Μία από τις μεγαλύτερες παθογένειες του ΕΣΥ είναι ο τρόπος που διοικείται, δηλώνει σε συνέντευξη του στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» ο πρόεδρος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ) Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, ο οποίος προτείνει οι διοικήσεις των νοσοκομείων να είναι ανεξάρτητες από την εκάστοτε κυβέρνηση, φέρνοντας μάλιστα ως παράδειγμα το Νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» στη Θεσσαλονίκη.
Για τον θεσμό του προσωπικού γιατρού που μέχρι στιγμής δεν έχει εφαρμοστεί πλήρως, λόγω έλλειψης γιατρών, ο κ. Εξαδάκτυλος αναφέρει ότι μέχρι τώρα έχουν εγγραφεί 4,5 εκατομμύρια πολίτες. «Προσπάθεια πολύ καλύτερη από αυτή που έγινε το 2018, κατά την οποία είχαν εγγραφεί μόλις 1,5 εκατ., αλλά απέχει πολύ από τα 8,5 εκατ. που επιθυμούμε ως κάλυψη του πληθυσμού. Θα πρέπει, εκτός από το οικονομικό κομμάτι, οι όροι των συμβάσεων να γίνουν ελκυστικότεροι για τους γιατρούς, γιατί αυτή τη στιγμή μιλάμε για μονομερείς συμβάσεις του ΕΟΠΥΥ, στις οποίες λίγο έως πολύ ο Οργανισμός έχει όλα τα δικαιώματα και ο εργαζόμενος ελάχιστα. Θα πρέπει να υπάρξει η βούληση και ό,τι γίνει να γίνει γρήγορα και πλήρως. Η τμηματική προσαρμογή δεν βοηθά κανέναν, διότι δεν εκλαμβάνεται ως βελτίωση».
Για τις Συμπράξεις Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) στα νοσοκομεία ο πρόεδρος του ΠΙΣ αναφέρει ότι όσα βήματα γίνονται είναι δειλά, ανεπαρκή και δεν πρόκειται να αναδείξουν τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας συνεργασίας. «Η δυνατότητα να γίνονται χειρουργεία εκτός ωραρίου κανονικής λειτουργίας του νοσοκομείου επ' αμοιβή, δεν νομίζω ότι θα προσφέρει κάτι συνταρακτικό, ούτε και θα αλλάξει τον χάρτη. Επίσης η δυνατότητα των γιατρών του ΕΣΥ υπό όρους να έχουν ένα περιορισμένο ιδιωτικό έργο, κατά τη γνώμη μου δεν θα ενισχύει το ΕΣΥ, γιατί στο τέλος της ημέρας το ΕΣΥ θα βρεθεί με λιγότερους ανθρώπους να το υπηρετούν».
Ακολουθεί αναλυτικά η συνέντευξη που παραχώρησε ο πρόεδρος του ΠΙΣ Αθανάσιος Εξαδάκτυλος στο Πρακτορείο FM και στη δημοσιογράφο Τάνια Η. Μαντουβάλου
Πού βρισκόμαστε τρία χρόνια μετά την εμφάνιση της πανδημίας; Ποιες παθογένειες αναδείχτηκαν στο σύστημα;
Είναι απαραίτητο να αποκτήσουμε Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και επίσης είναι απαραίτητο να αναθεωρηθεί ο τρόπος λειτουργίας του ΕΣΥ για να γίνει πιο αποδοτικό, γιατί οι πανδημίες μόνο με τα δημόσια συστήματα υγείας, σε συνεργασία και με τον ιδιωτικό τομέα πάντοτε, αλλά με κορμό τα δημόσια συστήματα υγείας, μπορούν να αντιμετωπίζονται με καλύτερους όρους. Η χώρα μας, παρά το γεγονός ότι έχει ένα πολύ πλούσιο ιατρικό δυναμικό, έχει ένα σύστημα το οποίο ζητά οργανωτικές παρεμβάσεις εδώ και δεκαετίες. Αφενός μεν γιατί το ΕΣΥ σαράντα χρόνια μετά την ίδρυση του χρειάζεται μία συνολική αναθεώρηση (γιατί τμηματικές έχουν γίνει), αφετέρου δεν είχαμε ποτέ ως χώρα και ως κοινωνία οργανωμένη Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, προσπάθεια που ξεκίνησε για πρώτη φορά επί Ελευθερίου Βενιζέλου το 1926 και που μόλις το 2022 νομοθετήθηκε ο προσωπικός γιατρός, ο οποίος έχει δυνατότητες επιτυχίας. Αυτά τα δύο όμως λείπανε από τη χώρα μας όταν συναντήσαμε την πανδημία.
