Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Η πορεία της βιοτεχνίας ενδυμάτων εν μέσω κρίσης

Σύμφωνα με έρευνα του ΒΕΘ “λουκέτο” έβαλαν 931 επιχειρήσεις σε μια τετραετία-Ποια προβλήματα αντιμετωπίζουν και πώς βλέπουν το μέλλον...

Της ΜΑΡΙΑΣ ΚΟΥΖΟΥΦΗ

Πανταχόθεν βάλλεται τα τελευταία χρόνια η βιοτεχνία και ειδικά ο κλάδος του ενδύματος, που αντιμετώπιζε προβλήματα και προ κρίσης, με αποτέλεσμα ενεργές να είναι σήμερα κοντά στις 1250 επιχειρήσεις, όταν τις “καλές εποχές”, δηλαδή πριν 10 με 15 χρόνια, προσέγγιζαν τις 5.000.

Αλλά και μεταξύ αυτών που παραμένουν ακόμη “όρθιες”, επικρατεί προβληματισμός και απαισιοδοξία για το μέλλον, καθώς βλέπουν πως πέρα από την εισαγωγή φτηνών ρούχων από τρίτες χώρες, έχουν να αντιμετωπίσουν επιπλέον υψηλή φορολόγηση σε συνδυασμό με έλλειψη ρευστότητας.

“Είμαι βιοτέχνης από το 1986. Αυτό που ζούμε σήμερα είναι πρωτόγνωρο”, δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Θανάσης Τζαβέλλας, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που δόθηκε χθες στο Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (ΒΕΘ) για την παρουσίαση έρευνας σχετικά με την πορεία της βιοτεχνίας ενδυμάτων εν μέσω κρίσης. “Οι πελάτες μας οι μισοί έκλεισαν γιατί δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στο κόστος και οι άλλοι μισοί πάνε και αγοράζουν από τα κινέζικα”, συνέχισε ο ίδιος, περιγράφονταν την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο, ενώ ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο θέμα της ρευστότητας από τις τράπεζες αλλά και στο φορολογικό, το οποίο χαρακτήρισε μάλιστα ως το μεγαλύτερο πρόβλημα, κάτι που προέκυψε άλλωστε και από την έρευνα. “Από τις 15.000 ευρώ κέρδη είναι δυνατόν να πληρώνουμε τις επτά. Πώς θα ζήσουμε εμείς”, διερωτήθηκε ο κ. Τζαβέλλας. “Είμαστε με το κλειδί στην πόρτα για να αναχωρήσουμε”, ήταν εξάλλου η φράση που χρησιμοποίησε ο συνάδελφός του, Σαμουήλ Τσορμπατζίδης, για να σχολιάσει την επίπτωση του φορολογικού στις επιχειρήσεις.

Σε “βραχνά” αναδεικνύονται και οι ακάλυπτες επιταγές και συναλλαγματικές, όπως τόνισε από την πλευρά του ο Δημήτρης Ιορδανίδης, επίσης βιοτέχνης στο χώρο του ενδύματος.

Την ελπίδα ότι θα διορθωθεί το πρόβλημα της ρευστότητας και θα μειωθεί το φορολογικό, εξέφρασε ο πρόεδρος του ΒΕΘ κ. Παναγιώτης Παπαδόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι η πολυπόθητη ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς βιοτεχνική παραγωγή και μεταποίηση.

Τα λουκέτα

Η πτώση στη δυναμική της βιοτεχνίας ενδυμάτων αποτυπώνεται και στα στοιχεία του μητρώου του ΒΕΘ: Από το 2010 έως και το πρώτο τετράμηνο του 2014, 931 βιοτεχνίες του κλάδου σβήστηκαν από τον επιχειρηματικό χάρτη της Θεσσαλονίκης. Κατά το ίδιο διάστημα, ξεκίνησαν τη δραστηριότητά τους μόλις 194. Σε ότι αφορά ειδικότερα το α’ τετράμηνο του έτους, έκλεισαν 60 βιοτεχνίες ενδύματος, ενώ εγγράφησαν 15. Από αυτές που έβαλαν λουκέτο, οι 35 κρίθηκαν ασύμφορες.

Σύμφωνα με την έρευνα που εκπόνησε για λογαριασμό του ΒΕΘ, η εταιρεία δημοσκοπήσεων Interview σε δείγμα 355 επιχειρηματιών-μελών του επιμελητηρίου και 300 καταναλωτών, το 70% των βιοτεχνών του κλάδου του ενδύματος δηλώνει λίγο/ καθόλου αισιόδοξο για το μέλλον, έναντι 30% απαντά ότι είναι πολύ/αρκετά αισιόδοξο για το μέλλον της επιχείρησής του.

