Στα συμπεράσματα της έκθεσης επισημαίνεται ότι «η κατάσταση της οικονομίας κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2013 παραμένει κρίσιμη και πολλά προβλήματα δεν έχουν ξεπερασθεί. Μάλιστα, λόγω της αποχώρησης ενός εκ των τριών κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού, αναζωπυρώθηκε προς στιγμήν η συζήτηση για την τύχη του προγράμματος προσαρμογής και τις μελλοντικές εξελίξεις».
Επίσης, τονίζεται ότι μετά τον τελευταίο γύρο διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους της τρόικας, η Ευρωομάδα αποφάσισε να χορηγήσει στην Ελλάδα και το επόμενο τμήμα της βοήθειας σε δύο δόσεις (€ 4 δισ. τον Ιούλιο και € 1 δισ. τον Οκτώβριο 2013) υπό την προϋπόθεση ότι θα εκπληρωθούν διάφορα προαπαιτούμενα στον τομέα των μεταρρυθμίσεων.
Οι συντάκτες της έκθεσης επισημαίνουν ότι αναμένονται διορθωτικά μέτρα «για να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα εντός του 2013. Παρά τις διπλωματικές διατυπώσεις των σχετικών δηλώσεων της Ευρωομάδας και του Δ.Ν.Τ. (για το δικό του μερίδιο ευθύνης) είναι φανερό ότι η Τρόικα έχει επιλέξει την πίεση μέσω των χρηματοδοτήσεων αντί της προκαταβολικής εμπιστοσύνης ότι η ελληνική πλευρά θα εφαρμόσει όσα έχουν συμφωνηθεί μαζί της. Βέβαια, έχει υπάρξει πρόοδος στη δημοσιονομική πτυχή του προγράμματος προσαρμογής».
Εκφράζεται, επίσης, η πεποίθηση ότι η χώρα έχει καταφέρει να μειώσει το έλλειμμα και να βρίσκεται πολύ κοντά σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2013. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι:
• Οι δημόσιες επενδύσεις περικόπτονται συνεχώς παρασύροντας (μαζί με άλλους παράγοντες) και τις ιδιωτικές προς τα κάτω,
• Βασικά θεσμικά-διαρθρωτικά προβλήματα εξακολουθούν να αποτελούν απειλή για το μέλλον (π.χ. η φοροδιαφυγή και τα ασφαλιστικά ταμεία) και
• Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι το κράτος εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του έναντι των προμηθευτών και ότι ο ΕΟΠΠΥ και τα ασφαλιστικά ταμεία συσσώρευαν ελλείμματα.
Όπως αναφέρεται, αυτά «ανέδειξαν διάφορα παθολογικά χαρακτηριστικά των κρατικών θεσμών: την αδυναμία τους να προβλέπουν αξιόπιστα τις επιπτώσεις διαφόρων μέτρων (π.χ. τη διεύρυνση των παροχών υγείας) και την αδυναμία τους να παρεμβαίνουν έγκαιρα και διορθωτικά».
Γίνεται, επίσης, λόγος για άλλες εκκρεμότητες σχετικές με τη φορολογία που τροφοδοτούσαν τις αβεβαιότητες, κάτι το οποίο σημειώνεται ότι δυσκολεύει την ανάκαμψη, ενώ γίνεται και αναφορά στην εκτίμηση του εκπροσώπου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Τζέρι Ράις ότι θα υπάρξει μετά τον Ιούνιο του 2014 «χρηματοδοτικό κενό».
Δεν υπάρχουν περιθώρια για νέα μέτρα λιτότητας
Οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν ακόμη: «Εκτιμούμε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια να καλυφθεί με νέα μέτρα λιτότητας. Στο σημερινό πλαίσιο πολιτικής, οι εταίροι στην ΕΕ δεν αποκλείουν πρόσθετη χρηματοδοτική συνδρομή προς την Ελλάδα μετά το τέλος του σημερινού προγράμματος, αλλά υπό όρους που αφορούν κυρίως στις μεταρρυθμίσεις. Επομένως, η περίοδος έως το 2014 είναι η τελευταία ευκαιρία για να αποφύγουμε χειρότερη κρίση.
