Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Εμβολιασμένοι: Ποιοι είναι πιο πιθανό να κολλήσουν – Τι ισχύει με τα αντισώματα

Η ανάλυση της Μαρίας Θεοδωρίδου για το ποιοι πρέπει να προσέχουν περισσότερο και να κάνουν την 3η δόση

Διευκρινήσεις σχετικά με το ποιοι εμβολιασμένοι είναι πιο πιθανό να κολλήσουν, για την αναγκαιότητα της τρίτης δόσης αλλά και την αποτελεσματικότητα του εμβολίου απέναντι σε βαριά νόσηση και θάνατο έδωσε η πρόεδρος της εθνικής επιτροπής, Μαρία Θεοδωρίδου.

Μιλώντας κατά την ενημέρωση από το υπουργείο Υγείας, η Μαρία Θεοδωρίδου αναφέρθηκε αρχικά στις εγκύους ή τις γυναίκες που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία, τονίζοντας πως δεν υπάρχει καμία ένδειξη πως τα εμβόλια επηρεάζουν τη γονιμότητα είτε άμεσα, είτε μελλοντικά.

Επιπλέον, σημείωσε πως πιθανή μόλυνση από τον κορωνοϊό σε μια έγκυο, αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού ή ακόμη και προεκλαμψίας. Στο ίδιο θέμα, τόνισε πως οι λεχώνες θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως και 40 ημέρες μετά τον τοκετό ως άτομα με υποκείμενα νοσήματα, αναφορικά με την επικινδυνότητα έναντι του κορωνοϊού.

Μετά το εξάμηνο οι πιο «ευάλωτοι» εμβολιασμένοι

Καθώς έχει ξεκινήσει μια συζήτηση, αναφορικά με την ισχύ του πιστοποιητικού εμβολιασμού για εμβολιασμένους μετά το πέρας του εξαμήνου από τη δεύτερη δόση, η Μαρία Θεοδωρίδου έσπευσε να ξεκαθαρίσει ορισμένες παρερμηνείες.

Όπως είπε, η θέση πως οι εμβολιασμένοι μετά το πέρας του εξαμήνου έχουν προστασία αντίστοιχη με εκείνη των ανεμβολίαστων δεν είναι ακριβής. Η κυρία Θεοδωρίδου σημείωσε άλλωστε πως παραμένει η προστασία από σοβαρή νόσηση και θάνατο.

Η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμού επανέλαβε ωστόσο πως «σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, η χημική ανοσία μειώνεται μετά τον εμβολιασμό με την πάροδο των μηνών», τονίζοντας επίσης πως η εμφάνιση μεταλλάξεων είναι εκείνη που επιτείνει τη μειωμένη προστασία, καθώς είναι σαφές πως οι πλέον ευάλωτοι είναι όσοι έχουν ξεπεράσει τους έξι μήνες από τη δεύτερη δόση.

«Τα επιδημιολογικά δεδομένα των νοσηλειών σε ΜΕΘ και των θανάτων υπαγόρευσαν την επέκταση του εμβολιασμού σε ηλικίες άνω των 18 ετών» σημείωσε επίσης για το θέμα η Μαρία Θεοδωρίδου.

Τι ισχύει με τα τεστ αντισωμάτων

Καθώς πλέον παρέχεται η δυνατότητα στο σύνολο του ενήλικου πληθυσμού να πραγματοποιήσει την τρίτη δόση του εμβολίου, η Μαρία Θεοδωρίδου θέλησε επίσης να ξεδιαλύνει κάποιες παρερμηνείες αναφορικά με τα αντισώματα που διαθέτουν έναντι του κορωνοϊού οι εμβολιασμένοι.

Όπως είπε, παρατηρείται ότι πολλοί εμβολιασμένοι αναβάλουν τον εμβολιασμό τους διότι ο κύκλος των αντισωμάτων τους είναι ικανοποιητικός. Η κυρία Θεοδωρίδου παρέθεσε γνωμάτευση του Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) από τον περασμένο Μάιο, σύμφωνα με την οποία, τα τεστ αντισωμάτων δεν σχεδιάστηκαν για να αξιολογούν την ανοσία. Επιπλέον, τα προστατευτικά επίπεδα - από ποιο επίπεδο και πάνω δηλαδή είναι επαρκής η προστασία του οργανισμού - δεν είναι ακόμη γνωστά.

Τι ισχύει για τους εμβολιασμένους που νοσούν

Καθώς όμως ο αριθμός των εμβολιασμένων είναι πλειοψηφικά μεγαλύτερος από εκείνον των ανεμβολίαστων, γεννάται το ερώτημα τι θα πρέπει να κάνει κάποιος πολίτης που παρότι ολοκλήρωσε τον εμβολιασμό, νόσησε από κορωνοϊό.

