Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

«Πέρασε» από την Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας η Συμφωνία των Πρεσπών

Σφοδρές αντιπαραθέσεις στη Βουλή - Κόντρα Κατρούγκαλου-Καμμένου - Έντονο παρασκήνιο και πυρετώδεις διεργασίες προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλειοψηφία

Κατά πλειοψηφία πέρασε χθες από τη Διαρκή Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής το σχέδιο νόμου «Κύρωση της Τελικής Συμφωνίας για την Επίλυση των Διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 817(1993) και 845(1993), τη Λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995 και την Εδραίωση Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ των Μερών».

Η συζήτηση και επεξεργασία του σχεδίου νόμου ξεκίνησε στις 5 απόγευμα της Δευτέρας, 21 Ιανουαρίου και στο διάστημα που ακολούθησε μίλησαν 38 βουλευτές και όλοι οι εισηγητές και ειδικοί αγορητές με δικαίωμα δευτερολογίας. Η Συμφωνία των Πρεσπών εξασφάλισε πλειοψηφία από την Επιτροπή, όπως προέκυψε από τη συζήτηση και τις τοποθετήσεις των μελών της Επιτροπής.

Στην Ολομέλεια σήμερα, Τετάρτη

Το επόμενο στάδιο είναι η εισαγωγή της Συμφωνίας των Πρεσπών στην Ολομέλεια προκειμένου, σήμερα, Τετάρτη 23 Ιανουαρίου, να ξεκινήσει η συζήτηση και να ολοκληρωθεί μετά τα μεσάνυχτα της Πέμπτης 24 Ιανουαρίου προς Παρασκευή 25 Ιανουαρίου. Με βάση το άρθρο 91 παρ. 6 του Κανονισμού της Βουλής, μετά την επεξεργασία και την εξέταση του νομοσχεδίου, η αρμόδια διαρκής επιτροπή συντάσσει και υποβάλλει προς στην Ολομέλεια την έκθεσή της, στην οποία θα περιλαμβάνεται η θετική εισήγηση της επιτροπής επί του σχεδίου νόμου.

Επικαλούμενος τις τοποθετήσεις των βουλευτών που έλαβαν το λόγο από προχθές το απόγευμα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων Κ. Δουζίνας ανέφερε κλείνοντας τις εργασίες ότι προκύπτει έγκριση «κατά πλειοψηφία» του κυρωτικού προς τη Συμφωνία, νομοσχεδίου. Για «επιτυχημένη συμφωνία» μίλησε στην καταληκτική του ομιλία ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γ. Κατρούγκαλο. Νωρίτερα, εντάσεις είχαν προκαλέσει αφενός η άρνηση της κυβέρνησης να καταθέσει επίσημο έγγραφο της ΠΓΔΜ, με το κείμενο του Συντάγματος, όπως αυτό διαμορφώνεται μετά από τις πρόσφατες τροποποιήσεις οι οποίες θα πρέπει να ανταποκρίνονται στο περιεχόμενο της Συμφωνίας των Σκοπίων, αλλά και ορισμένες αναφορές του Γ. Κατρούγκαλου αναφορικά με τον «αυτοπροσδιορισμό» των γειτόνων ως προς την εθνότητα και το όνομά τους.

Γ. Κουμουτσάκος: «Συζήτηση στο κενό χωρίς το κείμενο του συντάγματος της ΠΓΔΜ»

Το συνολικό κείμενο του συντάγματος της ΠΓΔΜ, καθώς και την επιστολή παραίτησης του Νίκου Κοτζιά από το ΥΠΕΞ ζήτησε η Ν.Δ. να κατατεθούν στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής, που συνεδρίασε χθες για δεύτερη ημέρα με θέμα τη Συμφωνία των Πρεσπών. Απαντώντας ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος, εξήγησε ότι «ο συνταγματικός τύπος που ακολουθούν στη γειτονική χώρα είναι να μην ενσωματώνουν τις τροπολογίες, αλλά να τις παραθέτουν στο τέλος του συνταγματικού κειμένου. Εξάλλου, οι τροποποιήσεις στο σύνταγμα παρατίθενται στη ρηματική διακοίνωση που έχει κατατεθεί στη Βουλή», είπε. Νωρίτερα ο τομεάρχης Εξωτερικών της Ν.Δ. Γιώργος Κουμουτσάκος, επισήμανε ότι δεν μπορεί η Επιτροπή να βασιστεί μόνο στις τροπολογίες χωρίς να έχει τη συνολική εικόνα του Συντάγματος, με το προοίμιο και όλα του τα άρθρα, χαρακτηρίζοντας αδιανόητο να γίνεται συζήτηση σε ένα κενό.

