Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

ΓΣΕΕ: Δραματική μείωση της απασχόλησης - Αύξηση του ιδιωτικού χρέους

καταθλιψη

Bελτίωση τις οικονομίας από το γ’ τρίμηνο του 2021 βλέπει το INE/ΓΣΕΕ

Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις του Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ για την ύφεση και τη δραματική μείωση της απασχόλησης το 2020 αλλά και την ισχνή ανάκαμψη της οικονομίας τους 2021.Στο δελτίο για τις οικονομικές εξελίξεις το ΙΝΕ «βλέπει» βελτίωση τις οικονομίας από το γ’ τρίμηνο του 2021 κι έπειτα. Για την ενίσχυση της απασχόλησης προτείνει την υλοποίηση προγράμματος κοινωφελούς απασχόλησης στο δημόσιο και στους δήμους το οποίο θα απορροφήσεις έως 300.000 άτομα.

Σημαντικό ρόλο στη θετική η αρνητική πορεία των μεγεθών σύμφωνα με το ΙΝΕ θα παίξει χρονική στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα θα αρχίσει να απορροφά κονδύλια από το ταμείο ανάκαμψης. Αν αυτό γίνει το γ’ τρίμηνο του 2021 τότε προβλέπεται μια σταθερότερη ανάκαμψη το 2021 και ειδικότερα το 2022.

Παράλληλα διαπιστώνεται δραματική μείωση της απασχόλησης και αύξηση του ιδιωτικού χρέους.

Το ΙΝΕ ανησυχεί για αύξηση των απολύσεων πριν από το τέλος της κρίσης λόγω της διαρκούς μείωσης της ζήτησης και του επικείμενου τερματισμού της χαλαρής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Οι κλάδοι που θεωρούνται ευάλωτοι σε ενδεχόμενα λουκέτα είναι η μεταποίηση, υπηρεσίες, ο κλάδος των τεχνών καθώς και οι δραστηριότητες που σχετίζονται με ταξίδια και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2019, η απασχόληση μειώθηκε κατά 50 χιλ. άτομα τον Απρίλιο και κατά 155 χιλ. άτομα τον Μάιο. Έκτοτε, οι μεταβολές στην απασχόληση παραμένουν αρνητικές και, δεδομένου του δεύτερου lockdown, αναμένεται να παραμείνουν αρνητικές.

Επίσης, σύμφωνα με τους αναλυτές της ΓΣΕΕ το βάρος της προσαρμογής στην κρίση της πανδημίας έχει πέσει κυρίως στις ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown, περισσότερα από 30 χιλ. άτομα σε θέσεις εκ περιτροπής και μερικής απασχόλησης έχασαν τη θέση εργασίας τους. Μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου οι αντίστοιχες απολύσεις ξεπέρασαν τις προσλήψεις, με αποτέλεσμα οι καθαρές ροές ευέλικτης απασχόλησης να είναι αρνητικές (-7,5% κατά μέσο όρο).

Σύμφωνα με στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, στο ίδιο διάστημα, οι ροές πλήρους απασχόλησης ήταν κατά μέσο όρο θετικές. Η έντονη προκυκλική πορεία της ευέλικτης απασχόλησης είναι ενδεικτική της επισφάλειας που επικρατεί στην αγορά εργασίας. Για παράδειγμα, το β’ τρίμηνο του 2020 το ποσοστό των εργαζομένων που έλαβαν 0 έως 200 ευρώ ανήλθε από 1% σε 12% .

Όταν η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει, η μερική και η εκ περιτροπής απασχόληση εκτιμάται ότι θα αυξηθούν ξανά ακολουθώντας το μοτίβο που καλλιεργήθηκε τα πιο πρόσφατα έτη, κατά το οποίο περισσότερες από τις μισές νέες θέσεις εργασίας ήταν ευέλικτης μορφής.

Σημαντική εξαίρεση στη γενικότερη μείωση της απασχόλησης αποτελούν, όπως παρατηρεί η έκθεση του ΙΝΕ, οι κλάδοι των κατασκευών και της δημόσιας διοίκησης. Ο κατασκευαστικός κλάδος στην Ελλάδα σημείωσε αύξηση 20,6%, εντείνοντας τη δυναμική αύξησης που αναπτύχθηκε τα δύο τελευταία έτη, ενώ στον κλάδο της δημόσιας διοίκησης η παραγωγή αυξήθηκε κατά 1,2% κυρίως λόγω της υψηλής ζήτησης για υγειονομικές υπηρεσίες.

Οι προοπτικές στην αγορά εργασίας θα μπορούσαν να βελτιωθούν μέσω της εφαρμογής ενός προγράμματος απασχόλησης που θα απορροφούσε τον αριθμό των ανέργων και των οικονομικά μη ενεργών προσφέροντας ποιοτικές θέσεις απασχόλησης. Γι’ αυτόν τον λόγο το ΙΝΕ προτείνει την εφαρμογή στο ενός Προγράμματος Εγγυημένης Κοινωφελούς Απασχόλησης στο οποίο ο δημόσιος τομέας, μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης και σε συνεργασία με μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, θα προσφέρει εργασία με βάση των κατώτατο μισθό σε όποιο άτομο δεν έχει εργασία και επιθυμεί να εργαστεί.

«Υποθέτουμε ένα πρόγραμμα αρχικού μεγέθους 75 χιλ. ατόμων – σημειώνει το ΙΝΕ - και σταδιακή αύξησή του ανά 75 χιλ. άτομα ανά τρίμηνο. Ως έναρξη του προγράμματος ορίζεται το β’ τρίμηνο του 2021, ενώ το μηνιαίο κόστος του προγράμματος ανά συμμετέχοντα σε αυτό καθορίζεται στα 700 ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει το μισθολογικό κόστος και λοιπά ενδιάμεσα κόστη. Ως ανώτατο όριο του προγράμματος, το οποίο θα βρίσκεται σε ισχύ το α’ τρίμηνο του 2022, ορίζονται τα 300 χιλ. άτομα».
 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