Γιατί θεωρείτε ότι ακόμη δεν έχει επιτευχθεί η πλήρης εφαρμογή του θεσμού του προσωπικού γιατρού και εξακολουθούν να υπάρχουν ελλείψεις γιατρών;
Αυτή τη στιγμή έχουν εγγραφεί 4,5 εκατομμύρια πολίτες, ποσοστό πολύ καλύτερο από την προσπάθειά που έγινε το 2018, που ήταν μόλις 1,5 εκατομμύριο. Αλλά απέχει πολύ από τα 8,5 εκατομμύρια που επιθυμούμε ως κάλυψη του πληθυσμού. Σε ό,τι αφορά τους γιατρούς, τα χρήματα τα οποία προβλέπονται με τον καινούργιο θεσμό είναι περισσότερα από ό,τι ήταν στο παρελθόν, αλλά δεν είναι αυτά τα οποία μπορεί κανείς να βρει στην Κύπρο, τη Μάλτα, τη Ρουμανία, και δεν μιλώ βέβαια για το Βέλγιο ή τη Γερμανία. Υπάρχει όμως στην εφαρμογή ένα ντισαβαντάζ μη αναγκαίο: Όλες οι συμβάσεις οι οποίες προτάθηκαν και δεν συγκέντρωσαν τον απαιτούμενο αριθμό των γιατρών, έγιναν μονομερώς από τον ΕΟΠΥΥ, ο οποίος όμως θα μπορούσε να έχει ενεργοποιήσει τις προβλέψεις του νόμου που μιλούν για συλλογικές συμβάσεις και να τις είχε κάνει πιο ελκυστικές σε σχέση με αυτές που προσέφερε. Δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων το ελκυστικό μιας συμβάσεως. Βεβαίως υπάρχει δυνατότητα διορθωτικών κινήσεων, αλλά θα πρέπει να υπάρξει η βούληση και θα πρέπει ό,τι γίνει να γίνει γρήγορα και πλήρως. Η τμηματική προσαρμογή και η τμηματική βελτίωση των πραγμάτων δεν βοηθά κανέναν, διότι δεν εκλαμβάνεται ως βελτίωση.
Τι εννοείτε όταν λέτε διορθωτικές κινήσεις;
Να αναθεωρηθούν πρώτα από όλα οι συμβάσεις που δίνονται για τους προσωπικούς γιατρούς. Να αλλάξουν οι όροι των συμβάσεων και να ισορροπήσουν, γιατί αυτή τη στιγμή πρόκειται για μία σύμβαση με την οποία ο Οργανισμός λίγο έως πολύ έχει όλα τα δικαιώματα και ο εργαζόμενος ελάχιστα. Και βεβαίως, υπάρχουν και άλλες τεχνικές λεπτομέρειες που χρήζουν βελτίωσης. Επίσης ο ΕΟΠΥΥ θα πρέπει να πάει σε μία άλλη φιλοσοφία συνεργασίας με τον ΠΙΣ και όλους τους ιατρικούς συλλόγους, η οποία προβλέπεται και από τον νόμο, καθότι δεν είναι σωματεία, αλλά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Ο νόμος περιγράφει τους ιατρικούς συλλόγους ως επίσημους συμβούλους της Πολιτείας. Αλλά οι σύμβουλοι αποδίδουν όταν κάποιος ακούει τις συμβουλές τους.
