Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Ερμής Τρισμέγιστος

Του ΝΙΚΟΥ ΚΑΜΠΑΝΗ, συγγραφέα-ερευνητή

Καλείται με το όνομα Ερμής Τρισμέγιστος κατά τους μεταγενέστερους χρόνους ο αιγυπτιακός θεός Θωθ,  ο οποίος ταυτίσθηκε προς τον ελληνικό Ερμή ένεκα των συγγενών προς αυτόν ιδιοτήτων. Όπως όλοι οι θεοί του αιγυπτιακού πανθέου,  έτσι και ο Θωθ, ήταν αρχικά τοπικός θεός,  και λατρεύονταν στις δυο Ερμουπόλεις,  της Άνω και της Κάτω Αιγύπτου,  υπό μορφήν πίθηκου ή ίβιος. Ήταν αναντίρρητα σεληνιακός θεός και ως τέτοιος κατέστη θεός του ημερολογίου,  της διαιρέσεως του χρόνου,  των διαφόρων μηνών και εποχών. Εθεωρείτο ευρετής της γραφής και,  ως ο Έλληνας  Ερμής,  προστάτης των τεχνών και των γραμμάτων. Για αυτό και αφιερώνονται σ' αυτόν συνήθως τα μαγικά βιβλία,  ακόμα περισσότερο επειδή θεωρείται ο μέγας γνώστης των μαγικών ρητρών και των μαγικών τελετών,  διδάσκαλος της ορθής αυτών προφοράς και της ορθής εκφράσεως. Προς τούτοις πιστεύεται ότι ήταν ο γραφέας και ο σύμβουλος των θεών. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο,  ότι ταυτίσθηκε προς τον Ερμή και ότι εκλήθη Ερμής Τρισμέγιστος υπό των νεοπλατωνικών,  οι οποίοι έχουν κοινή την έκσταση και τη μυστικοπάθεια προς τους πιστούς του Αιγυπτίου Θεού. Ένεκα της μεγάλης σημασίας, για τη θρησκευτική συνείδηση την οποία απέκτησε βαθμηδόν, συνδυάσθηκε προς τον επιφανή θεό Όσιρι,  εισήχθη στους ηλιακούς μύθους και πιστεύονταν ότι αποτελούσε μέλος του δικαστηρίου παραπλεύρως του Οσίριδος στον κόσμο των νεκρών. Η θρησκευτική μυστικοπάθεια τον χρησιμοποίησε ως σύμβολό της και ως διδάσκαλο της μυστικοπαθούς θεολογίας.

Υπό το όνομα αυτού φέρεται ομάδα συγγραμμάτων,  τα οποία μαρτυρούν το βαθμό της αναμείξεως της αιγυπτιακής θεολογίας προς συγγενείς ιδέες, πλατωνικές και πυθαγορείους,  και αποτελούν σπουδαίο μνημείο του συγκρητισμού της ελληνορωμαϊκής περιόδου.

