Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), το οποίο αποτελεί Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου εποπτεύεται και επιχορηγείται από το Υπουργείο Υγείας. (Νόμος 2071/92 και Π.Δ. 358/1992).
Μετά το 2007, το Κέντρο προσελκύει την προσοχή με αφορμή καταρχάς την αγορά ενός κτηρίου και ακολούθως την πανδημία της Γρίπης (Η1Ν1). Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών το ΚΕΕΛΝΟ έλαβε μεγάλα ποσά υπό μορφή δανείων ή κρατικών επιχορηγήσεων. Ειδικότερα, έλαβε ένα σύνολο τραπεζικών δανείων με την εγγύηση του κράτους (25 εκ. ευρώ από την Τράπεζα Αττικής, 217,5 εκ ευρώ από την ΕΤΕ) και πρόσθετες επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό (225 εκ ευρώ).
Ενδιαφέρον παρουσίασε αρχικά η συζήτηση για το διαγωνισμό του νέου κτηρίου και ιδιαίτερα οι προδιαγραφές της διακήρυξης που θεωρούνται από πολλούς «σφικτές» ή «φωτογραφικές», περιορίζοντας τον ανταγωνισμό και ως εκ τούτου την κατάθεση προσφορών. Ο διαγωνισμός οδήγησε στη συμμετοχή μιας μόνο προσφοράς, η οποία κι έγινε αποδεκτή, παρά την υφιστάμενη πρακτική περί του αντιθέτου!. Η αγορά του κτηρίου στοίχισε 13 εκ. ευρώ ενώ δόθηκαν 4,5 εκ. πρόσθετα για να ολοκληρωθεί!
Τα διαχειριστικά προβλήματα και η φημολογούμενη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος οδήγησαν στην επέμβαση των ελεγκτικών αρχών και στον εξονυχιστικό έλεγχο των οικονομικών του ΚΕΕΛΠΝΟ. Από την άλλη όμως η πρόσβαση ελεγκτικών αρχών στα στοιχεία της εταιρίας προσέκρουσε σε πολλά προβλήματα. Παρατηρήθηκε λόγου χάρη άρνηση των υπηρεσιών του ΚΕΕΛΠΝΟ να δώσουν στοιχεία το 2015 σε ελεγκτική αρχή του Υπουργείου Υγείας. Έτσι, στελέχη του Σώματος Επιθεωρητών Υγείας και Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ), όπως και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) αντιμετώπισαν δυσχέρειες και κωλύματα ως προς το εποπτικό τους έργο.
Το ΚΕΕΛΠΝΟ εξαιρείτο από το Δημόσιο Λογιστικό ως το 2015, αλλά έχοντας υπόψη ότι η διοίκησή του ορίζεται από το κράτος δεν μπορούσε να εξαιρεθεί από τους κοινούς κανόνες των κρατικών προμηθειών της ΕΕ (αρχής γενομένης της Οδηγίας 1993/36 για τις προμήθειες αγαθών και 1992/50 για τις υπηρεσίες). Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει κι η απόφαση του Εφετείου του 2003, κάτι που το επισημαίνει και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, θέση συμβατή με την κοινοτική νομοθεσία.
Η πρακτική όμως του ΚΕΕΛΠΝΟ σε θέματα προμηθειών δε συνάδει με τα ανωτέρω. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα πρακτικά του ΔΣ του της 30 Απριλίου του 2009 και σύσκεψης που έλαβε χώρα στις 25-4-2009 στο ΚΕΕΠΝΟ (ημέρα Σάββατο), έγιναν απευθείας αναθέσεις την επομένη ημέρα ακριβώς (Κυριακή!) για ένα σύνολο ειδών (θερμικές κάμερες, έντυπα, αφίσες), λόγω του υπερ-επείγοντος ( δηλαδή λόγω της πανδημίας γρίπης).