Τα προβλήματα

Η φυγή των επιχειρήσεων σε όμορες χώρες αποτελεί για το 27% των ερωτηθέντων αγκάθι για την ελληνική βιοτεχνία, ενώ για το 73% τα φτηνά εισαγόμενα ρούχα (από Τουρκία, Κίνα κ.α.). Ο πρόεδρος του ΒΕΘ εκτίμησε, προσεγγιστικά, ότι την περίοδο της κρίσης (2008-2013) περίπου 200-300 βιοτέχνες έφυγαν στα Βαλκάνια.

Στην ερώτηση ‘Τι κατά την άποψη σας πρέπει να κάνει ο έλληνας βιοτέχνης;’ τρεις στους δέκα επιχειρηματίες απάντησαν ότι πρέπει να ανταγωνιστεί τα φτηνά εισαγόμενα, ενώ επτά στους δέκα τα ποιοτικά ακριβότερα ενδύματα.

Η υψηλή φορολόγηση και η έλλειψη ρευστότητας φιγουράρουν πρώτες στη λίστα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι βιοτέχνες.

250 ευρώ το χρόνο για ρούχα

Στο μεταξύ, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, μόλις 250 ευρώ ξόδεψαν κατά μέσο όρο πέρυσι για τον ατομικό τους ρουχισμό οι καταναλωτές της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι σε ποσοστό 51% δηλώνουν ότι αγοράζουν ρούχα μία με δυο φορές το χρόνο. Η τιμή είναι αυτό που προσέχουν κυρίως όταν κάνουν αγορές (σε ποσοστό 75%). Υπάρχει δε και ένα ποσοστό της τάξης του 14% που δήλωσε ότι δεν αγόρασε καινούρια ρούχα το περασμένο χρόνο.

Άλλα σημαντικά κριτήρια για την αγορά ρούχων θεωρούνται η ποιότητα (για το 60% των ερωτηθέντων) και η χρηστικότητα (για το 31%). Το πόσο η κρίση έχει κάνει πλέον την αγορά ρούχων περιττή πολυτέλεια, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι τέσσερις στους δέκα αγοράζουν ρούχα από ανάγκη, επειδή δηλαδή τα παλιά φθάρθηκαν. Το 28% προβαίνει σε αγορές λόγω εκπτώσεων και προσφορών ενώ το 24% μόνο κάνει αγορές γιατί έχει όρεξη/επιθυμία για κάτι τέτοιο. Τέλος, μόνο το 8% αγοράζει ρούχα για να είναι εντός μόδας. Ενδιαφέροντα μηνύματα στέλνουν και οι απαντήσεις των καταναλωτών αναφορικά με τα καταστήματα που επιλέγουν αλλά και την προέλευση των ρούχων. Στο ερώτημα αν επιλέγετε τα ίδια καταστήματα με αυτά που ψωνίζατε στο παρελθόν, το 45% απαντά “ναι”, αλλά το 55% δηλώνει ότι έχει στραφεί σε οικονομικότερες λύσεις.

Παράλληλα, παρά το γεγονός ότι 9 στους 10 βιοτέχνες που δραστηριοποιούνται στο χώρο του ενδύματος έχουν προχωρήσει σε μειώσεις τιμών, που αγγίζουν το 30%, φαίνεται πως η πλειοψηφία των καταναλωτών προτιμά να κάνει αγορές από καταστήματα του κέντρου με επώνυμα ρούχα (24%) και από εμπορικά πολυκαταστήματα (38%). Καταστήματα ρούχων της περιοχής τους επιλέγουν 3 στους 10 ενώ μόνο ένα 8% επιλέγει τις βιοτεχνίες. Σε ότι αφορά την προέλευση, έξι στους δέκα καταναλωτές απαντούν ότι τα περισσότερα από τα ρούχα που έχουν στην ντουλάπα τους είναι εισαγόμενα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Σοκολάτα: «Τσουχτερή» για αγρότες και καταναλωτές η τιμή του κακάο
Δεδομένου ότι οι τιμές σε δημοφιλή προϊόντα σοκολάτας έχουν ανέβει έως και 50% από πέρυσι, ορισμένοι αναλυτές προειδοποιούν ότι μπορεί να εξελιχθεί...
Σοκολάτα: «Τσουχτερή» για αγρότες και καταναλωτές η τιμή του κακάο