Εξαιρετικό χαρακτηριστικό της φύσεως του θεού αυτού αποτελεί προσευχή που περιέχεται σε πάπυρο που βρίσκεται στη Λυών της Γαλλίας και η οποία έχει ως ακολούθως: «Δεῦρό μοι ὁ ἐκ τῶν τεσσάρων ἀνέμων,  ὁ παντοκράτωρ,  ὁ ἐμφυσήσας πνεῦμα ἀνθρώποις εἰς ζωήν,  οὗ ἐστιν τὸ κρυπτὸν ὄνομα καὶ ἄρρητον ἐν ἀνθρώποις,  ὃ μάντει λαληθῆναι οὐ δύναται,  οὗ καὶ οἱ δαίμονες ἀκούοντες τὸ ὄνομα πτοῶνται. Οὗ ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη ὀφθαλμοὶ εἰσιν ἀκάματοι,  λάμποντες ἐν ταῖς κόραις τῶν ἀνθρώπων.  Ὧ οὐρανὸς κεφαλή,  αἰθὴρ δὲ σῶμα,  γῆ δὲ πόδες,  τὸ δὲ περὶ σὲ ὕδωρ ὁ ὠκεανός. Σὺ εἶ ὁ ἀγαθὸς δαίμων ὁ γεννῶν ἀγαθὰ καὶ τρέφων τὴν οἰκουμένην. Σοῦ δὲ τὸ ἀέναον κωμαστήριον (συνέλευση των ιερέων στην Αίγυπτο) ἄνω καθίδρυται. Οὗ αἱ ἀγαθαὶ ἀπόρροιαι τῶν ἀστέρων εἰσὶν Δαίμονες καὶ Τύχαι καὶ Μοῖραι,  ἐξ ὧν δίδοται πλοῦτος,  εὐκερασία,  εὐτεκνία, τύχη, ταφὴ ἀγαθή,  σὺ δὲ κυριεύεις τῆς ζωῆς. Ὁ βασιλεύων τῶν οὐρανῶν καὶ τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἐν αὐτοῖς ἐνδιατριβόντων. Οὗ ἡ Δικαιοσύνη οὐκ ἀποκινεῖται, οὗ αἱ Μοῦσαι ὑμνοῦσι τὸ ἔνδοξον ὄνομα,  ὃν δορυφοροῦσιν οἱ ὀκτὼ φύλακες,  ὁ ἔχων τὴν ἄψευστον ἀλήθειαν, ὄνομά σου καὶ πνεῦμά σου ἐπ' ἀγαθοῖς. Εἰσέλθοις τὸν ἐμὸν νοῦν καὶ τὰς ἐμὰς φρένας εἰς τὸν ἅπαντα χρόνον τῆς ζωῆς μου,  καὶ ποιήσαις μοι πάντα τὰ θελήματα τῆς ψυχῆς μου. Σὺ γὰρ εἶ ἐγὼ καὶ ἐγὼ σύ. Ὃ ἂν εἴπω,  ἀεὶ γενέσθω. Τὸ γὰρ ὄνομά σου ἔχω ὡς φυλακτήριον ἐν καρδίᾳ τῇ ἐμῇ...».

Κατά τη δύση της ελληνικής κλασσικής περιόδου και μέχρι της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, διαδόθηκαν στον ελληνορωμαϊκό χώρο, πολυειδείς αποκαλυπτικές διδασκαλίες, οι οποίες αποδίδονταν είτε στους Πέρσες Μάγους (Ζωροάστρη, Οστάνη, Υστάσπους), είτε σε έναν Αιγύπτιο θεό τον Θωθ-Ερμή, είτε σε χρησμούς προερχόμενους από τη Χαλδαία, είτε ακόμη στους Έλληνες προφήτες και μύστες, όπως ο Ορφέας και ο Πυθαγόρας, οι οποίοι είχαν πλησιάσει περισσότερο τη θεία κατάσταση και ενεπνέονταν απ' ευθείας από τους θεούς.

Εκείνη από τις αποκαλύψεις αυτές, η οποία φέρεται ως έργο του Ερμού του Τρισμεγίστου, είναι η σημαντικότερη, τόσον από απόψεως αριθμού κειμένων όσον και από πλευράς χρονικής διάρκειας. Η όλη ερμαϊκή γραμματολογία περιλαμβάνει πλήθος κειμένων, τα αρχαιότερα των οποίων, πραγματεύονται περισσότερο τις παραδοσιακές επιστήμες, όπως η Αστρολογία, η Αλχημεία, η Θεουργία, η απόκρυφος θεραπευτική κ.λπ.

Πολλοί από τους παπύρους που βρέθηκαν είναι ψευδεπίγραφοι, αναφέρουν δε ως συντάκτες των κυρίως μυθικά πρόσωπα, βεβαίως και το όνομα του Ερμού του Τρισμεγίστου, πλην όλοι ανάγονται στην ίδια αλεξανδρινή εποχή. Παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες περί των αρχών της χυμευτικής (τέχνη της χημείας για την απόσπαση του χρυσού από τα χρυσοφόρα μεταλλεύματα, η αλχημεία των ελλήνων, των αιγυπτίων και των βυζαντινών) και ψαμμουργικής τέχνης (εξαγωγή χρυσού από τα μέλανα πετρώματα των χρυσοφόρων χαλαζιακών φλεβών της Αιγύπτου), περί των αστρολογικών συμβολισμών και μεθόδων, καθώς και περί της αλεξανδρινής θεουργίας. Μεταξύ των αλχημικών κειμένων που αποδίδονται στον Ερμή, συγκαταλέγεται και το περίφημο κείμενο του Σμαραγδίνου Πίνακος, το οποίο αποτέλεσε το σύμβολο της πίστεως των αλχημιστών του Μεσαίωνα, και περί του οποίου ομιλήσαμε σε προηγούμενο άρθρο.

