνη την περίοδο της ζωής του.

Ο δρόμος της καταξίωσης, πάντως, δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα για το νεαρό Νιγηριανό. Στα 17 του τού προέκυψε μια ευκαιρία ζωής, που συν τοις άλλοις αποτελούσε και όνειρο των γονιών του. Να αποκτήσει αμερικάνικη πανεπιστημιακή μόρφωση αγωνιζόμενος στους θρυλικούς «Cougars» του Πανεπιστημίου του Χιούστον υπό την καθοδήγηση του προπονητή Γκάι Λιούις. Βέβαια η ευκαιρία δεν ήταν ούτε τόσο ξεκάθαρη, ούτε τόσο αυτονόητη. Τα δείγματα γραφής που είχε για την περίπτωσή του, ύστερα από τις πρώτες προπονήσεις, ο Γκάι Λιούις ναι μεν δεν ήταν εντυπωσιακά, ωστόσο αρκούσαν για να τον πείσουν να ασχοληθεί μαζί του. Ο Χακίμ τότε ήταν ένα ψηλόλιγνο παλικαράκι με θαυμαστή για το μπόι του ταχύτητα, απίστευτη ευκινησία και τεράστια επιθυμία για νίκες που υστερούσε όμως σε όγκο, σε φυσική κατάσταση και σε… αγριάδα. Εν ολίγοις ήταν πολύ «soft» για τα δεδομένα του αθλήματος. Ξεκινώντας ειδικό σύστημα διατροφής και ασκήσεων άρχισε σιγά-σιγά να αποκτά τον απαιτούμενο όγκο και να βελτιώνει τις αντοχές του. Εκτός αυτού ο τρόπος που αγωνιζόταν αποκτούσε μέρα με τη μέρα μεγαλύτερη σκληράδα, κάτι στο οποίο συνέβαλλαν τα μέγιστα οι συστηματικές προπονήσεις του με τον τότε άσο των Χιούστον Ρόκετς και ζωντανό θρύλο του NBA, Μόζες Μαλόουν. Ο «Μωυσής» είχε επιστρατευτεί απ’ την ομάδα για να διδάξει τα μυστικά της θέσης στον Χακίμ και να τον «ψήσει» σε συνθήκες υψηλού ανταγωνισμού. Είχε φτάσει πια ο καιρός που το άστρο του Ολάζουον θα άρχιζε να λάμπει! Τα αποτελέσματα φάνηκαν με το καλημέρα το ερχόμενο φθινόπωρο. Στην πεντάδα του Χιούστον εμφανίστηκε ένας Ολάζουον θηριώδης, ταχύτατος, ευκίνητος και στιβαρός. Έβαζε την μπάλα στο καλάθι όποτε και όπως ήθελε, κάρφωνε μανιωδώς, μάζευε το έναν ριμπάουντ μετά το άλλο, μοίραζε αφειδώς τάπες, με λίγα λόγια ήταν ο πιο τρομακτικός παίκτης του NCAA. Οι «Cougars» υπό την καθοδήγηση τη δική του και του Κλάιντ Ντρέξλερ -αλλά και του Μάικλ Γιανγκ- έφτασαν να αγωνιστούν σε δυο συνεχόμενα φάιναλ-φορ του NCAA (1982, 1983). Και τις δυο φορές, όμως, δεν κατάφεραν να κατακτήσουν το τρόπαιο, αφού οι Νορθ Καρολάινα «Τάρχιλς» των Μάικλ Τζόρνταν-Τζέιμς Γουόρθι την πρώτη φορά (ημιτελικός) και το Νορθ Καρολάινα Στέιτ τη δεύτερη (τελικός) τους στέρησαν τη χαρά. Όχι βέβαια ότι ο ίδιος ήταν διατεθειμένος να τα παρατήσει. Το φθινόπωρο του 1983 τον βρήκε για τελευταία φορά στην ομάδα να καταβάλλει την ύστατη προσπάθειά του για τον τίτλο. Έχοντας κατά μέσο όρο 16.8 πόντους, 13.5 ριμπάουντ και 5.6 τάπες ο Ολάζουον έμοιαζε αποφασισμένος, έστω και χωρίς την αρωγή του Ντρέξλερ (που εν τω μεταξύ είχε αποχωρήσει για το NBA) να κάνει πραγματικότητα το όνειρο της κατάκτησης ενός τίτλου. Κι έφτασε αρκετά κοντά, μέχρι τον τελικό. Μόνο που εκεί το Τζορτζτάουν και ο Πάτρικ Γιούιν ύψωσαν ένα απροσπέλαστο ανάστημα μπροστά του, κερδίζοντας με σκορ 84-75. Ο Χακίμ θα έπρεπε να περιμένει 10 χρόνια ακριβώς για την εκδίκησή του.