Σε άκρως επείγουσες περιπτώσεις όμως –δεν είμαστε η μόνη χώρα που αντιμετωπίζει τέτοιες καταστάσεις– σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, που εφαρμόζεται και στη χώρας μας, προβλέπεται η διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς διακήρυξη. Αυτό σημαίνει ότι σε επείγουσες καταστάσεις η αναθέτουσα αρχή καλεί τρεις υποψηφίους και με συνοπτικές διαδικασίες καταλήγει σε έναν από αυτούς. Η διαφορά ανάμεσα στην Κυριακή και τη Δευτέρα είναι μόνο 24 ώρες. Παρόλα αυτά προτιμήθηκε η Κυριακή για αναθέσεις εκατομμυρίων. Προβληματισμός στο πλαίσιο της επιτροπής της Βουλής που διερευνά τα σκάνδαλα στο χώρο της υγείας, εκφράστηκε τόσο για τη σύσκεψη του Σαββάτου (και γιατί όχι την Πέμπτη ή Παρασκευή;) όσο και για τις απευθείας αναθέσεις τηλεφωνικά σε συγκεκριμένες εταιρίες την Κυριακή!!!
Στο πλαίσιο αυτών των αναθέσεων, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προμήθεια θερμικών καμερών σε τιμές 45-50 χιλιάδων ευρώ η κάθε μία, όταν η τιμή αναφοράς-εισαγωγής είναι 7 χιλ. ευρώ. Σημειώνεται ότι κατά τη διαδικασία αγοροπωλησίας ενεπλάκησαν διαδοχικά άνω των δυο εταιριών, οι οποίες εύλογα οδήγησαν στο «φούσκωμα» των τιμών. Οι χρόνοι απόφασης και παραγγελίας θερμικών καμερών, έντυπου υλικού κ.λπ δείχνουν επί της ουσίας ότι δεν έγινε η όποια ενδελεχής έρευνα (Σαββατοκύριακο σύσκεψη και ανάθεση μαζί).
Εκτεταμένη συζήτηση έγινε στη σχετική επιτροπή της Βουλής για τις δωρεές από ιδιώτες (ΟΠΑΠ, Estee Lauder) και για το που ακριβώς κατευθύνθηκαν οι εν λόγω χορηγίες κι τι συγκεκριμένες ανάγκες εξυπηρετούσαν.
Την ευθύνη εποπτείας του ΚΕΕΛΠΝΟ φέρει ο Υπουργός Υγείας ή ο εξουσιοδοτημένος Υφυπουργός. Το υπουργείο Υγείας είχε εκπρόσωπο του στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΕΕΛΠΝΟ ενώ όλα τα μέλη του διορίζονταν από τον αρμόδιο υπουργό.
Σε ερώτημα κατά πόσο ο αρμόδιος υπουργός γνώριζε για όλο το πανδαιμόνιο των απευθείας αναθέσεων και όποιων άλλων σημαντικών δαπανών, άλλοι μάρτυρες κατά την εξέτασή τους από την αρμόδια επιτροπή απάντησαν καταφατικά άλλοι όχι, ενώ άλλοι τόνισαν ότι δέχονταν απευθείας εντολές από υπουργούς για συγκεκριμένες επείγουσες αγορές. Το γεγονός ότι βάσει νόμου ο Υπουργός Υγείας εποπτεύει τον εν λόγω κέντρο, αυτό προσδιορίζει και το εύρος των εποπτικών του ευθυνών.
Γίνονταν προσλήψεις διοικητικών υπαλλήλων στο ΚΕΕΛΠΝΟ με συμβάσεις εργασίας, για να καλυφθούν συγκεκριμένες ανάγκες της Κέντρου. Νεοπροσληφθέντες όμως ακολούθως, απασχολούνταν αλλού (όπως π.χ. σε πολιτικά γραφεία υπουργών του Υπουργείο Υγείας), ενώ έγινε εκτεταμένη συζήτηση για την πηγή της μισθοδοσίας τους.
Το ΚΕΕΛΠΟ δεν ήταν υποχρεωμένο να ακολουθεί τους κανόνες του δημοσίου λογιστικού ως το 2015. Όφειλε όμως να ακολουθεί κάποιους βασικούς κανόνες λογιστικής. Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους σημειώνει όμως ότι «Δεν είναι δυνατή η στοιχειώδης παρακολούθηση των βασικών δαπανών» και υπήρχε «μη τήρηση λογιστικής». Το γεγονός ότι κάποιος εξαιρείται από το δημόσιο λογιστικό δε σημαίνει ότι αγνοεί τους κοινούς κανόνες της λογιστικής και κάνει ό,τι θέλει.
*Ο Δημήτρης Μάρδας είναι Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ, π. Υφυπουργός Εξωτερικών, βουλευτής Β΄ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