Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας Παναγιώτης Γούτας για τζαζ και παθήσεις!

Ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας μιλά στο typosthes.gr για το νέο του βιβλίο και την σημερινή μας κατάσταση…

Συνέντευξη στη ΛΕΜΟΝΙΑ ΒΑΣΒΑΝΗ

Εν μέσω μιας δύσκολης κατάστασης για τη χώρα έγινε η συζήτηση με τον Παναγιώτη Γούτα. Μιλήσαμε μαζί με τον Θεσσαλονικιό συγγραφέα και κριτικό με αφορμή το νέο του βιβλίο «Τζαζ, παθήσεις και άλλα τινά» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κέδρος.

Ο ίδιος αναφερόμενος στη συλλογή διηγημάτων που απαρτίζουν αυτό το συγγραφικό του πόνημα είπε πως διαβάζοντάς το κανείς μπορεί να δει την εξέλιξή του ως διηγηματογράφου. Αναφέρθηκε στους ήρωες των ιστοριών του που είναι γήινοι, συχνά ευάλωτοι και αδύναμοι, όμως και γοητευτικοί. Απαντώντας σε ερώτησή μας για την ελληνική λογοτεχνία είπε πως μπορεί να έχει αυξηθεί ο αριθμός των βιβλίων όμως η ποιότητά τους στο σύνολο έχει πέσει. Τέλος εξέφρασε την ανησυχία του για όλα αυτά που συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες στην Ελλάδα.

-Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το βιβλίο;

- Η ιδέα, ή καλύτερα η απόφαση για να τυπώσω το συγκεκριμένο βιβλίο, πάρθηκε πριν από λίγα χρόνια, στην προσπάθειά μου να συγκεντρώσω διηγήματα, που έγραψα εδώ και είκοσι πέντε χρόνια, τα μισά εκ των οποίων έχουν δημοσιευτεί σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά της χώρας. Τα τριάντα διηγήματα του βιβλίου διαφοροποιούνται από άλλα κείμενα μικρής φόρμας, που έχω παλιότερα εκδώσει, γιατί ακολουθούν τριτοπρόσωπη αφήγηση, έχουν κάποια έκταση που τα διαχωρίζει από αυτό που λέμε «μικρή φόρμα» ή «μικρό πεζό» (κάποια αγγίζουν σε έκταση και τη νουβέλα), υπάρχει πλοκή, ενώ σε πολλά εξ αυτών, πάνω στο βιωματικό έρμα των ιστοριών, επεμβαίνει η δημιουργική φαντασία, απομακρύνοντάς τα από την αυτοβιογραφία, στην οποία ήμουν προσανατολισμένος στα πρώτα μου βιβλία.

-Πώς επιλέχθηκαν τα συγκεκριμένα διηγήματα; Και γιατί χωρίστηκαν σε τρεις ενότητες;

-Κάποια στιγμή διαπίστωσα πως ο αριθμός αυτού του στιλ διηγημάτων ήταν αρκετά μεγάλος και αναγκάστηκα να κάνω μια επιλογή, σύμφωνα πάντα με τα δικά μου κριτήρια. Έτσι κράτησα τριάντα συνολικά ιστορίες που τις μοίρασα σε τρεις συστάδες (ενότητες), οι τίτλοι των οποίων ενωμένοι μεταξύ τους έδωσαν και τον τελικό τίτλο αυτής της συλλογής-ανθολογίας. ΤΖΑΖ, ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΤΙΝΑ. Η σειρά των διηγημάτων μέσα στο βιβλίο δεν ακολουθεί αυστηρή χρονολογική σειρά, δείχνει όμως μια συγγραφική πορεία. Έτσι, ένας προσεχτικός αναγνώστης, που παράλληλα παρακολουθεί το έργο μου ή έχει διαβάσει παλιότερα κείμενά μου που σχετίζονται με τη μικρή φόρμα (ακόμα και ένας κριτικός που θέλει να σχολιάσει το συνολικό μου έργο), μπορεί να κάνει διαπιστώσεις και να βγάλει τα συμπεράσματά του, αναφορικά με την εξέλιξή μου ως διηγηματογράφος.

-Οι ήρωές σας φέρνουν στο νου ανθρώπους καθημερινούς, που δεν τους έρχονται όλα εύκολα, συναντούν προβλήματα, όμως κάποιες φορές παρά τα εμπόδια συνεχίζουν να έχουν ελπίδα. Πώς πλάθονται από τη στιγμή που τους συλλαμβάνει η σκέψη σας μέχρι να τυπωθούν στο χαρτί; Και πόσο αντλείτε έμπνευση από την πραγματικότητα;