Τελευταία ανοίγουν θέσεις σε νοσοκομεία και ενίοτε γιατροί δεν πάνε να τις καλύψουν. Φταίνε μόνο οι καλοί μισθοί του εξωτερικού;
Υπάρχει ένα συνολικό πρόβλημα με τις θέσεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, διότι δεν είναι ελκυστικό, για πολλούς λόγους. Οι λόγοι οι οποίοι διαφεύγουν της προσοχής πολλές φορές, είναι λόγοι που δεν συζητούνται καθημερινά, όπως κάποιοι νομίζουν ότι είναι κυρίως το οικονομικό. Προφανώς και αυτός είναι ένας παράγοντας, γιατί οι μισθοί των γιατρών στην Ελλάδα είναι υποπολλαπλάσιοι των Ευρωπαίων συναδέλφων τους. Αλλά πέραν τούτου, το ΕΣΥ έχει και άλλες παθογένειες. Μία από τις σημαντικότερες είναι ο τρόπος με τον οποίο διοικείται. Και αυτό δεν το αναγνωρίζει κανείς και δεν το συζητάμε δημοσίως, γιατί για να αλλάξει ο τρόπος διοίκησης θα πρέπει να αλλάξει η αντιμετώπιση του ΕΣΥ, από οποιαδήποτε κυβέρνηση. Να πάψουν να διορίζουν τους διοικητές των νοσοκομείων με τον τρόπο που τους διορίζουν μέχρι τώρα. Οι διοικήσεις θα πρέπει να είναι ανεξάρτητες από την εκάστοτε κυβέρνηση. Θα πρέπει να έχουν λόγο στις διοικήσεις οι τοπικές κοινωνίες και οι πολίτες που απολαμβάνουν τις υπηρεσίες του νοσοκομείου- και παράδειγμα τέτοιο υπάρχει στη χώρα μας σε ένα νοσοκομείο πρότυπο, το νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» στη Θεσσαλονίκη, το οποίο επειδή είναι Ίδρυμα έχει τελείως διαφορετικό τρόπο διοίκησης από όλα τα νοσοκομεία, με ό,τι θετικό μπορεί κάτι τέτοιο να συνεπάγεται για τους κατοίκους της Βορείου Ελλάδος και κυρίως της Θεσσαλονίκης.
Οι Συμπράξεις Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) πιστεύετε ότι θα «περπατήσουν» προς όφελος του ασθενούς, του γιατρού δημόσιου ή ιδιώτη, ή κάποιος μπορεί να μην ευνοηθεί; Και ποιος μπορεί να είναι αυτός;
Εγώ για να είμαι ειλικρινής αυτή τη στιγμή δεν βλέπω καμία κουλτούρα ΣΔΙΤ να αναπτύσσεται. Όσα βήματα γίνονται είναι δειλά, ανεπαρκή και δεν πρόκειται να αναδείξουν τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας συνεργασίας. Επίσης οι ΣΔΙΤ έχουν γίνει αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης, διότι δεν έχει γίνει μία ανοιχτή συζήτηση στην οποία να ξεδιπλωθούν αυτά τα πλεονεκτήματα και το πώς θα λειτουργήσουν. Οι δύο προβλέψεις που έχουμε στα δύο νομοθετήματα του Ιουνίου και του Νοεμβρίου είναι πρώτον, να υπάρχει δυνατότητα να γίνονται χειρουργεία εκτός ωραρίου κανονικής λειτουργίας του νοσοκομείου επ' αμοιβή, όπως γίνονται τα απογευματινά ιατρεία των γιατρών του ΕΣΥ, κάτι το οποίο δεν νομίζω ότι θα προσφέρει κάτι συνταρακτικό και θα αλλάξει το χάρτη. Και το δεύτερο, είναι ότι θα μπορούν οι γιατροί του ΕΣΥ υπό όρους, να έχουν ένα περιορισμένο ιδιωτικό έργο, το οποίο κατά τη γνώμη μου δεν θα ενισχύει το ΕΣΥ, γιατί στο τέλος της ημέρας το ΕΣΥ θα βρεθεί με λιγότερους ανθρώπους να το υπηρετούν. Το ζητούμενο όμως είναι να έχει περισσότερους. Να μπουν δηλαδή από έξω μέσα και όχι να βγουν από μέσα έξω.
