Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Δαμιανός Κωνσταντινίδης: «Φιλοδοξώ να κάνω ένα θέατρο που να αφορά εμάς σήμερα»

Ο σκηνοθέτης μίλησε για το «Las Visitadoras» που ανεβαίνει στη Μικρή Σκηνή και είναι εμπνευσμένο από μυθιστόρημα του Mario Vargas Lliosa

Συνέντευξη στην Λεμονιά Βασβάνη

Μετά την επιτυχημένη και πολυσυζητημένη παράσταση «Λούνα» ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης επιστρέφει με μια εντελώς διαφορετική πρόταση: ανεβάζει τη μουσική παράσταση με στοιχεία καμπαρέ και μιούζικαλ και τίτλο «Las Visitadoras» που το ύφος της θυμίζει την κωμωδία και σάτιρα των Monty Python (όπως ειδικότερα τους γνωρίσαμε μέσα από το «βλάσφημο» αριστούργημά τους «Life of Brian»).

Πρόκειται για το μυθιστόρημα του Mario Vargas Lliosa «Pantaleόn y las visitadoras» (Ο Πανταλέων και οι επισκέπτριες), το οποίο ο τιμώμενος με Νόμπελ Λογοτεχνίας συγγραφέας εμπνεύστηκε από πραγματικά γεγονότα. Η υπόθεση αναφέρεται στην Μυστική Υπηρεσία Ιερόδουλων Las Visitadoras που τα άτομα που την απαρτίζουν ανακουφίζουν τους συνοριοφύλακες του Περουβιανού Αμαζονίου από τις ερωτικές ανάγκες τους. Η ιδέα ξεκινάει από τον στρατό λόγω της ανησυχητικής αύξησης των βιασμών των ιθαγενών γυναικών από τους συγκεκριμένους συνοριοφύλακες. Τελικά η υπηρεσία αυτή θα γίνει ο πιο αποτελεσματικός τομέας των ενόπλων δυνάμεων του Περού. Ο σκηνοθέτης μιλώντας στο TyposThes λίγο πριν ανοίξει η αυλαία της θεατρικής παράστασης που έχει οριστεί για τις 12 Μαρτίου στην Μικρή Σκηνή (Επταλόφου 14, Θεσσαλονίκη) είπε πως στόχος του είναι να κάνει «ένα θέατρο που να αφορά εμάς σήμερα και να αντανακλά τα προβλήματα με τα οποία έρχεται σήμερα αντιμέτωπη η κοινωνία μας». Όπως συμπλήρωσε: «Το μυθιστόρημα του Mario Vargas Llosa θυμίζει σε αρκετά σημεία την επικαιρότητά μας στην πιο θλιβερή και αποτρόπαια μορφή της (βιασμοί, γυναικοκτονίες, θρησκευτική μισαλλοδοξία, «οπαδικός» φανατισμός…), ενώ η διαχείρισή τους από τους ιθύνοντες και οι προτεινόμενες λύσεις μόνο το γέλιο  μπορούν να προκαλέσουν».  Τόνισε ότι θέλει να «αναμετριέμαι με διαφορετικά είδη θεάτρου κάθε φορά», ενώ μιλώντας για την κωμωδία είπε πως το γέλιο μπορεί να είναι σκληρό μερικές φορές και άλλες απελευθερωτικό.

lv_parastasi_5.jpg

-Πώς έγινε δυνατή η μεταφορά αυτού του έργου στη σκηνή από 7 ηθοποιούς; Πώς προετοιμαστήκατε και τι ρόλο έχει η μουσική και  ο χορός στην παράσταση;

-Το κείμενο του Llosa διαθέτει ιδιαίτερη δομή και υφολογική ποικιλία: έλλειψη ενιαίου αφηγητή, διαλογικά μέρη με ταυτόχρονη συνύπαρξη όλων των προσώπων αδιαφόρως χρονικής στιγμής και τόπου, παρεμβολή στρατιωτικών αναφορών, επιστολών, τηλεφωνημάτων, ραδιοφωνικών εκπομπών…