Όλοι οι διάλογοι των ερμαϊκών κειμένων, αν και φέρεται ότι είναι γραμμένοι στην ελληνική γλώσσα της αλεξανδρινής περιόδου,  δεν αποκλείεται μερικοί από αυτούς να βασίσθηκαν και επί αρχαιοτέρων αιγυπτιακών στοιχείων,  αφού μάλιστα η κριτική απέδειξε ότι αυτοί είναι συγκριτικό κράμα, ελληνικής φιλοσοφίας -πλατωνισμός, αριστοτελισμός, στωικισμός- αιγυπτιακής  θεολογίας και ίσως ιρανικής θεοσοφίας. Νεοπλατωνικά, εβραϊκά,  χριστιανικά ή γνωστικά στοιχεία δεν επιβεβαιώνονται με σαφήνεια. Οι σωζόμενοι λόγοι στη λατινική, είναι παλαιές μεταφράσεις από την ελληνική, ενώ το πρωτότυπο, κατά μέγα μέρος ή και ολοσχερώς απωλέσθη. Κατά κανόνα όμως ως συγγραφέας των φέρεται ο περιώνυμος Ερμής  ο Τρισμέγιστος, που δεν είναι άλλος από την ελληνική μεταγλώττιση του Αιγυπτίου θεού Θωθ ή Θευθ, του γραμματέως των θεών και θεού της Σοφίας, του μεσάζοντος και διερμηνέως των θείων αληθειών στους ανθρώπους.  Η επικρατέστερη εκδοχή της συγγραφής των διαλόγων αυτών, αν και ηγέρθησαν πολλές αμφισβητήσεις, είναι αυτή που τους κατατάσσει στους πρώτους τρεις μ.Χ. αιώνες.

Κατά τον Ψευδο-Μανέθωνα,  ο Θευθ, ο πρώτος Ερμής,  είχε γράψει επί στηλών ή κιόνων τις αρχές των επιστημών σε ιερογλυφική διάλεκτο. Μετά τον Κατακλυσμό,  ο Αγαθοδαίμων, υιός του δευτέρου Ερμού και πατήρ του Τατ, μετέφρασε τις επιγραφές αυτές στην ελληνική. Ο Γεώργιος Σύγκελλος γράφει: «Χρηματίσας ἐκ τῶν ἐν τῇ Σηριδιακῇ γῇ  κειμένων στηλῶν,  ἱερά φησι διαλέκτῳ καὶ ἱερογραφικοῖς γράμμασιν κεχαρακτηρισμένων ὑπὸ Θὼθ τοῦ πρώτου Ἑρμοῦ καὶ ἑρμηνευθεισῶν μετὰ τὸν κατακλυσμὸν (ἐκ τῆς ἱερᾶς διαλέκτου εἰς τὴν ἑλληνίδα φωνὴν) γράμμασιν, ἱερογλυφικοῖς καὶ ἀποτεθεισῶν ἐν βίβλοις ὑπὸ τοῦ Ἀγαθοδαίμονος, υἱοῦ τοῦ δευτέρου Ἑρμοῦ, πατρὸς δὲ τοῦ Τάτ, ἐν τοῖς ἀδύτοις τῶν ἱερῶν Αἰγύπτου». (Εκλογές Χρονογραφίας). Είναι γνωστόν ότι στον Ερμή τον Τρισμέγιστο αποδόθηκαν από τους συγγραφείς έργα, των οποίων ο αριθμός δεν ημπορεί παρά να είναι είτε συμβολικός,  είτε να οφείλεται σε επιτελείο πολυαρίθμων μαθητών της ερμητικής παραδόσεως, οι οποίοι, πιστοί στην ορθόδοξο διδασκαλία της οποίας είχαν καταστεί μέτοχοι, θεωρούσαν όλα τα έργα τους ως προϊόντα εμπνεύσεως του θείου Διδασκάλου και συνεπώς, τρόπον τινα, ως πνευματική ιδιοκτησία αυτού. Έτσι ο ίδιος ο Μανέθων βεβαιώνει ότι ο Ερμής είχε γράψει 36.000 έργα, ο Ιάμβλιχος υποβιβάζει τον αριθμό σε 1.200, ενώ ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, μολονότι κάμνει λόγο περί 30.000 έργων, δηλώνει ότι κατά την εποχή του, υπήρχαν μόνο 42 γνήσια ιερά κείμενα του Ερμού. Στο επώνυμο Τρισμέγιστος εδόθησαν πολυειδείς ερμηνείες. Η ορθότερη, είναι εκείνη η οποία δίδεται στο κείμενο του Σμαραγδίνου Πίνακος υπό του ιδίου του Τρισμεγίστου,  ότι η γνώση εκτείνεται επί των τριών πεδίων του Παντός ήτοι επί του φυσικού ή υλικού Κόσμου, επί του ενδιαμέσου ή ουρανίου ή αστρικού και επί του θείου ή αρχετύπου Κόσμου.

