Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Πολιτισμική πολιτική, ο καλλιτέχνης ως καταλύτης και ο πολίτης ως συμπαραγωγός

Η Έλλη Χρυσίδου, Αντιδήμαρχος Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης αρθρογραφεί στον «Τύπο Θεσσαλονίκης»

Άρθρο της Έλλης Χρυσίδου*

Η δύναμη του πολιτιστικού δυναμικού κάθε τόπου και η αξιοποίηση του σε εργαλείο, προϊόν ανάπτυξης καθορίζεται από τη δημόσια πολιτιστική πολιτική που ασκείται είτε από το Υπουργείο Πολιτισμού είτε από την Τ.Α. με εμπλεκόμενους τους φορείς, τις ομάδες, τους δημιουργούς, τους καλλιτέχνες. Είναι κοινή διαπίστωση η δύναμη του πολιτισμού σε κάθε τόπο, ως το εργαλείο κοινωνικής συνοχής αλλά και ανάπτυξης.

Η μεγάλης διάρκειας-χρόνων-οικονομική κρίση που βιώνει ο τόπος, ανέδειξε με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο την ανεπάρκεια του μοντέλου της πολιτιστικής πολιτικής που ίσχυε και κατέστησε επιτακτική την ανάγκη για μια άλλη πρόταση ολοκληρωμένη και συγκροτημένη από τις ανάγκες της κοινωνίας, από την ίδια δηλαδή την κοινωνία, ξεπερνώντας τις παραδοσιακές λογικές των πελατειακών σχέσεων-χρηματοδότη και χρηματοδοτούμενου, με την χωρίς σχεδιασμό και προτεραιότητα ευκαιριακή και αυθαίρετη εκτίμηση, χωρίς στόχους και στρατηγική προώθησης και ανάπτυξης.

Είναι το ίδιο μοντέλο που δημιούργησε πολλούς χώρους πολιτισμού-μουσεία- και αυτό βεβαίως δεν είναι κακό, με απόλυτη όμως εξάρτηση και με την βιωσιμότητα του να στηρίζεται στις επιχορηγήσεις, με συνέπεια στις σημερινές συνθήκες την αδυναμία τους να ανταποκριθούν σε μία ζωντανή λειτουργία, με την επιβολή μίας εσωστρεφούς νοοτροπίας και την συντήρηση νόμων που δεν επιτρέπουν, δεν δίνουν της δυνατότητα αλλαγών σε σχέση με τον τρόπο διαχείρισης του περιεχομένου τους, ώστε να ανοιχτούν σε νέες συνέργειες, ικανές να αποφέρουν έσοδα και να υποστηρίξουν την συνέχεια τους.

Αν σε αυτήν την ανεπάρκεια και την ευκαιριακή πολιτική προσθέσουμε και το έλλειμμα ενημέρωσης και κατάλληλα εξοπλισμένων με σύγχρονες πρακτικές και αναφορές των στελεχών, με τις συνήθεις αλλαγές θέσεων, αλλά χωρίς να παραλείπουμε και τους κοινωνικούς συνομιλητές που λειτουργούν ακόμη με την παραδοσιακή λογική με μόνο στόχο την οικονομική τους επιβίωση, χωρίς σχεδιασμό βιωσιμότητας τους, αρκούμενοι σε ευκαιριακές ενισχύσεις χωρίς συνέχεια, χωρίς συλλογικές δράσεις, αντιλαμβανόμαστε πόσο ήταν και είναι επιτακτική ανάγκη αλλαγής του σχεδιασμού και του τρόπου λειτουργίας και στόχευσης, όσο κόστος, κόπο και ανατροπές μπορεί να έχει.

Το μοντέλο της κεντρικής πολιτιστικής πολιτικής, δυστυχώς παραμένει ακόμη αμήχανο, υποστηρίζοντας κυρίως ότι αφορά τους εποπτευόμενους φορείς χωρίς να έχει καταφέρει να διαμορφώσει μία ανοιχτή σύγχρονη πολιτιστική πολιτική στην κοινωνία, στους δημιουργούς, στις ομάδες, στους καλλιτέχνες, χωρίς να στηρίζει ένα νέο πιο ευέλικτο σύστημα ανάπτυξης ουσιαστικών σχέσεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, στις επιχορηγήσεις, τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, στην σύνδεση του πολιτισμού με την αγορά, την επιχειρηματικότητα, δηλαδή την οικονομική ανάπτυξη.

Έτσι λοιπόν η Τ.Α. καλείται να καλύψει αυτό το κενό και να συγκροτήσει μία νέα σύγχρονη πολιτιστική πολιτική η οποία θα πρέπει να είναι από την ίδια την κοινωνία, να διαμορφώνεται και να καθορίζεται από τις σύγχρονες συνθήκες και ανάγκες, εστιάζοντας στο ρόλο της διοίκησης - της αγοράς - της κοινωνίας των πολιτών - των καλλιτεχνών και δημιουργικών ομάδων, στην πολυπολιτισμικότητα, την διαφορετικότητα.

Προσπαθήσαμε αυτά τα 7 χρόνια, και ομολογώ δεν ήταν καθόλου εύκολο, να αλλάξουμε συνήθειες χρόνων, πρακτικές παρωχημένες και να σχεδιάσουμε και να υποστηρίξουμε μια πολιτιστική πολιτική με στόχο να προσφέρει διεξόδους για την πόλη και τους πολίτες της, απάντηση στις σημερινές συνθήκες, να λειτουργήσει ως μια κοινωνική διαδραστική μηχανή παραγωγής πολιτισμού, ένα εργαστήριο εφαρμοσμένης δημιουργικότητας που απαντά στις ανάγκες και τα προβλήματα της κοινωνίας, προτείνοντας και εφαρμόζοντας λύσεις και εναλλακτικές στρατηγικές για το μέλλον, με την ενεργό συμβολή του καλλιτέχνη ως καταλύτη και του πολίτη ως συμπαραγωγού.

Στην πόλη μας, αν και η οικονομική κατάσταση παραμένει στενάχωρη, αν και η μετανάστευση των νέων ταλαντούχων παιδιών είναι μεγάλη, παραμένει ωστόσο ένα μεγάλο δυναμικό με γνώση, εμπειρίες, ενημέρωση, διάθεση για συνεργατικές πράξεις βρίσκοντας την πόλη και τους ανθρώπους της στην πιο δημιουργική τους περίοδο.

Και αυτοί οι νέοι που μας ξεπερνάνε, καθορίσανε την πολιτιστική μας πολιτική, με έμφαση στη δημιουργικότητα, την διάχυση και εξωστρέφεια του πολιτιστικού προϊόντος, την αξιοποίηση του συνόλου του πολιτιστικού δυναμικού και της συμμετοχικότητάς της στοχεύοντας στην πολιτισμική, κοινωνική, οικονομική ανάπτυξη, στην εξασφάλιση των προϋποθέσεων δημιουργίας και έκφρασης, στην διατήρηση και ένταξη ενός σύγχρονου μοντέλου σύνδεσης πολιτιστικής μνήμης και πόλης, στην χωρίς αποκλεισμούς συμμετοχή των πολιτών, στην συνολική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, στη στήριξη της πολυπολιτισμικότητας και της διαφορετικότητας στο εσωτερικό της κοινωνίας.

*Η Έλλη Χρυσίδου, είναι Εικαστικός, Αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Τεχνών του Δήμου Θεσσαλονίκης

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «ΤΥΠΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ»

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