Έπρεπε πρώτα αυτό το ατίθασο υλικό να μετατραπεί σε θεατρικό έργο. Επομένως έπρεπε να γίνουν δραστικές επιλογές: τι να κρατηθεί, τι όχι, ώστε και η ιστορία να ειπωθεί με τρόπο κατανοητό και να διασωθεί όσο γίνεται καλύτερα η κεντρική ιδέα. Έτσι από τα εκατό και πλέον πρόσωπα που παρελαύνουν στο μυθιστόρημα κράτησα τριάντα περίπου, αφαίρεσα πολλά επεισόδια, μείωσα τη διάρκεια άλλων, μετάτρεψα σε κάποιες περιπτώσεις αφηγηματικά μέρη σε διαλογικές σκηνές, και τέλος, πρόσθεσα αρκετά τραγούδια, μια που πρόθεσή μου, από την αρχή, ήταν να φτιάξω μια μουσική παράσταση με στοιχεία καμπαρέ και μιούζικαλ.

Οι επτά ηθοποιοί που παίζουν στο «Las Visitadoras» ερμηνεύουν πάνω από ένα ρόλο ο καθένας και συχνά οφείλουν να περνούν από τον έναν στον άλλο αλλάζοντας αμφίεση και συμπεριφορά μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Ταυτόχρονα οφείλουν να τραγουδούν και να χορεύουν, χωρίς να κάνουν αισθητό στο κοινό τον κόπο που χρειάζεται κάτι τέτοιο.  Αυτό το είδος θεάτρου που θέλει να προσφέρει διασκέδαση, κέφι, που πολλοί θεωρούν «ελαφρύ», αποδεικνύεται εντέλει ιδιαιτέρως απαιτητικό για όλους όσους συμμετέχουν σ’ αυτό.

-Μετά τη «Λούνα» κάνετε ένα πολύ διαφορετικό είδος παράστασης. Πώς το αποφασίσατε;

-Θέλω ως σκηνοθέτης να αναμετριέμαι με διαφορετικά είδη θεάτρου κάθε φορά, να εξερευνώ κάθε φορά διαφορετικούς τρόπους έκφρασης, να μην αρκούμαι σε δοκιμασμένες συνταγές, και, ει δυνατόν, να μην αναπαράγω το ίδιο μοντέλο παράστασης.

Συνήθως η επιλογή του έργου υπακούει σε μια δική μου εσωτερική ανάγκη. Στην περίπτωση του «Las Visitadoras», έπαιξαν σημαντικό ρόλο ο εγκλεισμός, η πανδημία, αλλά και η «Λούνα», μια παράσταση που απαιτούσε από μένα πολλή δουλειά και κατ’ ιδίαν και με τους ηθοποιούς και για τον συντονισμό όλων των μη θεατρικών παραγόντων που συμμετείχαν στην πραγμάτωσή της. Επιπλέον πρόκειται για έργο που τη θεματική του ούτε εύκολη θα την έλεγες ούτε ευχάριστη. Είχα λοιπόν ανάγκη, όπως πολλοί άλλοι, από ξέσκασμα, από διασκέδαση, από ταξίδι, έστω και μόνο του μυαλού.

Παράλληλα φιλοδοξώ να κάνω –ασχέτως αν το πετυχαίνω πάντα ή όχι- ένα θέατρο που να αφορά εμάς σήμερα και να αντανακλά τα προβλήματα με τα οποία έρχεται σήμερα αντιμέτωπη η κοινωνία μας.

Το μυθιστόρημα του νομπελίστα Mario Vargas Llosa, Pantaleόn y las visitadoras (Ο Πανταλέων και οι επισκέπτριες), μας δίνει ένα υλικό πρόσφορο για την επίτευξη αυτού του στόχου: τα γεγονότα που πυροδοτούν τη δράση του, που γίνονται η αφορμή αλλά και η κατάληξή της, θυμίζουν σε αρκετά σημεία την επικαιρότητά μας στην πιο θλιβερή και αποτρόπαια μορφή της (βιασμοί, γυναικοκτονίες, θρησκευτική μισαλλοδοξία, «οπαδικός» φανατισμός…), ενώ η διαχείρισή τους από τους ιθύνοντες και οι προτεινόμενες λύσεις μόνο το γέλιο  μπορούν να προκαλέσουν.

