Όπως τονίζει ο Γιάννης Μανιάτης στην επιστολή του, είναι αναγκαία η εξεύρεση πρόσθετων πόρων στο πλαίσιο της αναθεώρησης των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων, δεδομένης της χρησιμότητας του Προγράμματος στην εξοικονόμηση ενέργειας στον οικιακό τομέα, και της θετικής επίπτωσης του στις δραστηριότητες παραγωγικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας, το οποίο συμβάλλει μεταξύ άλλων στην τόνωση της απασχόλησης με περίπου 10.400 θέσεις εργασίας. Όπως αναφέρει ο Υπουργός ΠΕΚΑ, απορρίπτοντας αιτιάσεις περί γραφειοκρατικών καθυστερήσεων στο Πρόγραμμα, δεν πρέπει να γίνει αλλαγή του Οδηγού υλοποίησης του Προγράμματος σε software τραπεζών και ενημερώσεις επιμέρους συντελεστών, γιατί μόνο καθυστερήσεις θα επιφέρει χωρίς κανένα απολύτως κέρδος.
Ο κ. Μανιάτης υπογραμμίζει ότι πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα η υλοποίηση αντίστοιχων δράσεων εξοικονόμησης ενέργειας στον κτιριακό τομέα για τη νέα Προγραμματική Περίοδο 2014-2020. Διαφορετικά, όπως επισημαίνει, είναι ορατός ο κίνδυνος άμεσης αναστολής της υποδοχής νέων αιτήσεων προέγκρισης δανείου.
Υπενθυμίζεται ότι το υπουργείο Ανάπτυξης έχει ζητήσει την απλούστευση των διαδικασιών ένταξης στο πρόγραμμα. Προχθές, μετά τη συνάντησή του με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, ο υπουργός κ. Χατζηδάκης δήλωσε χαρακτηριστικά ότι το πρόγραμμα παραμένει γραφειοκρατικό. «Εκεί υπάρχει συμφωνία των τραπεζών με το δικό μας Υπουργείο, ότι υπάρχουν περιθώρια για απλουστεύσεις. Αρμόδιο Υπουργείο για να πάρει τις αποφάσεις είναι το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και γι’ αυτό το λόγο θα απευθυνθώ και στον αρμόδιο Υπουργό τον κ. Μανιάτη, ο οποίος είμαι βέβαιος ότι δεν θα έχει αντιρρήσεις στο να απλουστευθεί το πρόγραμμα περαιτέρω», τόνισε.
Ο υπουργός ΠΕΚΑ, πάντως στην επιστολή του, επιρρίπτει ευθύνες στις τράπεζες και επισημαίνει ότι «ορισμένα τραπεζικά ιδρύματα δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα και τις αιτήσεις των πολιτών με την ταχύτητα που απαιτούν οι συνθήκες της αγοράς προκειμένου να υπάρξει ρευστότητα στην πραγματική οικονομία καθώς και η ανάγκη στήριξης της οικοδομής ως βασικού πυλώνα της εθνικής οικονομίας, ιδιαίτερα σε δράσεις πολλαπλών θετικών επιπτώσεων σε ζητήματα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, καθώς και σε ζητήματα χρησιμοποίησης πρώτων υλών που σε ποσοστό άνω του 70% παράγονται από ελληνικές βιομηχανίες-βιοτεχνίες».
Σύμφωνα με την ίδια επιστολή ο προϋπολογισμός του προγράμματος είναι σήμερα 470 εκατ. € και άλλα 130 εκατ. € ως συμμετοχή των Τραπεζών, δηλ. συνολικά 600 εκατ. €. Συνολικά μπορούν να εξυπηρετηθούν περίπου 60.000 έργα.
Έχουν υποβληθεί περί τις 140.000 αιτήσεις, «γεγονός που δείχνει την τεράστια αποδοχή του από τους πολίτες, αφού ουσιαστικά οι αιτήσεις υπερκαλύπτουν κατά μεγάλο ποσοστό τις σημερινές χρηματοδοτικές δυνατότητές του, των περίπου 60.000 έργων - αιτήσεων. Το γεγονός αυτό από μόνο του αναδεικνύει την τεράστια ανάγκη για άμεση ενίσχυσή του».
Επιπλέον, ο κ. Μανιάτης αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι σήμερα, στις Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Νοτίου Αιγαίου, οι υφιστάμενοι μετά την προσαύξηση πόροι επαρκούν για την κάλυψη των αιτημάτων σε διαδικασία ελέγχου από τις τράπεζες, αλλά όχι για την υποδοχή νέων αιτήσεων προέγκρισης δανείου. Αυτό σημαίνει ότι θα υποχρεωθούμε να προβούμε σε αναστολή της θετικής αυτής εξέλιξης αν δεν υπάρξουν ειδικές χρηματοδοτικές πρόνοιες.