Η Μαρία Θεοδωρίδου τόνισε πως υπάρχουν περιστατικά κατά τα οποία «ορισμένοι συμπολίτες μας να έχουν κάνει δυο δόσεις εμβολίου και να νοσήσουν μετά». Η καθηγήτρια τόνισε πως «αν ο συμπολίτης μας είχε κάνει εμβόλια και νόσησε αυτό θεωρείται σαν αποτυχία των εμβολίων που προηγήθηκαν. Επομένως μετά τη νόσηση θα πρέπει να κάνει τουλάχιστον μία δόση του εμβολίου».

Η σύσταση για όσους είχαν νοσήσει πριν εμβολιαστούν ήταν να κάνουν μια δόση μετά από έξι μήνες. Στην περίπτωση αυτή όμως, το αποτέλεσμα σύμφωνα με την Μαρία Θεοδωρίδου, «δεν είναι το ίδιο με πρώτη τη φυσική λοίμωξη και εν συνεχεία τον εμβολιασμό».

Τσακρής: Η τρίτη δόση να γίνει και πριν από τους 6 μήνες

Στη σημασία της τρίτης δόσης του εμβολίου κατά του κορωνοϊού αναφέρθηκε ο Αντιπρύτανης του ΕΚΠΑ και Καθηγητή Μικροβιολογίας Αθανάσιος Τσακρής, τονίζοντας ότι «καλό είναι να γίνεται και πριν από τους 6 μήνες».

Μιλώντας στον ΑΝΤ1, είπε πως «έχουμε τονίσει την ανάγκη και τη σημασία να επιταχυνθεί η τρίτη δόση, έχει να κάνει με τη φύση του ίδιου του ιού. Το εμβόλιο έναντι των κορωνοϊών δεν λειτουργεί με τη λογική του εμβολίου πχ. έναντι της ιλαράς ή της ερυθράς».

Όπως έχει αποδείξει η πρόσφατη εμπειρία από το Ισραήλ, «είναι σημαντική η χορήγηση της τρίτης δόσης για την προστασία των πολιτών. Τα άτομα μα που έχουν λάβει την τρίτη δόση, έχουν 5-10 φορές λιγότερες πιθανότητες να νοσήσουν από αυτούς που έχουν κάνει μόνο δύο δόσεις και 25 φορές λιγότερες πιθανότητες από τους ανεμβολίαστους».

«Πολύ σημαντική» η αναμνηστική δόση

«Καλύτερα είναι να γίνει η τρίτη δόση και πριν από τους έξι μήνες, διότι δεν είναι για όλους ίδιος ο βαθμός ανοσίας. Νομίζω και η κυβέρνηση κινείται σε μια τέτοια κατεύθυνση», επεσήμανε ο Καθηγητής Μικροβιολογίας του ΕΚΠΑ, σημειώνοντας πως «χώρες με εντατικό πρόγραμμα εμβολιασμού σε μικρές ηλικίες είχαν μια σημαντική πρόοδο στην αντιμετώπιση της πανδημίας».

Επίσης, εκτίμησε πως «θα παίξει σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της πανδημίας η χορήγηση εμβολίου σε παιδιά έως 12 ετών. Το πιο σημαντικό όμως, είναι να αντιληφθούμε όλοι πόσο σημαντικό είναι να γίνει η αναμνηστική δόση και κυρίως από εκείνους που έχουν κάνει το μονοδοσικό εμβόλιο της Johnson, ώστε να ενισχυθεί άμεσα η ανοσία τους».

Ποιο εμβόλιο έπεσε σχεδόν στο 13% σε προστασία νόσησης 

Υπενθυμίζεται πως μία νέα μελέτη στις ΗΠΑ δείχνει ότι, μολονότι ο εμβολιασμός παραμένει αποτελεσματικός έναντι της πιθανότητας λοίμωξης από κορωνοϊό και ακόμη περισσότερο έναντι βαριάς Covid-19 και θανάτου, η προστασία έχει παρουσιάσει μείωση μετά την εμφάνιση της παραλλαγής Δέλτα, κάτι που αφορά ιδιαίτερα το μονοδοσικό εμβόλιο Johnson & Johnson.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Άρθουρ Γουάλας του Ιατρικού Κέντρου Βετεράνων και του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο και τη δρα Μπάρμπαρα Κον του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας των ΗΠΑ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», ανέλυσαν στοιχεία για 780.225 εμβολιασμένους ενήλικες μεταξύ Φεβρουαρίου και Οκτωβρίου 2021. Διαπιστώθηκε ότι σε αυτό το διάστημα η μέση προστασία των mRNA εμβολίων (Pfizer/BioNTech και Moderna) έναντι λοίμωξης από κορωνοϊό είχε υποχωρήσει από το 88% στο 48%.