Η εύλογη απορία του κόσμου είναι αν ο ασθενής που δεν έχει χρήματα να διαθέσει π.χ. στα απογευματινά χειρουργεία, θα περιμένει τελικά με το νέο σύστημα λιγότερο ή περισσότερο;
Η απορία αυτή είναι σε τελείως θεωρητικό επίπεδο, γιατί αφενός δεν έχουμε μπροστά μας τις υπουργικές αποφάσεις που θα ρυθμίσουν τις λεπτομέρειες του θέματος, και υπάρχει και μία πολύ μεγάλη προσδοκία επενδεδυμένη από πλευράς Υπουργείου σε ότι αφορά αυτή τη ρύθμιση. Επίσης υπάρχουν πολύ άσχημες προγνώσεις από πλευράς αντιπολίτευσης. Η δική μας εκτίμηση είναι ότι θα διαψευστούν αμφότεροι. Ούτε δηλαδή θα προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο στο σύστημα, ούτε θα το καταστρέψει. Θα αφορά πολύ λίγους γιατρούς ανά την Ελλάδα- και αυτό θα φανεί μόλις αρχίσει να λειτουργεί. Η προσωπική μου θέση είναι να αναθεωρηθεί, δίνοντας τη δυνατότητα ταυτόχρονα και στους ανθρώπους που βρίσκονται εκτός συστήματος να μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εντός, με part time εργασία και όποιος επιλέγει να έχει και ιδιωτικό επάγγελμα να μειώνει την παρουσία του στο ΕΣΥ για να αφήνει χώρο σε κάποιον που βρίσκεται εκτός να συνεισφέρει και αυτός. Έτσι θα υπάρχουν πάντοτε γιατροί στο ΕΣΥ για τους ασθενείς που πρέπει να εξυπηρετηθούν και όποιος εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα να προσφέρει τις υπηρεσίες του επί ίσοις όροις και με ίδιες ευκαιρίες. Και αυτό θα συμβάλει και στο να έχουμε και μία προσέλκυση ανθρώπων που βρίσκονται στο εξωτερικό.
Το θέμα των ελλείψεων φαρμάκων σε ποια φάση βρίσκεται αυτή τη στιγμή;
Έχουμε μία ύφεση στις ιώσεις και μία ύφεση στις ελλείψεις των εποχικών φαρμάκων, αλλά αυτό δεν θα πρέπει να μας καθησυχάσει, διότι η μειωμένη παραγωγή στις χώρες της Άπω Ανατολής και στην Ινδία θα επηρεάζει όλο τον χρόνο τις ελλείψεις φαρμάκων και θα επεκταθεί και σε άλλες κατηγορίες φαρμάκων, πέραν των εποχικών που απασχόλησαν την κοινή γνώμη στα τέλη Δεκεμβρίου, αρχές Ιανουαρίου. Η χώρα μας έχει ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα πολυφαρμακίας. Είμαστε πρωταθλητές, και αυτό συμβαίνει γιατί έχουμε τη δυνατότητα να προμηθευτούμε φάρμακα χωρίς ιατρική συνταγή. Η κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει με θάρρος, γιατί ξέρει ποιος είναι ο τρόπος να θωρακίσει κανείς και να πατάξει την πολυφαρμακία. Και το ξέρει γιατί όταν το 2020, μετά από πιέσεις ετών, θεσμοθέτησε τη χορήγηση αντιβιοτικών μόνο με συνταγή γιατρού είδε μία μείωση στην κατανάλωση 20% και παράπλευρες ωφέλειες, εκτός από τις οικονομικές, και στον χώρο της υγείας, καθότι τα αντιβιοτικά σχετίζονται με την ανθεκτικότητα των μικροβίων. Κατά δεύτερον η ίδια η κυβέρνηση παραδέχεται ότι αυτός είναι ένας τρόπος να περιοριστεί το πρόβλημα, όταν λέει, ρυθμίζει, ζητά, όποιο φάρμακο βρίσκεται σε έλλειψη να χορηγείται μόνο με ιατρική συνταγή. Άρα είναι πολύ λογικό αυτό το οποίο λέει η ιατρική ανέκαθεν και ανά τον πλανήτη. Και το λέμε κι εμείς ότι τα φάρμακα (τα συνταγογραφούμενα εννοείται) πρέπει να χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή, έτσι ώστε να γίνεται ορθολογική χρήση τους.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