Σε ένα ντραφτ που έμελλε ν’ αποδειχτεί το πιο επιτυχημένο στην ιστορία της λίγκας (με την παρουσία παικτών όπως οι Μάικλ Τζόρνταν, Τσάρλς Μπάρκλεϊ, Τζον Στόκτον και φυσικά Χακίμ Ολάτζουον μεταξύ άλλων), ο απόφοιτος του Χιούστον ήταν ο πρώτος που είχε την τιμή ν’ ακούσει το όνομά του εκείνο το βράδι απ’ τα χείλη του-μυστακοφόρου τότε-Ντέιβιντ Στερν. Και το ακόμα πιο θετικό της υπόθεσης ήταν ότι δε θα χρειαζόταν ν’ αλλάξει πόλη, αφού η ομάδα που τον είχε επιλέξει στο NBA ήταν η ομάδα της πόλης του, οι Ρόκετς του Χιούστον.

Τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι το 1992 αποδείχτηκαν μια κρύο, μια ζέστη για τον Χακίμ Ολάτζουον. Κι αυτό, γιατί ενώ ο ίδιος γινόταν κάθε χρόνο καλύτερος η ομάδα του αδυνατούσε να του προσφέρει τα εχέγγυα για έναν τίτλο. Τα προβλήματα τραυματισμών του Ραλφ Σαμπσόν την περίοδο 1986-1987 και η αναμενόμενη αποχώρησή του στα μισά της επόμενης σεζόν όπως ήταν φυσικό αποδυνάμωσε σημαντικά την ομάδα. Ο «The Dream», την ίδια ώρα, παρόλο που δεν μπορούσε να αντικρίσει κάποιον τίτλο στον ορίζοντα, έβλεπε όμως το αστέρι του να γίνεται κάθε χρόνο πιο εκθαμβωτικό από ποτέ. Από το 1987 μέχρι και το 1990 ήταν μόνιμα παρών στα All Star Game, αλλά και στις Κορυφαίες Πεντάδες του NBA (τρεις φορές στην πρώτη, μια φορά στη δεύτερη), ενώ άλλες τρεις φορές ψηφίστηκε στην Κορυφαία Αμυντική Πεντάδα της Λίγκας. Τη σεζόν 1988-1989 έγινε ο πρώτος παίκτης στα χρονικά που τερμάτισε μια σεζόν με περισσότερα από 200 κλεψίματα και 200 κοψίματα. Τις περιόδους 1988-1989 και 1989-1990 αναδείχτηκε πρώτος ριμπάουντερ του πρωταθλήματος, έχοντας κατά μέσο όρο 13.5 και 14 ριμπάουντ αντίστοιχα. Μάλιστα στη δεύτερη περίπτωση ήταν κορυφαίος του πρωταθλήματος και στα μπλοκ με 4.6 ανά παιχνίδι. Ήταν ο πρώτος παίκτης από την εποχή του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ και του Μπιλ Γουόλτον που τερμάτιζε μια σεζόν πρώτος τόσο στα ριμπάουντ αλλά και στα μπλοκ, καθώς και ο μοναδικός στα χρονικά που κατέγραφε μέσα στην ίδια σεζόν τουλάχιστον 14 ριμπάουντ και πάνω από 4.5 μπλοκ (σ.σ. το NBA άρχισε να συγκαταλέγει στις κατηγορίες στατιστικής του τα μπλοκ από την περίοδο 1973-1974).

Κι εκεί που θα νόμιζε κανείς ότι το παιχνίδι του «The Dream» δε θα χωρούσε άλλα περιθώρια βελτίωσης ήλθε η σεζόν 1993-1994 να διαψεύσει τους πάντες πανηγυρικά. Ο Χακίμ ανέβασε και άλλο τις επιδόσεις του στο σκοράρισμα (27.3) και στις ασίστ (3.6), διατηρώντας την ίδια ώρα σε υψηλά επίπεδα τη στατιστική του στα ριμπάουντ (11.9) και στα μπλοκ (3.7). Εκτός αυτού, για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια δεν ένιωθε ο ίδιος σαν ένας μοναχικός καβαλάρης. Ο Ρόμπερτ Χόρι, ύστερα από την πρώτη του αναγνωριστική σεζόν στο NBA, ήταν πλέον «ξεψαρωμένος» κι έτοιμος να γίνει ο γνωστός σοβαρός «killer». Ο Ότις Θορπ ήταν το ιδανικό συμπλήρωμα στη ρακέτα, με 14 πόντους και 10.6 ριμπάουντ. Και στην περιφέρεια, οι Βέρνον Μάξουελ, Κένι Σμιθ, Σαμ Κασέλ και Μάριο Έλι προσέδιδαν εμπειρία, ενθουσιασμό και σταθερές λύσεις στο σκοράρισμα. Απόρροια τούτου, ήταν αφενός ο Χακίμ ν’ αναδειχτεί για πρώτη -και τελευταία- φορά στην καριέρα του MVP και Κορυφαίος Αμυντικός της Χρονιάς (για δεύτερη συνεχόμενη φορά), αφετέρου οι Ρόκετς να αποκλείσουν διαδοχικά στα πλέι-οφ τους Μπλέιζερς (4-0), τους Σανς (4-3) και τους Τζαζ (4-1) και να φτάσουν έτσι για πρώτη φορά ύστερα από το 1986 στους τελικούς του NBA Εκεί, ο Χακίμ είχε το δική του προσωπική βεντέτα. Απέναντί του βρισκόταν ο Πάτρικ Γιούιν, ήτοι ο άνθρωπος που του είχε στερήσει δέκα χρόνια πριν τον τίτλο στο NCAA. Η στιγμή έμοιαζε μοναδική. Οι δυο κατά γενική ομολογία κορυφαίοι σέντερ του πρωταθλήματος εκείνη την περίοδο θα ρίχνονταν στη μάχη με φόντο το πολυπόθητο δαχτυλίδι. Ο Ολάζουον αποδείχτηκε πανέτοιμος για την πρόκληση και πήγε το παιχνίδι του σε νέα επίπεδα. Σε μια σειρά αγώνων που κρίθηκε τελικά στο έβδομο και τελευταίο ματς, ο Χακίμ σημείωνε κατά μέσο όρο 26.9 πόντους, περιορίζοντας όμως την ίδια ώρα τον μεγάλο του αντίπαλο μόλις στους 18.9 με 36 % ποσοστό ευστοχίας! Αυτή η κατά κράτος επικράτησή του επί του Γιούιν σε συνδυασμό με τη συμβολή που είχε σε κρίσιμα σημεία για την ομάδα του (σ.σ. όπως στο έκτο ματς, όπου με τους Νικς να προηγούνται στις νίκες με 3-2, αλλά να υπολείπονται στο σκορ με 86-84 μπλόκαρε την προσπάθεια του Τζον Σταρκς για το τρίποντο της νίκης με τη λήξη), οδήγησαν τους Χιούστον Ρόκετς στο πρώτο πρωτάθλημα της ιστορία τους.