Διερωτώμενος αν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αισθάνονται άνετα να ψηφίσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών, χωρίς να έχουν στα χέρια τους το σύνταγμα, σημείωσε ότι «ένα πολύ μεγάλο μέρος επιχειρηματολογίας μας διαχρονικά ήταν πως δεν φτάνει μόνο η αλλαγή του ονόματος, αλλά πρέπει αυτό να αλλάξει και στο σύνταγμα για να υπάρχει βεβαιότητα δικαίου και βεβαιότητα αλλαγής. Δεν μπορεί να συζητάμε για 2η ημέρα στην Επιτροπή, χωρίς να έχουμε το σύνταγμα». Ο κ. Κουμουτσάκος σημείωσε, ακόμα, ότι ο Πάνος Καμμένος, πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας είχε κατηγορήσει τον Νίκο Κοτζιά, πρώην υπουργό Εξωτερικών, σχετικά με την ονομασία, με την πολιτική της Ελλάδας στα Βαλκάνια και τόνισε ότι πρέπει να κατατεθεί στην Επιτροπή η επιστολή παραίτησης του κ. Κοτζιά, για να γίνει γνωστό ποια θέματα περιελάμβανε.

Κράτη και λαοί

Οι τόνοι ανέβηκαν, όταν σε παρέμβασή του ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών ανέφερε, με αφορμή την κριτική βουλευτών της αντιπολίτευσης ότι με τη Συμφωνία των Πρεσπών η Ελλάδα παραχωρεί το δικαίωμα στους γείτονες να ονομάζονται Μακεδόνες: «Η Συμφωνία δεν μπορεί να ρυθμίσει θέματα λαού ή έθνους. Ο λόγος είναι απλός: Τα κράτη αναγνωρίζουν κράτη, όχι λαούς. Τα θέματα ιθαγένειας είναι νομικά θέματα που αφορούν στον δεσμό πολίτη με κράτος, ενώ, αντιθέτως, τα θέματα εθνικής ταυτότητας και ένταξης σε μία εθνότητα είναι θέματα συνείδησης και αυτοπροσδιορισμού». Για να συνεχίσει: «Όπως έχει πολλές φορές εξηγηθεί και σαφώς αναφέρεται και στη ρηματική ανακοίνωση, η Συμφωνία δεν αναφέρεται σε εθνότητα, αλλά σε ιθαγένεια. Στο διεθνές δίκαιο δεν υπάρχουν γενικώς παραδεδεγμένα χαρακτηριστικά ή γενικά αποδεκτοί ορισμοί του έθνους ή του λαού. Το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού είναι δικαίωμα αναγκαστικού δικαίου και δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο συμβατικής ρύθμισης. Συνεπώς, η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει και δεν θα μπορούσε να αναγνωρίσει "μακεδονικό έθνος" ή "λαό" με αυτήν τη Συμφωνία».

Παρέμβαση Καμμένου

Οι αναφορές αυτές του κ. Κατρούγκαλου προκάλεσε την αντίδραση του Προέδρου των ΑΝΕΛ. Ο κ. Καμμένος που παρακολουθούσε τη συζήτηση από το γραφείο του, εισήλθε εκτάκτως στην αίθουσα της συνεδρίασης και ζητώντας το λόγο είπε: «Παρεμβαίνω διότι άκουσα τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών να δηλώνει στην Επιτροπή ότι είναι δικαίωμα τους να αυτόπροσδιορίζονται ως Μακεδονικός λαός. Εάν είναι δικαίωμά τους αυτό τότε για ποιο λόγο γίνεται η Συμφωνία; Είτε ο υπουργός θα επαναλάβει αυτό που είπε προηγουμένως και άρα δικαιώνονται οι διαφωνίες μας είτε, αν δεν είναι έτσι, να το ανακαλέσει και να πει ότι το είπε κατά λάθος».

