Στη ζούγκλα…
Στη ζούγκλα, η μαϊμού ανεβαίνει από περιέργεια σ’ ένα μεγάλο χασισόδεντρο. Κόβει ένα από τα φύλλα του και το μασάει. Μετά από λίγο κάνει κεφάλι και αρχίζει να τραγουδάει. Την ακούει η σαύρα και πηγαίνει κάτω από το δέντρο να δει.
-Τι κάνεις εκεί πάνω ρε μαϊμού;
-Άσε δικιά μου, έχω φτιαχτεί μια χαρά. Ανέβα να δοκιμάσεις και συ από αυτά τα φύλλα. Θα πάθεις πλάκα.
Πράγματι, η σαύρα ανεβαίνει και αρχίζει κι αυτή να μασουλάει.
-Πω, πω έχεις δίκιο. Έχω πάθει πλάκα. Μ’ έχει ανάψει αυτό το πράγμα. Τώρα θέλω να πιω νερό. Πετάγομαι μέχρι το ποτάμι κι έρχομαι να συνεχίσω.
Η σαύρα κατεβαίνει από το δέντρο και αφήνει τη μαϊμού να μασουλάει. Όταν φτάνει στο ποτάμι, κουνιστή και γελαστή, τη βλέπει ο κροκόδειλος.
-Τι έγινε ρε ξαδέλφη; Τι έπαθες κι είσαι μες στην τρελή χαρά;
-Πού να σου τα λέω, ξάδελφε. Η μαϊμού βρήκε ένα δέντρο που όταν μασάς τα φύλλα του γίνεσαι πύραυλος. Πήγαινε να δεις και μόνος σου.
Φεύγει ο κροκόδειλος όλος περιέργεια και ψάχνει το δέντρο. Ακούει το τραγούδι της μαϊμούς και το εντοπίζει. Πηγαίνει από κάτω και κοιτάζει. Τον βλέπει η μαϊμού και λέει:
-Μωρή, πόσο νερό ήπιες; Πρήστηκες!...
«Σκέψου πριν και μετά μίλησε. Σταμάτα δε, πριν σου πούνε “φθάνει”».