Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Δημήτρης Σωτάκης: «Η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος να δραπετεύω»

Στο λογοτεχνικό του σύμπαν μάς ξενάγησε ο συγγραφέας στη σύντομη στάση του στην πόλη μας

Συνέντευξη στη ΛΕΜΟΝΙΑ ΒΑΣΒΑΝΗ

Οι ήρωές του σίγουρα δεν λησμονιούνται. Τα βιβλία του επίσης. Όταν δεν γράφει, διδάσκει κινέζικα (!). Επικοινωνιακός, με χιούμορ και ετοιμόλογος ο Δημήτρης Σωτάκης είναι ο ιδανικός συνομιλητής. Τον συναντήσαμε το μεσημέρι της Πέμπτης στη στάση που έκανε στην πόλη μας στο δρόμο του για την Ξάνθη όπου την Παρασκευή θα παρουσίαζε το τελευταίο του βιβλίο «Ο κανίβαλος που έφαγε έναν Ρουμάνο» (εκδ. Κέδρος). Η Ρουμανία, οι παράξενοι ήρωες των μυθιστορημάτων του και η λογοτεχνία ήταν μερικά μόνο από τα θέματα για τα οποία μάς μίλησε.

-Οι ήρωές σας πώς γεννιούνται; Ο ένας ανοίγει ένα σούπερ μάρκετ σε ένα ερημονήσι, άλλος γίνεται κανίβαλος και ένας τρίτος δέχεται νυχτιάτικα την επίσκεψη του Μάικλ Τζάκσον…

-Είναι ψυχοπαθείς ή εγώ μάλλον (γέλια)… Oι ήρωές μου είναι άνθρωποι προβληματικοί με μια πρώτη ματιά, αλλά συμπαθείς. Δεν ενοχλούν κάποιον. Υπό αυτή την έννοια τους συμπονώ, τους κατανοώ. Δεν είμαι εγώ οι ήρωες. Ίσως είναι μια παρέκκλιση του εαυτού μου. Όμως η ηθική των ηρώων μου δεν είναι αναγκαστικά και η δική μου ηθική. Για μένα η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος για να δραπετεύω από μια μέτρια ζωή. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ζούμε και καμιά συναρπαστική ζωή. Άρα η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος φυγής.  Προσωπικά δεν θέλω να γράφω κάτι που ζω εγώ πχ σε μια ρεαλιστική συνθήκη ότι παίρνω το λεωφορείο πάω στη δουλειά κλπ. Βέβαια υπάρχουν και εξαιρετικά κείμενα τέτοιου είδους. Εγώ όμως δημιουργώ κόσμους κατ’ επίφαση πραγματικούς. Τα βιβλία μου είναι παράξενα, αλλά για εμάς γράφω, για το πώς διαχειριζόμαστε τη ζωή μας, το τι κάνουμε με τον εαυτό μας.

-Στον «Κανίβαλο που έφαγε έναν Ρουμάνο» τι θέλατε να πείτε;

-Το τελευταίο βιβλίο μου νομίζω διαφοροποιείται από τα προηγούμενα, ακόμη και η ίδια η πλοκή της ιστορίας δεν θυμίζει κάτι που να έχω κάνει στο παρελθόν, αλλά κι εγώ έχω μετακινηθεί. Το βιβλίο σχετίζεται περισσότερο με το τι θέλω να πω, να φύγω από το δικό μου πια στερεότυπο για το κυνήγι της ευτυχίας, το τι θυσιάζουμε για να κερδίσουμε κάτι άλλο όπως συνέβη στην «Ιστορία ενός σούπερ μάρκετ» και στο «Θαύμα της αναπνοής». Αυτή τη φορά μιλάω για τους ρόλους που παίζει ο καθένας μας. Πχ είμαι πατέρας, γιος, εραστής. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Πώς φιλτράρονται και τι επιθυμίες κρύβουν και πόσο πιστός μπορεί να είναι κανείς σε αυτόν τον κοινωνικό κανόνα; Κάπως έτσι λειτουργεί το βιβλίο.

-Και τη Ρουμανία; Πώς την επιλέξατε;

-Η επιλογή είναι εκλογικευμένη. Δεν ήθελα πχ ο ήρωας να είναι από τη δυτική Ευρώπη πχ από το Βέλγιο, ούτε και να είναι γείτονάς μας πχ από τη Βουλγαρία, οπότε η Ρουμανία μου φάνηκε μια πολύ καλή λύση. Είναι μια μεγάλη χώρα, όχι και τόσο μακριά μας και δεν είναι πολύ γνωστή στην Ελλάδα.

