Στο πόρισμά του ο κ. Παναγιωτόπουλος δέχεται ως πιο πειστικούς τους ισχυρισμούς του κ. Αποστολόπουλου και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ουδέποτε είχε αληθή και σπουδαία πρόθεση προσφοράς του χρηματικού ποσού». Ο εισαγγελέας επισημαίνει ότι και ο επιχειρηματίας είχε παγιδεύσει τον χώρο κατά τη συνάντησή του με τον Παύλου Χαϊκάλη. «Ο δράστης ενός σοβαρού κακουργήματος δεν μπορεί να προσλαμβάνει μάρτυρες που θα παρακολουθούσαν τα γεγονότα, να τους εγκαθιστά σε θέση που βλέπουν τα πάντα, να τοποθετεί συσκευή παρακολούθησης κάτω από το τραπέζι και να εγκαθιστά κάμερα για να καταγράφει το έγκλημα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, στο εισαγγελικό πόρισμα αποδομούνται ένας προς έναν οι ισχυρισμοί του Παύλου Χαϊκάλη και εκφράζεται η απορία γιατί οι δύο «πρωταγωνιστές» της υπόθεσης «δεν προσήλθαν στις αρμόδιες αρχές που είχαν την τεχνογνωσία να χειριστούν την υπόθεση». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, ο κ. Χαϊκάλης την πρώτη φορά προσήλθε να καταθέσει στις Αρχές γνωρίζοντας ότι τον είχε καταγράψει ο Αποστολόπουλος, ενώ ο εισαγγελέας διερωτάται για την ανησυχία του κ. Χαϊκάλη να καταθέσει άμεσα στις 6 Δεκεμβρίου, εκφράζοντας υποψία για την τυχόν ύπαρξη αποδεικτικού υλικού σε βάρος του με την οποία θα εμφανιζόταν να λαμβάνει χρήματα. Ως προς τον ισχυρισμό του βουλευτή των ΑΝΕΛ ότι ο επιχειρηματίας δεν προσήλθε στο ραντεβού τους, καθώς είχε «διαρρεύσει» το όνομά του, ο εισαγγελέας Εφετών υποστηρίζει ότι δεν ευσταθεί, καθώς την επίμαχη ημέρα και ώρα κανείς, ούτε η Εισαγγελία ούτε η Αστυνομία, γνώριζαν τα στοιχεία της ταυτότητας του ατόμου που θα εμφανιζόταν. «Κατά τον εισαγγελέα, η μη προσέλευση του Γ. Αποστολόπουλου οφείλεται στο ότι ουδέποτε είχε αληθή και σπουδαία πρόθεση εμφάνισης σε αυτή και προσφοράς του χρηματικού ποσού».