- Η διαπίστωσή σας για τους ήρωές μου είναι σωστή. Οι πρωταγωνιστές των ιστοριών μου είναι πρόσωπα (άνδρες ή γυναίκες) που ζουν στο μεταίχμιο, στο όριο, στα άκρα μιας ζωής που τους γεμίζει προβλήματα, τους μπλέκει σε ανέλπιστες καταστάσεις, πολλές φορές παραπαίουν, ξεγυμνώνονται ψυχικά, σχεδόν καταρρέουν, πάντα στο τέλος όμως βρίσκουν συχνά τη δύναμη να συνεχίσουν, να κάνουν ένα ανέλπιστο βηματάκι προς τα μπρος και να επιβιώσουν. Επιβίωση όχι ως αυτοσκοπός, αλλά ως δικαίωση. Είναι ένας αφανής κόσμος που με εκφράζει και με εμπνέει, και στο τέλος δικαιώνεται –τουλάχιστον τις περισσότερες φορές. Αν προσέξατε, το τέλος κάποιων διηγημάτων μου μένει ανοιχτό, και ο αναγνώστης το συμπληρώνει ο ίδιος δια της φαντασίας του, όπως συμβαίνει στο διήγημα «Σπασμένη φλέβα». Οι ήρωές μου πλάθονται και ξαναπλάθονται στη διάρκεια της γραφής του διηγήματος, μέχρις ότου να αντιληφθώ πως πήραν σάρκα και υπόσταση και πως είναι αληθοφανείς, δηλαδή είναι ανθρώπινοι χαρακτήρες που θα μπορούσε να τους συναντήσει κάποιος στην καθημερινή του ζωή. Όλοι τους είναι γήινοι, ωστόσο συχνά θα τους βρούμε με αδυναμίες και ευάλωτα στοιχεία του χαρακτήρα, που, νομίζω, τους καθιστούν γοητευτικούς. Ακούνε συχνά τζαζ μουσική, είναι συχνά αλαφροΐσκιωτοι, ευερέθιστοι, κάπως μοναχικοί, συχνά αλλοπαρμένοι. Παρόλα αυτά, υπάρχει σε όλους μια κεντρική συνείδηση που κρύβεται πίσω τους ή μέσα τους, και που δεν είναι άλλη από το ίδιο το πρόσωπο του συγγραφέα, που υποδυόμενος τον ηθοποιό και κρατώντας μια μάσκα κάθε φορά στο πρόσωπό του, κρύβεται, προσπαθώντας να παρασύρει ή να ξεγελάσει τον αναγνώστη, σχετικά με το ποιος τελικά είναι στην πραγματικότητα.

-Πώς σχολιάζετε τη σημερινή ελληνική λογοτεχνία;

-Η σημερινή λογοτεχνία είναι σαφέστατα διαφοροποιημένη από τη λογοτεχνία που γραφόταν πριν από είκοσι ή τριάντα χρόνια. Επειδή και ως κριτικός παρακολουθώ την εξέλιξή της, διαπιστώνω –αυτό φυσικά είναι κοινή διαπίστωση– πως τυπώνονται σήμερα πολύ περισσότερα βιβλία από ό,τι παλιά. Αυτό είναι και καλό και κακό. Παλαιότερα, στα εκατό βιβλία θα έβγαιναν πέντε εξαιρετικά, ίσως και λίγο περισσότερα. Η σημερινή αναλογία έχει γίνει στα χίλια, δέκα, όχι όμως εξαιρετικά, αλλά ενδιαφέροντα έως πολύ καλά. Αυξήθηκε μεν η παραγωγή, γράφουν πολλοί περισσότεροι από ό,τι παλιά, η ποιότητα όμως νομίζω πως έχει πέσει, παρότι τα ενδιαφέροντα και τα καλά βιβλία είναι περισσότερα από άλλοτε. Υπάρχουν φυσικά νέες φωνές που προσπαθούν να ορθοποδήσουν κυρίως μέσω του διαδικτύου, υπάρχουν φρέσκες ιδέες, όμως αυτή η υπερπροβολή των νέων δημιουργών, όπου εμφανίζεται τόσο συχνά το πρόσωπο του δημιουργού ενώ αγνοούμε συχνά το έργο, που κάποιες φορές είναι αμελητέο ή ανάξιο λόγου, νομίζω πως βλάπτει τα πολύ νέα παιδιά. Φυσικά στην έπαρση και στη βιασύνη της νεότητας, μπορεί κάποιος να αντιπαραβάλει και την απαξίωση ή την υπεροψία των αναγνωρισμένων, ενίοτε γηρασμένων και επαναλαμβανόμενων συγγραφέων, και να εξισορροπήσει έτσι τα πράγματα, βλέποντας η σημερινή συγγραφική και εκδοτική περιπέτεια πιο δίκαια και πιο ολοκληρωμένα.

-Το βιβλίο είναι και αυτό θύμα της κρίσης. Στην εποχή που ζούμε πώς μπορεί να αναπτυχθεί περισσότερο η φιλαναγνωσία;

-Τις στιγμές που μιλάμε η χώρα μας βασανίζεται από μια αβάσταχτη οικονομική κρίση, που δυστυχώς έφτασε σε ακραίες μορφές, δίχως να ξέρουμε τι μας ξημερώνει αύριο. Υπό τις παρούσες συνθήκες η συγγραφή, η λογοτεχνία, η ανάγνωση ενός βιβλίου, που είναι εξαιρετικά σημαντικά πράγματα, φαντάζουν πολυτέλειες και, ίσως, περιττές ενασχολήσεις. Μπορεί η φιλαναγνωσία να είναι όντως σημαντική και θα πρέπει να βρίσκουμε τρόπους για να αναπτυχθεί περισσότερο (π.χ με εκπαιδευτικά προγράμματα στα σχολεία κτλ.), όμως δεν ξέρω τι νόημα έχει, τώρα, μια τέτοια συζήτηση, όταν η ανεργία μας έχει φτάσει σε απίστευτα ύψη, άνθρωποι εκλιπαρούν για ένα δίευρω σε γωνίες, η ανέχεια οργιάζει, και τα ΑΤΜ δίνουν, πλέον, σε μισθωτούς, υπαλλήλους, καταθέτες εξήντα ευρώ ανά χείρας ως ανώτατο όριο ανάληψης, ημερησίως.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πάνος Κοκκινόπουλος: Τα παλιά χρόνια οι γυναίκες ήταν υποταγμένες (VIDEO)
«Οι γυναικοκτονίες έχουν αυξηθεί. Όχι ότι δεν γινόντουσαν παλιά, αλλά γινόντουσαν λιγότερο» αναφέρει ο γνωστός σκηνοθέτης
Πάνος Κοκκινόπουλος: Τα παλιά χρόνια οι γυναίκες ήταν υποταγμένες (VIDEO)