Με αυτήν τη θλιβερή αλήθεια ξεκινάει το μήνυμά του, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Εξάλειψης της Φτώχειας, ο Γενικός Διευθυντής της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), κ. Γκάι Ράιντερ, αποστέλοντας το εξής μήνυμα: «Μην αφήσουμε κανέναν πίσω. Ας δουλέψουμε για να δώσουμε τέλος στη φτώχεια».
Όπως παρατηρεί ο κ. Ράιντερ, καταγράφεται σημαντική μείωση στη φτώχεια των ανθρώπων που εργάζονται από τις αρχές του 2000, όμως η πρόοδος έχει περιοριστεί εξ αιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της αδύναμης και άνισης ανάπτυξης. Το 2013, ο αριθμός των ανθρώπων που βρίσκονται σε ακραίες συνθήκες φτώχειας μειώθηκε κατά μόλις 2,7% παγκοσμίως και πρόκειται για ένα από τα μικρότερα ποσοστά την τελευταία δεκαετία. Και οι προοπτικές δεν βελτιώνονται. Μία παρατεταμένη περίοδος χαμηλής ανάπτυξης θα ήταν μια καταστροφική αρχή για ανανεωμένη παγκόσμια προσπάθεια για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την εξάλειψη της φτώχειας, όπως επισημαίνεται.
«Κοιτάζοντας προς το μέλλον, το παγκόσμιο εργατικό δυναμικό αυξάνεται κατά περίπου 42,6 εκατομμύρια το χρόνο, κυρίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Αλλά μόνο 40 εκατομμύρια βρίσκουν δουλειά και μόνο οι μισοί από αυτούς την εξεύρεση απασχόλησης των μισθών», σημειώνει, στο μήνυμά του, ο κ. Ράιντερ.
Μάλιστα, όπως εκτιμά, μέχρι το 2030, ο κόσμος θα πρέπει να δημιουργήσει περίπου 600 εκατομμύρια «αξιοπρεπείς» θέσεις εργασίας, να συμβαδίσει με την αύξηση του εργατικού δυναμικού, την εξάλειψη της ακραίας φτώχειας, τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών και να άρει τα πρότυπα διαβίωσης για το φτωχότερο 40%.
«Η φτώχεια δεν έχει ακόμα ηττηθεί. Πάρα πολλοί είναι αυτοί που έχουν μείνει πίσω. Αλλά η διεθνής κοινότητα ετοιμάζεται για μια ανανεωμένη κίνηση και η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας σκοπεύει να είναι στην πρωτοπορία», καταλήγει το μήνυμα.