Ο Λιόσα αντιμετωπίζει με καυστικό χιούμορ και κριτική ματιά τα άκρα και τον παραλογισμό στον οποίο οδηγεί η τυφλή πίστη σε μια ιδέα ή ένα πρόσωπο και το ξεχαλίνωμα των ενστίκτων, αλλά και το αντίθετό τους, η καταπίεση και η καθυπόταξη των επιθυμιών σε έναν τετράγωνο ορθολογισμό. Ταυτόχρονα δείχνει ένα κόσμο σε απόγνωση που αναζητά εναγωνίως και ματαίως ένα Σωτήρα, καθώς και Σωτήρες που δεν καταφέρνουν να σώσουν τίποτα και κανέναν, ούτε τον ίδιο τους τον εαυτό.

lv_parastasi_1.jpg

-Η κωμωδία τι θέση έχει στη σημερινή θεατρική σκηνή; 

-Δύσκολη η ερώτησή σας, και δύσκολη, νομίζω, και η θέση της κωμωδίας στη σημερινή θεατρική σκηνή.

Πρόσφατα έγκριτη κριτικός αρκέστηκε να κρίνει και να κατακρίνει όχι την παράσταση καθαυτή, αλλά μόνον την επιλογή έργου γνωστού σατιρικού συγγραφέα, καταλογίζοντας στο έργο –και κατ’ επέκταση στον συγγραφέα- ότι «επιδίδεται σε ύπουλο και ανατριχιαστικό blaming victim». Ωστόσο το να εκφέρει ένα θεατρικό πρόσωπο αρνητική άποψη για μία «μειονότητα» (φυλετική, σεξουαλική, κοινωνική, σωματότυπου...), ή ένα κίνημα (φεμινιστικό, #Μe Τoo...), δεν θα έπρεπε να χαρακτηρίζει το έργο στο σύνολό του και τον συγγραφέα του, αλλά μόνο το πρόσωπο που εκφέρει αυτή την άποψη και που χρέος της παράστασης θα ήταν να αναδείξει πόσο αρνητικό είναι και προς αποφυγή.

Σέβομαι απόλυτα τα δικαιώματα όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως θρησκείας, χρώματος, σώματος, σεξουαλικού προσανατολισμού, πολιτικών προτιμήσεων κ.λπ., αλλά σέβομαι και το δικαίωμα όλων στην έκφραση της σκέψης τους, όσο κι αν ο ίδιος είμαι αντίθετος με αυτήν. Θα δώσω ένα παράδειγμα: βρίσκω κακόγουστο το χιούμορ του Charlie Hebdo, αλλά ποτέ δεν θα μου περνούσε απ’ το μυαλό να σκοτώσω τους γελοιογράφους του, όπως το έκαναν οι τζιχαντιστές, και πάντα θα υπερασπίζομαι το δικαίωμά τους στην έκφραση που επέλεξαν να είναι η δική τους και με την οποία διαφωνώ. Θεωρώ άκρως επικίνδυνη κάθε μορφή λογοκρισίας, διότι είναι ενδεικτική μιας φασίζουσας νοοτροπίας και ενός φόβου, εντέλει, ότι μπορεί να επικρατήσει το «δίκιο» του άλλου σε βάρος του δικού μου «δίκιου», ή, χειρότερο, ότι δεν έχω άλλα εφόδια για να αντιμετωπίσω τη διαφορετική άποψη ή θέση από τον αποκλεισμό της. Ο σεβασμός δεν επιβάλλεται, καλλιεργείται.