» Διαφορετικά, η Ελλάδα θα πρέπει μετά τον Ιούνιο του 2014 να προσφύγει στις διεθνείς αγορές και θα αναγκασθεί να πληρώσει υψηλότερα επιτόκια, αν φυσικά μπορέσει να αντλήσει πόρους. Διότι, αν έως τότε δεν έχει βρεθεί κάποια λύση για το χρέος, δύσκολα θα προθυμοποιηθούν οι δανειστές να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα. Το θέμα έχει τεθεί και στα κοινοτικά όργανα και σε χώρες όπως η Γερμανία».
Σε ό,τι έχει να κάνει με τις μεταρρυθμίσεις, επισημαίνεται ότι στον τομέα αυτό εμφανίζεται «η μεγαλύτερη υστέρηση, και σε ορισμένες περιπτώσεις προχειρότητα» και πως ο τελευταίος γύρος των «διαπραγματεύσεων» με την τρόικα απλά επιβεβαίωσε τις υστερήσεις, ενώ οι περιπτώσεις της ΕΡΤ (η εξυγίανση της οποίας ήταν επιβεβλημένη) και της Δημοτικής Αστυνομίας έδειξαν ότι οι υστερήσεις στο τέλος οδηγούν σε κινήσεις που δεν φαίνεται να εντάσσονται σε ένα γενικότερο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.
Σύμφωνα με την έκθεση, «η ελληνική πλευρά δεν είχε καταφέρει να ανταποκριθεί έγκαιρα σε πολλές δεσμεύσεις της για το πρώτο εξάμηνο του 2013 ενώ διαφαινόταν ανάλογη εξέλιξη για ολόκληρο το 2013». Μετά τον ανασχηματισμό του Ιουνίου η Κυβέρνηση φέρεται να ζήτησε νέα διορία για την εφαρμογή διαφόρων μέτρων (ιδίως στη Δημόσια Διοίκηση). Έτσι, λίγο πριν από τη συνεδρίαση των υπουργών της Ευρωομάδας (στις 8 Ιουλίου) διαπιστώθηκε ουσιαστικά μεν η μη εκπλήρωση «προαπαιτουμένων» για την επόμενη δόση, αλλά δόθηκε πίστωση χρόνου στην ελληνική πλευρά που επιχείρησε αλλά δεν κατάφερε να εξαλείψει σημαντικές εκκρεμότητες την τελευταία στιγμή. Τονίζεται ακόμη ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα φανεί εάν η κυβέρνηση θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις νέες προθεσμίες.
Οι συντάκτες της έκθεσης επισημαίνουν επίσης ότι «στα μέσα του 2013 ο κατάλογος των υστερήσεων ήταν μεγάλος. Πυρήνα των μεταρρυθμίσεων αποτελούν οι στόχοι της μείωσης του κράτους, της αποτελεσματικότερης λειτουργίας του και της παροχής καλών υπηρεσιών. Προς τον σκοπό αυτόν άλλωστε προσφέρεται πολυσχιδής τεχνική βοήθεια επί τόπου και εξ αποστάσεως (Task Force, O.O.Σ.Α., Δ.Ν.Τ. κλπ). Οι σπουδαιότερες υστερήσεις σημειώνονται σε Δημόσια Διοίκηση, Δικαιοσύνη, αποκρατικοποιήσεις, φορολογικό σύστημα, υγεία και εκπαίδευση».
