Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Τα «λουκέτα» στις επιχειρήσεις θα κοστίσουν οκτώ δισ. στο δημόσιο

Κοντά στα οκτώ δισ. ευρώ θα φτάσει το κόστος για το κράτος από τα «λουκέτα» των επιχειρήσεων, ενώ, οι απώλειες προσαυξάνονται εάν υπολογιστούν παράλληλα και οι επιπτώσεις από την απώλεια θέσεων εργασίας.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από έρευνα του Ινστιτούτου Μελέτης Εμπορίου και Υπηρεσιών της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, εάν κλείσουν μέσα στον επόμενο χρόνο 120.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το ελληνικό δημόσιο θα χάσει από τη φορολόγηση - χωρίς να συνυπολογίζονται οι έκτακτοι φόροι και εισφορές – περίπου 8 δισ. ευρώ.

Όπως υπολογίζεται σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος σε ένα χρόνο η εκτίμηση είναι ότι τα λουκέτα στην αγορά θα αφορούν 220.000 επιχειρήσεις αλλά ταυτόχρονα, όπως ανέφερε η επιστημονική συνεργάτης της ΕΣΕΕ κυρία Βάλια Αρανίτου σε συνέντευξη Τύπου της ΕΣΕΕ με αφορμή το κλείσιμο των καταστημάτων στις 23 Φεβρουαρίου 2011, η διεθνής βιβλιογραφία δείχνει ότι δεν κλείνουν μόνο οι επιχειρήσεις σε περίοδο κρίσης αλλά ανοίγουν κιόλας και υπολογίζεται ότι θα ανοίξουν 100.000 επιχειρήσεις.

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι τα λουκέτα αφορούν 24.000 αυτοαπασχολούμενους (20%) με απώλεια εσόδων για το ελληνικό δημόσιο από αυτή την κατηγορία 309.494.880 ευρώ. Οι ατομικές επιχειρήσεις που θα κλείσουν υπολογίζονται σε 66.000 (55%) με έσοδα 3.598.514.700, οι Ο.Ε. υπολογίζονται σε 24.000 (20%) με απώλεια εσόδων για το δημόσιο 2.276.835.360 και ΑΕ 6.000 (5%) με απώλεια εσόδων για το δημόσιο 1.703.970.960 ευρώ. Συνολικά δηλαδή το δημόσιο θα χάσει 7.888.815.900 ευρώ. Οι απώλειες προσαυξάνονται, όπως σημειώθηκε, αν υπολογιστούν οι παράπλευρες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες (ανεργία απώλεια εισοδημάτων κλπ).

Τα λουκέτα είναι γύρω στις 65.000 το 2010 και τα χαμένα έσοδα για το δημόσιο είναι γύρω στα 3 δις ευρώ και αναμένεται ότι με το τέλος των εκπτώσεων θα αυξηθούν οι χρεοκοπίες.

Σημειώνεται ότι η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου καλεί όλους τους εμπόρους της χώρας να συμμετάσχουν στην απεργία στις 23 του μήνα κλείνοντας τα καταστήματά τους.

Η μεγάλη πλειοψηφία μιας σκληρά εργαζόμενης, δημιουργικής μεσαίας τάξης αποφάσισε «να αυτομαστιγωθεί κλείνοντας τα μαγαζιά της, φωνάζοντας μέσα στην αγωνία της… μη μπορώντας να αντέξει άλλα λουκέτα που διαλύουν τον κοινωνικό ιστό, την απελευθέρωση εγκατάστασης των πολυεθνικών υπερκαταστημάτων […]τη φοροδιαφυγή του εμπορίου», αναφέρει, μεταξύ άλλων, σε ανοιχτή επιστολή του ο Κωστής Χαντζαρίδης, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης και της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Κεντρικής-Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και α΄ αντιπρόεδρος της ΕΣΕΕ.

Στην επιστολή του ο κ. Χαντζαρίδης εκφράζει την αγανάκτηση των εμπόρων για τα προβλήματα του κλάδου, αλλά και την αντίθεσή του σε όσους «κλείνουν τα σύνορα», «μπλοκάρουν δρόμους» και «κατεβάζουν κατά το δοκούν διακόπτες».

«Η χώρα, η οικονομία, η αγορά περνάει μια πολύ δύσκολη περίοδο. Κινδυνεύει όμως να μπει στον δρόμο της καταστροφής. Είναι άλλο η διαμαρτυρία και εντελώς διαφορετικό η βία, ο χουλιγκανισμός και η απόλυτη κατάλυση του νόμου και της δημοκρατίας. Δεν είναι δυνατόν κάποιοι να κλείνουν τα σύνορα της χώρας, να μπλοκάρουν δρόμους, να κατεβάζουν κατά το δοκούν διακόπτες, να παραλύουν κάθε οικονομική δραστηριότητα στις πόλεις, να απομονώνουν την «αγορά» και να μένουν ατιμώρητοι», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Σημειώνεται ότι η επιστολή απευθύνεται προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό, τον υπουργό Οικονομικών, τον υπουργό και τον υφυπουργό Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, τον περιφερειάρχη Κ. Μακεδονίας και το Δήμαρχο Θεσσαλονίκης.

Υπενθυμίζεται ότι αντίθετη με την άποψη για κλείσιμο των καταστημάτων, είναι η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος.

Στο μεταξύ, επιστολή προς τους συναρμόδιους υπουργούς Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου και Περιφερειακής Ανάπτυξης Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, απέστειλε τη Δευτέρα ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος.

Ο κ. Μίχαλος επισημαίνει την αναγκαιότητα να ενσωματωθεί άμεσα στην ελληνική νομοθεσία η κοινοτική οδηγία η οποία προβλέπει την υποχρέωση αποπληρωμής των οφειλών του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις σε διάστημα που δε θα υπερβαίνει τις 30 εργάσιμες ημέρες για την συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων και τις 60 ημέρες για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της υγείας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