Για να γυρίσουμε στην κωμωδία, αν πούμε πως ένας από τους κύριους στόχους της είναι η πρόκληση γέλιου, με τι γελάμε συνήθως; Αν το καλοσκεφτούμε, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως συνήθως γελάμε με τα παθήματα των άλλων, με τις ιδιαιτερότητες και τα κουσούρια τους, με τη δυστυχία τους, με πράγματα που, όταν συμβούν σε εμάς, μας προκαλούν μάλλον πόνο και στενοχώρια. Το γέλιο μπορεί να αποδειχθεί ιδιαιτέρως σκληρό και μπορεί ενδεχομένως να εκληφθεί ως κοροϊδία σε βάρος κάποιου. Το γέλιο, από την άλλη, είναι απελευθερωτικό, αναγκαίο συστατικό της ύπαρξής μας και της ευεξίας μας. Το ερώτημα είναι: γίνεται να γελάσουμε χωρίς αυτό το γέλιο να προσβάλει κάποιον; Και πώς;

lv_parastasi_8.jpg

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Σκηνοθεσία, τραγούδια, θεατρικό κείμενο: Δαμιανός Κωνσταντινίδης, Βασισμένο σε μυθιστόρημα του νομπελίστα Μάριο Βάργκας Λιόσα, Σκηνικά, κοστούμια: Απόστολος Αποστολίδης, Μουσική: Γιώργος Χρυσικός, Κίνηση - Χορογραφίες: Ιωάννα Μήτσικα, Φωτισμοί: Στράτος Κουτράκης, Κατασκευές: Κώστας Χατζηκαλλινικίδης, Stage Manager: Αντωνία Γεωργιάδου, Φωτογραφίες: Buba Soso Gabedava, Γραφιστικά: Elli Ketzi, Διεύθυνση Παραγωγής & Επικοινωνίας: Στέλλα Τενεκετζή.

Παίζουν: Θάνος Διμηνάς, Εμμανουήλ Δραμηλαράκης, Αλέξης Κότσυφας, Λέλα Μεντεκίδου, Στέλιος Ράμμος, Άννα Ρίζου, Βάσια Τσιαούση.

Παραγωγή Angelus Novus. Με επιχορήγηση του Υπουργείου Πολιτισμού. Οργάνωση παραγωγής Electra Social Company.

lv_parastasi_3.jpg

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Πρεμιέρα: Κυριακή 12 Μαρτίου, 20.00

Διάρκεια Παραστάσεων: μέχρι την Τρίτη 28 Μαρτίου, 11 παραστάσεις

Ημέρες και ώρες Παραστάσεων: από Κυριακή 12/3 μέχρι και Τρίτη 28/3

Σάββατα στις 21.00  / Κυριακές στις 20.00 / Δευτέρες στις 21.00 / Τρίτες στις 21.00

Τόπος: Μικρή Σκηνή, το παλιό «Αγροτικόν» του Νίκου Παπάζογλου στην Τούμπα, Επταλόφου 14, Θεσσαλονίκη 544 54

Συνολική Διάρκεια:  2 ώρες με διάλειμμα – η σκηνή της Γιορτής

Εισιτήρια: 16 ευρώ γενική είσοδος / 12 ευρώ μειωμένο / Ατέλειες ηθοποιών στα 5 ευρώ στις παραστάσεις της Δευτέρας και της Τρίτης

Μέχρι τις 10 Μαρτίου, η  γενική είσοδος στα 10 ευρώ. Προπώληση:  https://www.ticketservices.gr/event/las-visitadoras  και Θέατρο Αυλαία -Τσιμισκή 136, Τ.Κ. 546 21.

Πληροφορίες:  6939401170. Κρατήσεις:  697 5539 982 από τις 18.00 μέχρι τις 20.00,  μόνο τις ημέρες των παραστάσεων.

ΜΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΗΣ “ANGELUS NOVUS”

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ταχιάος: Το καλοκαίρι ξεκινούν έργα αποκατάστασης 1,4 δισ. ευρώ στη Θεσσαλία
Έργα αποκατάστασης ύψους 1,4 δισ. ευρώ ξεκινoύν το καλοκαίρι στη Θεσσαλία μετά το καταστροφικό πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel
Ταχιάος: Το καλοκαίρι ξεκινούν έργα αποκατάστασης 1,4 δισ. ευρώ στη Θεσσαλία