Αναφέρουν, επίσης, ότι «οι μεταρρυθμίσεις αυτές απαιτούν χρόνο, π.χ. η μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων και ο εκσυγχρονισμός της Διοίκησης. Ας σημειωθεί ότι η μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων δεν λύνει ζητήματα διαφθοράς, αναποτελεσματικότητας και σπατάλης. Εκτός τούτου, πρέπει να προηγηθεί η αξιολόγηση υπηρεσιών και ατόμων. Πιθανόν, ένα λάθος ήταν ότι δεν ολοκληρώθηκε η εφαρμογή πιλοτικών προγραμμάτων σε συγκεκριμένα υπουργεία και φορείς. Η συζήτηση εστιάσθηκε στην 'κινητικότητα' και στις απολύσεις ενώ λίγα πράγματα έχουν γίνει για την κατάργηση ή αναμόρφωση των κανόνων του 'παιχνιδιού', των δομών και 8 των διαδικασιών που αποτελούν το ευνοϊκό έδαφος για διαφθορά και αναποτελεσματικότητα».
Όπως υπογραμμίζεται, οι υστερήσεις σε προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις δεν αποτελούν μόνο ελληνική ιδιαιτερότητα, αλλά παρόμοιες αβεβαιότητες σημαδεύουν την πολιτική προσαρμογής της Πορτογαλίας, της Ιταλίας και της Γαλλίας και επομένως, απαιτούν γενικότερες εξηγήσεις πέρα από τις όποιες διαχειριστικές ανεπάρκειες αξιωματούχων.
Οι συντάκτες υποστηρίζουν ότι όπως έχουν αναλύσει στην προηγούμενη έκθεσή τους, «οι μεταρρυθμίσεις (όπως και η δημοσιονομική εξυγίανση) συνεπάγονται διαφορετικά οφέλη και κόστη για τις κοινωνικές ομάδες, αβεβαιότητες για το
μέλλον και οπωσδήποτε, ιδεολογικές προκλήσεις. Σε απλούστερη διατύπωση εξυπηρετείται ένα πολύμορφο πλέγμα συμφερόντων πχ. από την αδυναμία της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής, τη διαφθορά, τη σπατάλη στο Δημόσιο κλπ».
Αλλαγή του φορολογικού συστήματος
Επισημαίνουν ακόμη ότι «η αλλαγή του φορολογικού συστήματος της Ελλάδας έπρεπε να είναι εξ αρχής η πρώτη προτεραιότητα της πολιτικής οικονομικής προσαρμογής. Στην πραγματικότητα ελήφθησαν στο παρελθόν διάφορα φορολογικά μέτρα αποσπασματικά και με εισπρακτικό στόχο. Οι συχνές αλλαγές σε συνδυασμό με τη γενικότερη ακαταστασία στη δημόσια οικονομία απέτρεπε γενικά σοβαρές παραγωγικές επενδύσεις και ευνοούσε μια εκτεταμένη προσοδοθηρία. Η σταθερότητα του φορολογικού συστήματος είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη.
» Εκτιμούμε, ότι η ριζική αναδιάρθρωσή του φορολογικού συστήματος μπορεί να γίνει αντικείμενο μιας διεξοδικής διαβούλευσης με την συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής, παρά τις αναπόφευκτες διαφοροποιήσεις των κομμάτων. Δ.Ν.Τ. και Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζονται και παραδίδουν στις αρμόδιες υπηρεσίες ολοκληρωμένες προτάσεις φορολογικής μεταρρύθμισης. Προς την ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και η Task Force.
» Κλειδί για τον εκσυγχρονισμό είναι η δημιουργία προϋποθέσεων για την αποτροπή πολιτικών-κομματικών παρεμβάσεων. Συνολικά η φορολογική διοίκηση θα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο μακριά από την (εκάστοτε) κυβέρνηση, η οποία βεβαίως έχει άλλη αποστολή: Να θέτει σταθερούς, λογικούς και εφαρμόσιμους κανόνες παιχνιδιού. Επίσης, θα πρέπει να εκδικάζονται ταχύτερα οι φορολογικές υποθέσεις και να καλλιεργείται φορολογική συνείδηση.
» Ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε με τον ορισμό του μόνιμου Γενικού Γραμματέα εσόδων (βλ. πρώτη έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους) και με τον πρόσφατα ψηφισθέντα Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος στις 17 Ιουλίου 2013».
Στο σημείο αυτό τονίζουν ότι «η επιστροφή σε διατηρήσιμη ανάπτυξη θα αποδειχθεί απατηλό όραμα αν δεν εφαρμοστούν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις. Όσο καιρό διαπιστώνεται από παντού εκτεταμένη διαφθορά στο Δημόσιο, η Δικαιοσύνη υπολειτουργεί και το φορολογικό σύστημα παραμένει ασταθές, δύσκολα θα επενδύονται παραγωγικά κεφάλαια στην Ελλάδα.
» Η μεταρρυθμιστική υστέρηση μαζί με άλλες δημοσιονομικές αστοχίες θα μπορούσαν να καταλήξουν σε νέα κρίση στις σχέσεις με την ΕΕ με αποτέλεσμα ενδεχομένως να διακοπεί η στήριξη της χώρας που τώρα περιλαμβάνει όχι μόνο τον πρωτοφανή κρατικό δανεισμό, αλλά και τις διευκολύνσεις του συστήματος Target 2 (της ΕΚΤ), χρηματοδοτήσεις από την ΕΤΕπ, διμερή σχέδια δανεισμού κλπ.
» Επίσης, οι συνεχείς διαπραγματεύσεις και μάλιστα της τελευταίας στιγμής και οι σπασμωδικές κινήσεις απλά τροφοδοτούν την αβεβαιότητα.
» Από την άλλη μεριά, αναλήφθηκαν πρωτοβουλίες που έτειναν να βελτιώσουν το οικονομικό κλίμα και να επηρεάσουν θετικά την πορεία της οικονομίας. Ξεχωρίζουν η δημιουργία επενδυτικού ταμείου για τις ΜμΕ, η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 23% στο 13% από τον Αύγουστο του 2013, οι συμφωνίες και επενδύσεις της Cosco και ο αγωγός ΤΑΡ.
» Το ερώτημα είναι αν αρκούν για την επιστροφή στην ανάπτυξη. Όπως σημειώσαμε η έξοδος από την ύφεση απαιτεί την αναθέρμανση της επενδυτικής δραστηριότητας. Η πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων στην Ελλάδα με επαφές σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο είναι σωστή. Διαπιστώνουμε ότι ο πρωθυπουργός πρωτοστατεί στην οικονομική διπλωματία! Αλλά αυτές οι κινήσεις θα αποδώσουν περισσότερο αν υπάρξει ουσιαστική πρόοδος σε ορισμένους μεταρρυθμιστικούς τομείς (κανονιστική ρύθμιση, υποδομές, Δικαιοσύνη κλπ).
» Από πλευράς πιθανών επενδυτών φαίνεται ότι υπάρχει ενδιαφέρον για επενδύσεις στην Ελλάδα, όμως τηρείται στάσης αναμονής περιμένοντας να σταθεροποιηθεί η οικονομική πορεία.
» Τέλος, αγκάθι στην όλη προσπάθεια παραμένει η διάχυτη αίσθηση άνισης μεταχείρισης των πολιτών, πράγμα που ανέδειξε και η συζήτηση στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής για την πρώτη μας έκθεση. Η κυβέρνηση στέλνει αμφίσημα μηνύματα στην κοινωνία. Αυτό δείχνουν οι δυστοκίες γύρω από τη «λίστα Λαγκάρντ», οι καθυστερημένες αναζητήσεις πληροφοριών για εξωχώριες (offshore) εταιρείες, η δυστοκία στη φορολόγηση σκαφών, ακόμη και η δυστοκία στο φορολογικό κ.ά.».
