Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Οι γυναίκες του τελευταίου ορόφου

Γράφει ο Γιώργος Παπαδημητρίου

Αξιολόγηση: *

Σκηνοθεσία: Φιλίπ Λε Γκουέ

Παίζουν: Φαμπρίς Λουκινί, Κάρμεν Μάουρα, Σαντρίν Κιμπερλέν, Ναταλία Φερμπέκε.

Διάρκεια: 104’

Βρισκόμαστε στο Παρίσι, το σωτήριο έτος 1962. Την ώρα που ζυγώνει το τέλος του αντιαποικιοκρατικού Πολέμου της Αλγερίας (1954-1962), τα υψηλά στρώματα της γαλλικής μπουρζουαζίας αγρόν αγοράζουν. Συνεχίζουν απρόσκοπτα να διάγουν τον τρυφηλό τους βίο, έχοντας κατά νου μονάχα τα ευτελή ζητήματα του μικρόκοσμού τους. Την ίδια στιγμή, λίγο δυτικότερα, η δικτατορία του Φράνκο διανύει το εικοστό τρίτο της έτος, έχοντας ακόμη δεκατρία χρονάκια μπροστά της. Σε μία αριστοκρατική κατοικία της γαλλικής πρωτεύουσας, οι δύο αυτοί κόσμοι θα συναντηθούν. Πιο συγκεκριμένα, ο πέμπτος όροφος του πλούσιου Γάλλου χρηματιστή και της κρυόκωλης  και αργόσχολης γυναίκας του θα γνωρίσει τον έκτο όροφο της Ισπανίδας υπηρέτριας και των συναδέλφων της, οι οποίες έχουν έρθει στη Γαλλία για να βγάλουν τον επιούσιο. Στην ταινία του Φιλίπ Λε Γκουέ, το μοναδικό ζητούμενο ήταν να ζήσουν όλοι καλά και εμείς καλύτερα. Όλα τα υπόλοιπα, ως ασήμαντες λεπτομέρειες, θα ρυθμιστούν αναλόγως, δεν υπάρχει λόγος να χολοσκάμε.

Ο δυσκοίλιος Γάλλος μεγαλοαστός, μεγαλωμένος μέσα στα πούπουλα, λάτρης των τύπων, βυθισμένος σε μία ανυπόφορα βαρετή και προβλέψιμη ζωή, ξάφνου αλλάζει πατόκορφα, μεταμορφώνεται, βλέπει το φως το αληθινό. Αφορμή για όλα τα παραπάνω κοσμογονικά, η αντικατάσταση του υπηρετικού προσωπικού και το σκίρτημα που προκαλεί η παρουσίας της νέας και όμορφης Σπανιόλας παραδουλεύτρας. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η σαρωτική αλλαγή έρχεται τόσο απότομα και απροκάλυπτα, σε σημείο που ακυρώνεται ολόκληρο το προφίλ χαρακτήρα που μόλις έχει σκιαγραφηθεί. Επί δεκαετίες ολάκερες, ο αγαπητός μας ήρωας δεν έχει μπει στον κόπο να ανέβει δέκα το πολύ σκαλοπάτια και από το πουθενά, προτού μάλιστα ο έρωτας κάνει τα μαγικά του, όχι μόνο μπαίνει στον κόπο να ανακαλύψει τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο που βρίσκεται πάνω από το κεφάλι του, αλλά ταυτίζεται κιόλας αστραπιαία μαζί του.

Ο ήρωάς μας λοιπόν, σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, αποχαιρετά το Παρίσι και την μπουρζουαζία και ανοίγει πανιά για νέες πολιτείες. Η σχολικού επιπέδου λαογραφία λύνει και δένει και μετά από επαρκείς ποσότητες τσορίθο, γκασπάτσο παέγια και χαμόν, ο μεσιέ Ζουμπέρ πολιτογραφείται Ισπανός πολίτης. Ωσάν καλός Σαμαρείτης, αναλαμβάνει να ανακουφίσει τις νέες του συμπατριώτισσες από κάθε πιθανό και απίθανο βάσανο. Παρακολουθεί ταχύρρυθμα μαθήματα ευαισθησίας για τα θύματα της φρανκικής δικτατορίας, χωρίς να υπερβαίνει φυσικά το καρτποσταλικό επίπεδο. Αν ήμασταν ντε και καλά υποχρεωμένοι να αναφέρουμε κάτι το θετικό, θα μπορούσαμε να πούμε πως η ταινία αναδύει σε ολιγάριθμες στιγμές μία ευπρόσδεκτη χαριτωμενιά, επί της ουσίας μονάχα όσο το σενάριο επιτρέπει στον Φαμπρίς Λουκινί να εξασκήσει την ερμηνευτική του μανιέρα. Η αδέξια και τρυφερή πορεία ενός ντροπαλού και συμβιβασμένου άντρα προς την προσδοκία ενός φρέσκου έρωτα δεν είναι ποτέ μία κακή κινηματογραφική ιδέα. Η πλήρως ερωτεύσιμη φιγούρα της κούκλας Ισπανό-Αργεντίνας Ναταλία Φερμπέκε συνεισφέρει στη βραχύβια feelgood αίσθηση, προτού η κατάσταση εκτραπεί στην απόλυτη φαιδρότητα.

Διότι η παντελώς απλοϊκή χαρακτηρολογία, η μηδενική εμβάθυνση στη δυναμική των σχέσεων και η επιφανειακή απεικόνιση των καταστάσεων δεν είναι τα μόνα εμφανή ελαττώματα. Το βιαστικό, κακογραμμένο και ολότελα ασουλούπωτο φινάλε είναι αυτό που θα κλέψει την παράσταση. Με την παντελώς αμήχανη χρήση του ευρήματος του χαμένου γιου. Με την ασυνάρτητη αλληλουχία των τελικών γεγονότων που στριμώχνονται μπας και χωρέσουν σε μία πλοκή που δεν οδηγεί πουθενά. Με την καταφυγή σε ένα αδέξιο, αχρείαστο και άνευρο ερωτικό ειδύλλιο. Με ένα τέλος που έρχεται σε πολλές δόσεις για να καλύψει με προχειρότητα κάθε κενό.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