Το γεγονός πάντως είναι ότι οι ερμαϊκοί διάλογοι, αναγνωρίσθηκαν ως θεόπνευστοι και υπό αυτών των πρώτων Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι πολλές φορές τους χρησιμοποίησαν, παράλληλα προς τους σιβυλλικούς χρησμούς,  για να υποστηρίξουν τη σημασία της ελεύσεως του Ιησού Χριστού. Ό Λακτάντιος, αν και αποκαλεί τον Ερμή «γόητα», ομολογεί με έκπληξη ότι  «οὗτος ἔοικε τῇ θείᾳ Γραφῇ (τῇ μωσαϊκὴ Γενέσει) οὐ παρέργως ὁμιληκέναι• ὅθεν ἐκ ταύτης ὁρμώμενος,  τῇ κοσμοποιΐᾳ ἐπιχειρεῖ, μηδὲ αὐτὰς ὀκνῶν τὰς μωσαϊκὰς λέξεις ψιλὰς ἐνίοτε ἀναγράφειν... Τὸ γὰρ καὶ εἶπεν ὁ Θεὸς αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε σαφῶς ἐκ τῆς μωσαϊκῆς κοσμοποιΐας ἐστίν... Οὐκ ἄδηλον δὲ ὅστις ἦν ὁ τῶν Ἑλλήνων Ποιμάνδρης• ὁ καὶ παρ' ἡμῖν ἴσως κοσμοκράτωρ ὀνομαζόμενος, ἢ τῶν ἐκείνου τίς». (Λακτάντιου, Divinarum Institutionum, ήτοι Περί θείων θεσμών). Σε άλλο σημείο, ο ίδιος ομολογεί: «Διότι ὁ Τρισμέγιστος,  ὁ ὁποῖος δεν γνωρίζω πῶς, κατόρθωσε να ἀνακαλύψῃ σχεδὸν ὁλόκληρον τὴν Ἀλήθειαν,  περιέγραψε συχνὰ τὴν ἰσχὺν καὶ ἀρετὴν τοῦ Λόγου». Οι Νεοπλατωνικοί αναγνωρίζουν τον Ερμή ως θεόπνευστο αποκαλυπτή,  τα δε κείμενά του την εποχή εκείνη, θεωρούνταν ως αυθεντικά μνημεία της αρχαίας αιγυπτιακής θεολογίας. Τη γνώμη αυτή παραδέχτηκαν οι Ουμανιστές της Αναγεννήσεως, όπως ο Μαρσίλιος Φικίνος, ο μεταφραστής των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων και του Πλωτίνου στη λατινική, ο Patrizzi, ο πρώτος που μεταγλώττισε τους κυριότερους ερμητικούς διαλόγους στη λατινική, και πολυάριθμοι άλλοι σοφοί. Όλοι αυτοί πίστευαν ότι στους ερμητικούς διαλόγους είχαν βρει την πρώτη πηγή και την κλείδα της ορφικής μυσταγωγίας, της πυθαγορείου φιλοσοφίας και του πλατωνικού εσωτερισμού. Αλλά αυτό όμως παρ' όλο που δεν αληθεύει, δεν αμαυρώνει την πράγματι μνημειώδη σημασία των ερμαϊκών κειμένων,  διότι πρόκειται περί έργων  της ελληνιστικής περιόδου και ως εκ τούτου παρουσιάζουν τον γνωστό συγκριτικό χαρακτήρα, όλων των κατά την άκρως ενδιαφέρουσα εκείνη εποχή μυστηριακών και θεοσοφικών διδασκαλιών,  ολοκλήρου του τότε γνωστού κόσμου. Επομένως η πεποίθηση ότι αυτοί αποτελούν την κλείδα της ελληνικής θεολογίας, δεν είναι υπερβολική.