Η απάντηση Κατρούγκαλου

Απαντώντας ο κ. Κατρούγκαλος ανέφερε: «Είπα ότι τα κράτη αναγνωρίζουν κράτη, και έχουμε επίλυση erga omnes, της ονομασίας του γειτονικού κράτους, όχι μόνο για την ονομασία αυτή καθεαυτή -Βόρεια Μακεδονία - αλλά υποχρεώνεται το γειτονικό κράτος να αλλάξει σε όλους τους δημόσιους φορείς, σε όλους τους Οργανισμούς, σε όλα τα δημόσια κτίρια, την ονομασία που έχουν τώρα, από Μακεδονία σε Βόρεια Μακεδονία. Με αυτό τον τρόπο τελειώνει η εκκρεμότητα αυτή και η μονοπώληση του ονόματος Μακεδονία από το γειτονικό κράτος. Αυτή η δέσμευση δεν αφορά μόνο δημόσιους οργανισμούς, δημόσιους φορείς, αφορά και εκείνους τους ιδιωτικούς οι οποίοι χρηματοδοτούνται από το κράτος. Οπουδήποτε λοιπόν υπάρχει ονομασία κράτους, εκεί η συμφωνία είναι ρητή». Στο πλαίσιο αυτό, επανέλαβε ότι «υπάρχει δικαίωμα ατομικού αυτοπροσδιορισμού. Στα θέματα της ταυτότητας του γειτονικού κράτους μπορούμε να επέμβουμε εκεί που αμφισβητούν τη δική μας ταυτότητα και τη δική μας ιστορία».

Η τοποθέτηση Δανέλλη

Αναφερόμενος στο ίδιο ζήτημα, ο κ. Σπ. Δανέλλης -ένα από τα πρόσωπα των οποίων το όνομα συζητήθηκε πολύ τις τελευταίες ημέρες, με επίκεντρο τη Συμφωνία των Πρεσπών και την κινητικότητα που αυτή πυροδοτεί στο πολιτικό σύστημα, είπε: «Παρότι ρητά στη Συμφωνία προσδιορίζεται ότι το Μακεδόνας αφορά στον πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας, μετά και από την πρόταση των Αλβανών βουλευτών στη Συνταγματική Αναθεώρηση, όπου ρητά αποσαφηνίζεται πως μιλάμε για υπηκοότητα - ιθαγένεια και όχι για εθνικότητα, κάθε  συζήτηση για εθνικότητα θα έπρεπε να έχει πάψει». Για να προσθέσει: «Η στοιχειώδης σύνεση και αίσθηση του εθνικού μας συμφέροντος επιβάλλει τη σταθεροποίηση και βιωσιμότητα της Δημοκρατίας αυτής. Γιατί η ιδέα της μεγάλης Αλβανίας με το Κόσσοβο και το Τέτοβο δεν έπαψε ποτέ να είναι ζητούμενο για την μεγάλη πλειοψηφία των Αλβανών. Άραγε, έχουμε αντιληφθεί σε τι πραγματικές μελλοντικές περιπέτειες αλυτρωτισμού θα μπαίναμε με μία μεγάλη Αλβανία και μία μεγάλη Βουλγαρία στα βόρεια σύνορά μας;», υποστήριξε μεταξύ άλλων ο κ. Σπ. Δανέλλης.

Κατά πλειοψηφία πέρασε χθες από τη Διαρκή Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής το σχέδιο νόμου «Κύρωση της Τελικής Συμφωνίας για την Επίλυση των Διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 817(1993) και 845(1993), τη Λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995 και την Εδραίωση Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ των Μερών».

Η συζήτηση και επεξεργασία του σχεδίου νόμου ξεκίνησε στις 5 απόγευμα της Δευτέρας, 21 Ιανουαρίου και στο διάστημα που ακολούθησε μίλησαν 38 βουλευτές και όλοι οι εισηγητές και ειδικοί αγορητές με δικαίωμα δευτερολογίας. Η Συμφωνία των Πρεσπών εξασφάλισε πλειοψηφία από την Επιτροπή, όπως προέκυψε από τη συζήτηση και τις τοποθετήσεις των μελών της Επιτροπής.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