-Την έχετε επισκεφθεί;

-Όχι, δεν έχω πάει ποτέ. Μόνο περιφερειακά στα Βαλκάνια ταξίδεψα επειδή αρκετά από τα βιβλία μου έχουν μεταφραστεί, αλλά στη Ρουμανία όχι. Ίσως τώρα!

-Τα βιβλία σας έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, σερβικά, τουρκικά, ολλανδικά, ιταλικά και κινεζικά. Πώς είναι να βλέπει κανείς τον λόγο του, τα έργα του να κυκλοφορούν σε άλλες χώρες;

-Είμαι πολύ χαρούμενος που συμβαίνει αυτό τα τελευταία χρόνια. Δουλεύεις μόνος σου στη μοναξιά ενός δωματίου και εκφράζεις εσένα, και ενδεχομένως και κάποιους άλλους, και ξαφνικά ταξιδεύεις στη Γαλλία, στην Κίνα και σου μιλάνε για κομμάτια από τα έργα σου. Είναι φανταστικό συναίσθημα!

-Υπάρχει κάποιο σχέδιο για επόμενη μετάφραση βιβλίου σας;

-Ναι! «Η ιστορία ενός σούπερ μάρκετ» βγαίνει τώρα στη Σερβία και «Ο Κανίβαλος που έφαγε έναν Ρουμάνο» θα βγει στη Γαλλία σύντομα.

-Πιστεύετε πως οι συνθήκες που επικρατούν γύρω μας  επηρεάζουν έναν συγγραφέα;  Για παράδειγμα αν ζούμε σε πιο δύσκολες συνθήκες, αυτό που γράφουμε θα έχει περισσότερη ουσία;

-Ναι, αν και εγώ δεν γράφω ποτέ με γνώμονα το ρεαλιστικό. Όμως όλοι μας ζούμε σε ένα περιβάλλον από το οποίο δεν μπορούμε να αποκοπούμε, όσο και να λέμε «Εμένα δεν με αφορά αυτό, ζω στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη ή οπουδήποτε». Μπορεί θεωρητικά να ζεις σε έναν δικό σου χώρο, αλλά όσο και να μην το θέλεις, υπάρχει επιρροή από την ατμόσφαιρα που ζεις, από το τι ακούς, έστω και υποσυνείδητα. Άρα ναι, είναι και οι συνθήκες που διαμορφώνουν το τι γράφουμε.

-Γυρνώντας πίσω στον χρόνο στην «Πράσινη πόρτα» και φτάνοντας μέχρι τον «Ρουμάνο» τι έχει αλλάξει;

-Στην ουσία κι εμείς αλλάζουμε. Αν δεις την ζωή σου σε 15 χρόνια θα έχει αλλάξει. Αν δεν έχει αλλάξει αυτό είναι λίγο ανησυχητικό. Δεν θα έχει καθόλου χαρά, κι αν έχει χαρά θα είναι λίγο ψυχαναγκαστική.

Η ζωή μας έχει μεταβληθεί. Δεν έχει σημασία αν το συναίσθημα είναι καλύτερο ή χειρότερο. Η αλλαγή υφίσταται. Έτσι και με τα βιβλία. Καταρχάς τότε ήταν τόσο νωρίς και παρόλο που είχα ένα δικό μου ύφος, δεν είχα βρει ένα δικό μου στίγμα, όπως τώρα. Τότε έλεγαν πχ ο μικρούλης έγραψε αυτό…

-Πώς ασχοληθήκατε με την λογοτεχνία; Τι κάνατε πριν;

-Έκανα εμπόριο όπλων (γέλια)… Όχι φυσικά! Είχα σπουδάσει για χρόνια μουσική στο Λονδίνο, αλλά δεν έγινε κάτι με αυτό. Από μικρούλης έγραφα ιστορίες και το 1997 στα 24 μου χρόνια είχε βγει ένα βιβλίο μου που λέγονταν «Το σπίτι». Μετά από 5 χρόνια βγήκε και «Η πράσινη πόρτα». Αλλά αυτός ο σπόρος υπήρχε πάντα. Δεν αποφασίζεις να γίνει συγγραφέας. Επίσης αν έχεις γράψει ένα βιβλίο δεν είσαι συγγραφέας. Για να κάνεις μια καριέρα δεν φτάνει αυτό. Πρέπει να έχεις μια πορεία και μια σταθερότητα. Αλλά για να το αποφασίσεις, πρέπει να το αποφασίσουν και οι άλλοι. Πρέπει να υπάρχουν αναγνώστες και ανταπόκριση. Διαφορετικά φτάνουμε σε άλλα όρια.

