Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Φορολογικά βάρη και ρευστότητα "αγκάθια" για τις επιχειρήσεις

Τι προκύπτει από έρευνα σε επιχειρήσεις - μέλη του ΕΒΕΘ

Της ΜΑΡΙΑΣ ΚΟΥΖΟΥΦΗ

Οι φορολογικές υποχρεώσεις αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης με τη ρευστότητα να ακολουθεί στη δεύτερη θέση, σύμφωνα με έρευνα σε επιχειρήσεις - μέλη του ΕΒΕΘ που παρουσιάστηκε σήμερα και αποτυπώνει την αποτίμηση του 2018 αλλά και τις προσδοκίες για το 2019.

"Τα φορολογικά βάρη παραμένουν το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει αυτήν τη στιγμή το σύνολο των επιχειρήσεων", τόνισε ο α΄αντιπρόεδρος του ΕΒΕΘ κ. Εμμανουήλ Βλαχογιάννης, ο οποίος σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 160 επιχειρήσεων το διάστημα 22 Ιανουαρίου - 8 Φεβρουαρίου από την εταιρεία Palmos Analysis, σημείωσε ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι η αγορά κινείται με δυο διαφορετικές ταχύτητες.

Όπως είπε, η οικονομία της περιοχής της Θεσσαλονίκης έχει τη μορφή του αγγλικού γράμματος "L" λέγοντας ότι υπέστη μεγάλη καθίζηση αλλά τα τελευταία 2-3 χρόνια παρά τη σταθεροποίηση, δε δείχνει τάση ανάταξης. Ωστόσο, παρατηρούνται μεταβολές σε επιχειρηματικό επίπεδο. Κάποιες επιχειρήσεις αρχίζουν ήδη να βρίσκονται σε ανοδική πορεία και κάποιες συνεχίζουν σε πορεία μεγάλης κάμψης. "Όσες έχουν σχέση με εξαγωγές βλέπουν το μέλλον με πιο αισιόδοξη προοπτική και έχουν και λιγότερα προβλήματα ρευστότητας, ενώ για όσες περιορίζονται στην εσωτερική αγορά τα πράγματα δείχνουν δυσκολότερα", σύμφωνα με την εκτίμηση που έκανε. Σε ότι αφορά τις προσδοκίες για το 2019 χαρακτηρίζονται επιφυλακτικές και συγκρατημένες.

 

Επιδείνωση στο δείκτη απασχόλησης

Αναλυτικότερα, όπως προκύπτει από την έρευνα που παρουσίασε ο γενικός διευθυντής της Palmos Analysis κ. Πασχάλης Τεμεκενίδης, στο ερώτημα που αφορά τον κύκλο εργασιών για το 2018 οι απαντήσεις είναι μοιρασμένες στα τρία: Το 36% των επιχειρήσεων απάντησαν ότι το 2018 ο κύκλος εργασιών τους μειώθηκε, το 35% ότι παρέμεινε στα ίδια επίπεδα και το 28% ότι αυξήθηκε. Πολύ μικρές είναι οι διαφορές σε σχέση με την αντίστοιχη περσυνή μέτρηση.

Σχεδόν 6 στις 10 επιχειρήσεις (58%) ανέφεραν ότι κράτησαν σταθερές τις θέσεις εργασίας τους πέρσι, ενώ το 22% τις αύξησε και μόλις το 18% πραγματοποίησε συρρίκνωση του προσωπικού του. Σε σχέση με το 2017 ωστόσο, παρατηρείται ελαφρά επιδείνωση στο συγκεκριμένο δείκτη.

 

Τα μεγαλύτερα προβλήματα του 2018

Το μεγαλύτερο πρόβλημα των επιχειρήσεων είναι η αντιμετώπιση των φορολογικών υποχρεώσεων και έπονται κατά σειρά σπουδαιότητας η ρευστότητα, η μείωση του κύκλου εργασιών, οι επισφάλειες από πελάτες και η αδυναμία πρόσβασης σε τραπεζικό δανεισμό. Ειδικότερα τα ποσοστά στο ερώτημα πολλαπλής επιλογής με ιεράρχηση για τα 3 κυριότερα προβλήματα που αντιμετώπισαν το 2018, διαμορφώνονται ως εξής: Το 75% απάντησε τις φορολογικές υποχρεώσεις, το 58% η ρευστότητα, το 43% η μείωση του κύκλου εργασιών και το 42% οι επισφάλειες πελατών. 

Να σημειωθεί ότι οι φορολογικές υποχρεώσεις βρίσκονταν στην πρώτη θέση και το 2017. Τα capital controls αντιθέτως φαίνεται ότι το 2018 δεν αποτέλεσαν τόσο κρίσιμο πρόβλημα για τις επιχειρήσεις, με το σχετικό ποσοστό να υποχωρεί στο 17% από 47% το 2017.