ΣΥΡΙΖΑ: Αποδομείται το περίφημο success story της κυβέρνησης
«Τόσο η Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, όσο και η ΕΛΣΤΑΤ αποδομούν πλήρως το περιβόητο success story της κυβέρνησης, το οποίο μεταφράζεται σε δραματική συρρίκνωση των εισοδημάτων και των κοινωνικών παροχών και χειροτέρευση της κατάστασης το επόμενο διάστημα», αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ και προσθέτει:
«Αν κάτι έχει γίνει παραπάνω από αντιληπτό είναι ότι το φάρμακο που έχει επιλεχθεί από την τρόικα και την κυβέρνηση για την κρίση χρέους, όχι μόνο δεν θεραπεύει το πρόβλημα, αλλά σκοτώνει και τον ασθενή.
» Την ίδια στιγμή, όμως, που η κοινωνία ασφυκτιά από τις καταστροφικές επιπτώσεις της μνημονιακής πολιτικής, η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να συνεχίσει με κάθε κόστος τον αδιέξοδο δρόμο της λιτότητας. Οι προωθούμενες απολύσεις στο δημόσιο τομέα κατʼ εντολή της τρόικας δείχνουν ότι ο μνημονιακός οδοστρωτήρας δεν αφήνει παρά συντρίμμια στο δρόμο του. Η ισοπέδωση του δημόσιου τομέα δεν συνιστά μεταρρύθμιση που θα φέρει την ανάπτυξη, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Απονεκρώνει τα σχολεία, τα νοσοκομεία, τα υπουργεία, τους ΟΤΑ και στρέφεται ενάντια σε κάθε προοπτική ανασυγκρότησης της χώρας.
» Αδιάφορη για το κόστος της πολιτικής της, απομονωμένη από την κοινωνία, αντιμέτωπη με τα μνημονιακά της αδιέξοδα, η κυβέρνηση αποδομείται καθημερινά. Ο πολιτικός της χρόνος τελειώνει και αυτό δεν σώζεται με απειλές διαγραφών βουλευτών. Όταν έχεις την πλειοψηφία της κοινωνίας απέναντί σου, οι μέρες της εξουσίας σου είναι μετρημένες, καταλήγει η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ανεξάρτητοι Έλληνες: «Προχειρότητα και δήθεν διαπραγματεύσεις με την Τρόικα»
Σχολιάζοντας τη δημοσίευση της έκθεσης του γραφείου παρακολούθησης Κρατικού Προϋπολογισμού της Βουλής που αξιολογεί αρνητικά μεταξύ άλλων και τις πρόσφατες μαζικές διαθεσιμότητες δημοσίων υπαλλήλων, η αναπληρώτρια Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Ανεξάρτητων Ελλήνων, Τομεάρχης Εσωτερικών - Δημόσιας Διοίκησης και Βουλευτής Μαγνησίας Μαρίνα Χρυσοβελώνη δήλωσε τα εξής:
«Η έκθεση αυτής της ανεξάρτητης υπηρεσίας της Βουλής έρχεται να επιβεβαιώσει όσα λέμε οι ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ εδώ και ένα χρόνο. Όπως τονίζουν οι εξειδικευμένοι επιστήμονες και καθηγητές πανεπιστημίου που συμμετείχαν στην έκδοση αυτή, ο τελευταίος γύρος συζητήσεων της Ελληνικής κυβέρνησης με την Τρόικα όντως αποτέλεσε «διαπραγμάτευση», μέσα σε πολλά ακόμη εισαγωγικά θα προσέθετα εγώ.
» Το γεγονός βέβαια ότι κάποιος ανεξάρτητος Ελληνικός φορέας αναγνωρίζει ρητά την προχειρότητα των αρμοδίων υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης στον χειρισμό του θέματος της Δημοτικής Αστυνομίας δεν είναι δυστυχώς τίποτα άλλο από «παρηγοριά στον άρρωστο».
» Η θεραπεία του Ελληνικού προβλήματος είναι ριζική και απαιτεί την απελευθέρωση της πατρίδας μας από το άγος των μνημονίων, όσο υπάρχει ακόμα χρόνος».