Για τους πρωταθλητές του 1994, η είσοδος τους για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στους τελικούς τους είχε γεμίσει αυτοπεποίθηση. Όμως τόσο οι ίδιοι, όσο και ο τεράστιος ηγέτης τους γνώριζαν πως η ανάδειξη του πρωταθλητή θα κρινόταν σε μεγάλο ποσοστό από το τελευταίο μεγάλο κρας-τεστ του Χακίμ. Οι Ορλάντο Μάτζικ, αν και νεαροί, είχαν να αντιπαρατάξουν στον «The Dream» τον νέο κι ανερχόμενο κυρίαρχο σέντερ της λίγκας, τον Σακίλ Ο’Νιλ. Δυστυχώς, για το μάρκετινγκ του NBA η πρόκληση αποδείχτηκε πιο εύκολη απ’ όσο θα μπορούσε να φανταστεί ακόμα και ο πλέον ευφάνταστος νους. Ο Χακίμ με τις όμορφες κι έξυπνες κινήσεις του έκανε γιο-γιο τον Σακ, σκοράροντας σε κάθε ματς των τελικών περισσότερους από 30 πόντους. Οι Χιούστον Ρόκετς κατέκτησαν αήττητοι στους τελικούς το πρωτάθλημα (4-0) και ο Χακίμ ανακηρύχθηκε πανηγυρικά για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά MVP των τελικών, έχοντας καταγράψει σε 22 ματς στα πλέι-οφς μέσους όρους της τάξεως των 33 πόντων, 10.3 ριμπάουντ και 4.5 ασίστ.

Το καλοκαίρι του 2001 και με το χρόνο να μετρά αντίστροφα για το 39ο έτος της ηλικίας του, οι Ρόκετς διέπραξαν την υπέρτατη ύβρη. Έδωσαν με ανταλλαγή τον Χακίμ Ολάζουον στους Τορόντο Ράπτορς για να τερματίσει εκεί την καριέρα του. Αποτέλεσμα τούτου ήταν να ξεσπάσει πάνω τους η μήνιν όλου του NBA. Κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί πώς ένας παίκτης ο οποίος αποτελούσε τη ζωντανή ιστορία του μπάσκετ όχι μόνο στην ομάδα, αλλά και στην πόλη θα διωχνόταν ένεκα ανταλλαγής. Έστω κι έτσι, όμως, ο σεμνός και ταπεινός Χακίμ σεβάστηκε την απόφασή τους και για πρώτη και μοναδική φορά από τότε που πάτησε το πόδι του στην Αμερική, καταδέχτηκε να αγωνιστεί σε κάποια άλλη πόλη πέραν του Χιούστον. Όμως για τον άνθρωπο που φιγουράρει στο νούμερο ένα της λίστας με τους κορυφαίους μπλοκέρ όλων των εποχών, αυτή η τελευταία παράσταση μικρή σημασία είχε. Λογικό, άλλωστε αυτά που μετράνε είναι οι τίτλοι και οι ατομικές διακρίσεις που κατέκτησε με το σπαθί του μέσα σε δυο δεκαετίες (’80-’90). Αυτά και το δικαίωμα να αναφέρεται το όνομά του κάθε φορά στις συζητήσεις για τον καλύτερο σέντερ όλων των εποχών…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