Τα κείμενα εκφράζουν, φιλοσοφικά και μυστικιστικά, τη διδασκαλία περί Θεού, Κόσμου και Ανθρώπου, με ηθικές παρεκβάσεις και αναγωγικές παραινέσεις. Τα περισσότερα αυτών, όπως προαναφέρθηκε, έχουν τη μορφή διαλόγου. Τα πρόσωπα του διαλόγου είναι φυσικά Αιγύπτιοι θεοί διαλεγόμενοι μεταξύ τους ως άνθρωποι, αυτοί δε είναι ο Ερμής ο Τρισμέγιστος, ο πρώτος Θωθ των Αιγυπτίων, ο Λόγος των θεών και ό μυητής των ανθρώπων, ο υιός του Τατ (μεταγραφή του ίδιου ονόματος Θωθ), ο δεύτερος Ερμής, εμφανιζόμενος στα κείμενα ως ξεχωριστό πρόσωπο να διδάσκεται από τον πατέρα του την ερμαϊκή φιλοσοφία, ο Ασκληπιός (Ιμχοτέπ, ο Ιμούθης των Ελλήνων),  ο Άμμων (ο θεός Ήλιος, ο Ρα), ο Αγαθοδαίμων (Χνουμ ή Κνηφ ή Χνούμις), η θεά Ίσις και ο Ώρος. Σε δυο διαλόγους εμφανίζεται επίσης ο Νους, ο ανώτερος Λόγος του Θεού, που αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο προς τον Αιγύπτιο θεό Φθα, διδάσκων τον Τρισμέγιστο. Η πλήρης συλλογή των ερμαϊκών  λόγων και διαλόγων, αποτελείται από τα εξής έργα:

Από το λεγόμενο ερμαϊκό σώμα,  το οποίο συνίσταται από 18 λόγους,  ο σπουδαιότερος των διαλόγων είναι ο περίφημος Ποιμάνδρης. Ο Τέλειος Λόγος, που διασώθηκε στη λατινική μετάφραση, με τον υπότιτλο Ασκληπιός. Είκοσι εννέα από τα ερμαϊκά κείμενα διέσωσε ο Στοβαίος, κυριότερο των οποίων είναι η Κόρη Κόσμου. Τέλος, μικρότερα αποσπάσματα διέσωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας Λακτάντιος, Κυρίλλος κ. ά.

Σε σύγκριση με άλλα ερμητικά κείμενα, τα ερμαϊκά δεν προβλέπουν καθαρμούς, τελετουργίες προς απόπλυση της αμαρτίας, ούτε άλλες θεουργικές πράξεις, με σκοπό την επίτευξη θεοφανείας, αλλά παρουσιάζονται ως μυστήρια του Λόγου  έμπλεα συμβολισμού και απορρητολογίας, παράλληλα όμως με σαφή αποστροφή προς  τη λαϊκή εξωτερική λατρεία. Το γεγονός ότι δεν διαπιστώνεται αυστηρή ομοιογένεια απόψεων στα διάφορα κείμενα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν συντάχθηκαν από έναν συγγραφέα, αλλά από διάφορους, που ήκμασαν στο χρονικό διάστημα των τριών πρώτων αιώνων.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Συνάντηση Τζιτζικώστα με το δίκτυο Ανθεκτικών Πόλεων - Οι προτάσεις
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Απόστολος Τζιτζικώστας άκουσε με προσοχή και ενδιαφέρον τις προτάσεις που του παρουσιάστηκαν και δεσμεύτηκε να διερευνήσει κάθε...
Συνάντηση Τζιτζικώστα με το δίκτυο Ανθεκτικών Πόλεων - Οι προτάσεις