Η μείωση της προστασίας έναντι λοίμωξης ήταν μεγαλύτερη για το εμβόλιο της Johnson & Johnson (από 86,4% τον Μάρτιο σε μόνο 13,1% τον Σεπτέμβριο), ενώ οι αντίστοιχες μειώσεις ήταν από 86,9% σε 43,3% για το εμβόλιο Pfizer/BioNTech και από 89,2% σε 58% για εκείνο της Moderna. Η νέα μελέτη είναι η πρώτη που δείχνει, σε μία περίοδο που επικράτησε πλέον το στέλεχος Δέλτα του κορωνοϊού, τη μεγάλη υποχώρηση της προστασίας έναντι λοίμωξης σε βάθος χρόνου από το μονοδοσικό εμβόλιο J&J, σε σύγκριση με τα mRNΑ των δύο δόσεων.

Από την άλλη πλευρά, όμως, και τα τρία ανωτέρω εμβόλια (ιδίως εκείνα των δύο δόσεων) συνεχίζουν να παρέχουν υψηλή προστασία έναντι της βαριάς Covid-19 και του κινδύνου θανάτου, ιδίως στα άτομα έως 65 ετών, αλλά και για τις ηλικίες άνω των 65 ετών το όφελος των εμβολίων παραμένει μεγάλο. Σε σχέση με τους ανεμβολίαστους, όπως επιβεβαιώνει και η νέα μελέτη, οι εμβολιασμένοι έχουν πολύ μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν λόγω κορωνοϊού, ενώ οι ανεμβολίαστοι έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για λοίμωξη (οποιασδήποτε σοβαρότητας), βαριά νόσο και θάνατο.

Αναλυτικά, μεταξύ εκείνων που είχαν διαγνωστεί με μοριακό τεστ θετικοί για κορονοϊό μετά την 1η Ιουλίου, στους κάτω των 65 ετών η μέση αποτελεσματικότητα των τριών εμβολίων έναντι του κινδύνου θανάτου από Covid-19 υπολογίστηκε στο 81,7% τον Οκτώβριο. Ανά εμβόλιο, η προστασία από θάνατο εκτιμήθηκε στο 84,3% για το εμβόλιο Pfizer/BioNTech, στο 81,5% για τo Moderna και στο 73% για τo Johnson & Johnson.

Για τους άνω των 65 ετών, αντίστοιχα, η αποτελεσματικότητα έναντι θανάτου ήταν στο 71,6% για τα τρία εμβόλια γενικά, ενώ ανά επιμέρους εμβόλιο ήταν 75,5% για το Moderna, 70,1% για το Pfizer/BioNΤech και 52,2% για το μονοδοσικό J&J. Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω ποσοστά, το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech φαίνεται κάπως πιο αποτελεσματικό στα άτομα έως 65 ετών, ενώ εκείνο της Moderna υπερτερεί στους άνω των 65 ετών. Σε όλες τις ηλικιακές ομάδες το εμβόλιο J&J φαίνεται να παρέχει χαμηλότερη προστασία σε σχέση με τα δύο mRNA εμβόλια, κάτι που συνηγορεί υπέρ της χορήγησης ενισχυτικής δόσης.

Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι «τα ευρήματα μας επιβεβαιώνουν το συμπέρασμα πως τα εμβόλια Covid-19 παραμένουν το πιο σημαντικό εργαλείο για την πρόληψη της λοίμωξης Covid-19 και του θανάτου. Όμως πρέπει να συνοδεύονται από πρόσθετα μέτρα τόσο για τους εμβολιασμένους όσο και για τους ανεμβολίαστους, όπως χρήση μάσκας, πλύσιμο χεριών και τήρηση σωματικών αποστάσεων».

Η Κον τόνισε ότι «η μελέτη μας δίνει στους ερευνητές, στους αρμόδιους για τη χάραξη πολιτικής και σε άλλους μία ισχυρή βάση για να τη λήψη ενήμερων αποφάσεων σχετικά με τους εμβολιασμούς, τις ενισχυτικές δόσεις και άλλα μέτρα προστασίας, όπως η επιβολή χρήσης μάσκας, τήρηση φυσικών αποστάσεων, η διενέργεια τεστ και άλλες παρεμβάσεις δημόσιας υγείας, ώστε να μειωθεί η πιθανότητα εξάπλωσης του ιού. Για παράδειγμα, η σύσταση του CDC για ενισχυτικές δόσεις σε όλους όσοι έκαναν εμβόλιο Johnson & Johnson υποστηρίζεται από τα ευρήματά μας».

Η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ έχουν ταχθεί υπέρ της «ανάμιξης» των εμβολίων, δηλαδή να επιτρέπεται σε έναν άνθρωπο να επιλέξει οποιοδήποτε από τα τρία εμβόλια για την ενισχυτική δόση, άσχετα με το ποιο είχε κάνει αρχικά.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