Μοιρασμένες είναι οι τοποθετήσεις των επιχειρήσεων αναφορικά με το εάν το 2018 ήταν καλύτερο, χειρότερο ή το ίδιο με κριτήριο τις εξαγωγές τους. Στο πλαίσιο αυτό, καλύτερο από το 2017 αναφέρει το 34% των επιχειρήσεων, περίπου ίδιο το 31% και χειρότερο το 28%.

Οι προσδοκίες για το 2019

Ερωτώμενες πώς θεωρούν ότι θα είναι το 2019 για την επιχείρησή τους, το 34% των λέει ότι θα είναι καλύτερο το 2019, σε σχέση, το 35% ίδιο και το 27% χειρότερο. Τα αντίστοιχα ποσοστά από την περσινή έρευνα ήταν 36%, 20% και 37%.

Απόλυτα ισορροπημένες είναι οι απαντήσεις των επιχειρήσεων για τις σχέσεις τους με τις τράπεζες. Στο ερώτημα εάν ως επιχείρηση είναι ικανοποιημένη από την αντιμετώπιση της από τις τράπεζες το τελευταίο τρίμηνο, το 45% αναφέρει όχι/μάλλον όχι, το 46% ναι/μάλλον ναι και το 9% δεν ξέρω/δεν απαντώ. Πάντως, όπως σημείωσε ο κ. Τεμεκενίδης, είναι η πρώτη φορά μετά τον Απρίλιο του 2009 (σ.σ. η έρευνα αυτή πραγματοποιείται από το 2008), που όσοι δηλώνουν ναι/μάλλον ναι είναι πλέον στο ίδιο επίπεδο με όσους δεν είναι ικανοποιημένοι από τις τράπεζες.

Γενικά το 84% των επιχειρήσεων αναφέρει μία αμετάβλητη σχέση με τις τράπεζες το τελευταίο τρίμηνο και μόλις το 5% αναφέρει βελτίωση.

Σε ότι αφορά τις πωλήσεις για το επόμενο τρίμηνο οι επιχειρήσεις σε ποσοστό 34% θεωρούν ότι θα παραμείνουν αμετάβλητες, το 32% ότι θα αυξηθούν και το 29% ότι θα μειωθούν. Κατά τον κ. Τεμεκενίδης, το 32% είναι το καλύτερο ποσοστό που έχει καταγραφεί στο πλαίσιο των ερευνών.

Κατά το επόμενο τρίμηνο, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων (66%) δηλώνει ότι θα διατηρηθεί αμετάβλητο το ποσοστό απασχόλησης, το 16% πως θα αυξηθεί και το 14% ότι θα μειωθεί. Το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι θα υπάρξει αύξηση, είναι το υψηλότερο από τον Μάρτιο του 2011.

 

Η ρευστότητα και οι οφειλές

Σε επίπεδο ρευστότητας, το 43% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι θα είναι αμετάβλητη το επόμενο τρίμηνο, το 38% ότι θα μειωθεί και το 17% πως θα αυξηθεί. Το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι θα αυξηθεί είναι μειωμένο σε σχέση με την περσινή έρευνα (ήταν στο 17%), ενώ αυξήθηκαν όσοι λένε ότι θα μειωθεί (από 36% σε 38%).

Ερωτηθέντες οι επιχειρηματίες για τις δανειακές ανάγκες της επιχείρησής τους, το 28% δήλωσε ότι περιμένει δυσμενέστερους όρους το επόμενο τρίμηνο, το 40% τους ίδιους όρους, το 26% δεν ξέρει/δεν απαντά και μόλις το 6% ευνοϊκότερους όρους.

Εντυπωσιακά αρνητική είναι η αίσθησή τους για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων στον κλάδο τους και σε συναφείς κλάδους (πελάτες/προμηθευτές) το επόμενο τρίμηνο. Ειδικότερα το 42% απάντησε ότι αναμένει δυσμενέστερη κατάσταση (αύξηση επισφαλειών-πτωχεύσεων), έναντι 12% που αναμένει βελτίωση και 40% που "βλέπει" αμετάβλητη κατάσταση. Πάντως το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί είναι το καλύτερο που έχει καταγραφεί από το 2011 και μετά.

Τέλος, 1 στους 4 (22%) απάντησε ότι υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς φορείς του δημοσίου, ποσοστό μειωμένο σε σχέση με την περσινή έρευνα (28%). Το 64% αυτών, δήλωσε ότι έχει οφειλές προς το ΙΚΑ, το 58% προς ΕΦΚΑ-ΟΑΕΕ, το 61% προς την Εφορία (ΦΠΑ) και το 67% προς την εφορεία (άλλοι φόροι).