-Από τη λογοτεχνία τι προτιμάτε και τι αποφεύγετε;

-Νομίζω πως αρκετοί, όσο ήμασταν σε μικρότερη ηλικία μάς άρεσε ένας συγγραφέας και παίρναμε όλα τα βιβλία του, αλλά όσο περνούν τα χρόνια έχω περισσότερο αγαπημένα βιβλία και όχι τόσο αγαπημένους συγγραφείς. Αποκλείεται η συνολική δουλειά ενός συγγραφέα να είναι καταπληκτική εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Τα δικά μου τα βιβλία δεν είναι όλα ισότιμα. Και αυτό δεν είναι σεμνότυφο.

-Οπότε ποια είναι τα αγαπημένα σας βιβλία;

-Κάποια του Χούλιο Κορτάσαρ, του Τόμας Μπέρνχαρντ, του Μαξ Φρις, φυσικά με έχει επηρεάσει ο Κάφκα, αλλά όχι στο βαθμό που νομίζουν αρκετοί. Στα δικά μας μου αρέσει ο Εμμανουήλ Ροΐδης, ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, ο Χρήστος Αστερίου και ο Παύλος Μάτεσις.

-Τώρα τι διαβάζετε;

-Ένα βιβλίο που μου έστειλε ο Γιώργος Τσακνιάς από τις εκδόσεις Κίχλη που λέγεται «Η πίπα του Στάλιν και άλλα (αντι)σοβιετικά ανέκδοτα». Είναι ένα ευχάριστο δοκίμιο για τα σοβιετικά ανέκδοτα που λέγονταν επί εποχής Σοβιετικής Ένωσης και πόσο επηρέασαν την κοινή γνώμη.

-Αν μπορούσατε να ταξιδέψετε στον χρόνο, με ποιους συγγραφείς θα δειπνούσατε και γιατί;

-Κατ’ αρχάς θα επέλεγα έναν συγγραφέα που να τρώει αρκετά. Δεν μπορώ τους ανθρώπους που λένε πως θα πάνε για φαγητό και δεν τρώνε. Ας πούμε ο Κάφκα δεν νομίζω να έτρωγε ιδιαίτερα (γέλια).. Θα διάλεγα λοιπόν λατινοαμερικάνους από τον μαγικό ρεαλισμό πχ τον Μάρκες και όλη αυτή την παρέα που έπινε και έτρωγε.

-Έχετε social media;

-Έχω facebook αλλά  99% το χρησιμοποιώ για την δουλειά μου. Μπορεί ο κόσμος να με βρει εκεί. Όμως απέχω συνειδητά από ό,τι έχει να κάνει με την πολιτική. Και μερικές φορές σιχαίνομαι, αυτή την παρακμή του facebook, αλλά τελικά αν ξέρεις να το διαχειριστείς είναι ένα οκ εργαλείο.

-Επηρεάζεστε από τους αναγνώστες;

-Τι σημαίνει πραγματική επιρροή; Το ότι την επόμενη φορά που γράφω έχω ήδη σχηματίσει απόψεις από τους άλλους; Δεν ξέρω πόσο λειτουργικό μπορεί να γίνει, αλλά τα αυτιά μου είναι ανοιχτά.

Σημείωση: Ευχαριστούμε το Public Τσιμισκή για την φιλοξενία.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιακουμάκης για τις επιθέσεις εναντίον του: «Μακάρι αυτοί να βρουν το νόημα της ζωής»
Τι απάντησε ο ποδοσφαιριστής μετά τις διαδικτυακές επιθέσεις που δέχτηκε λόγω του χαμένου πέναλτι στον αποκλεισμό της Εθνικής Ελλάδος από τη Γεωργία
Γιακουμάκης για τις επιθέσεις εναντίον του: «Μακάρι αυτοί να βρουν το νόημα της ζωής»