Ανέκαθεν οι Ελληνες σέβονταν τους άγραφους νόμους. Σέβονταν κανόνες και αρχές που μπορεί να μην αποτυπώνονται σε κάποιο έγγραφο διάταγμα, αλλά κληροδοτούνται από τη μια γενιά στην άλλη και επηρεάζουν διαχρονικά τις ζωές των κατοίκων αυτής της χώρας.
Οι άγραφοι νόμοι δε χρειάζονται υπενθύμιση και τις περισσότερες φορές δεν επιβάλλονται. Τυγχάνουν του σεβασμού των ανθρώπων, οι οποίοι αναγνωρίζουν ότι αυτοί οι νόμοι κατέχουν σημαντική θέση στην εθνική παράδοση και κληρονομιά.
Δυστυχώς, συμβαίνει οι νομοθέτες που εισάγουν τους κλασικούς, γραπτούς νόμους, να μη λαβαίνουν υπόψη τους άγραφους νόμους. Φυσικά τις συνέπειες αυτής της αμέλειας δεν τις υφίστανται οι ίδιοι οι νομοθέτες, αλλά ο απλός λαός που προσπαθεί να συμμορφωθεί με τους νόμους που ψηφίζονται αλλά αντιφάσκουν με αυτούς που έχουν γίνει αποδεκτοί δια της παράδοσης.
Τρανταχτό παράδειγμα η περιπέτεια που έζησε, για κακή του τύχη, ένας φοιτητής στην Κομοτηνή. Σεβόμενους τους άγραφους νόμους της φοιτητικής κάστας, βγήκε αργά το βράδυ να διασκεδάσει μαζί με συμφοιτητές του σε κάποιο από τα πολλά μπαράκια που υπάρχουν στη θρακική πόλη.
Οπου διασκέδαση σημαίνει (πάντα με βάση τον παραδοσιακό φοιτητικό κώδικα διαβίωσης) κατανάλωση αλκοόλ σε διάφορες μορφές, όπως σφηνάκια, ποτάκια, κοκτέιλ κλπ. Αρχισαν, λοιπόν, τα παιδιά να παραγγέλνουν και ο σερβιτόρος πρόθυμα εκτελούσε τις παραγγελίες. Μόνο που ξεχνούσε μαζί με τα ποτήρια να τους πηγαίνει και τη σχετική απόδειξη.
Οι νεαροί το παρατήρησαν και αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν τον ευεργετικό νόμο που λέει πως ο πελάτης δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει εφόσον το κατάστημα δεν του προσκομίσει την αντίστοιχη λιανική απόδειξη. Μάλιστα, το αρμόδιο υπουργείο έχει υποχρεώσει τους καταστηματάρχες να αναρτούν σε ευδιάκριτο μέρος μια επιγραφή με την παραπάνω οδηγία ώστε ο πελάτης να μη διστάζει να κάνει χρήση της.
Ο φοιτητής με την παρέα του ζήτησαν για τελευταία φορά απόδειξη, αυτή δεν τους δόθηκε και σηκώθηκαν να φύγουν, νόμιμα με βάση τον γραπτό νόμο, παράνομα με βάση τον άγραφο νόμο που ισχύει στα νυχτερινά μαγαζιά και που δεν έλαβαν υπόψη τους οι νεαροί.
Κι αυτός ο άγραφος νόμος δεν αναρτάται σε επιγραφή στα καταστήματα αυτά, επειδή όλοι τον γνωρίζουν και κατά βάθος τον σέβονται. Ή σχεδόν όλοι... Τι λέει αυτός ο νόμος; “Κάθε αγαπητός πελάτης που σηκώνεται και φεύγει από το μαγαζί χωρίς να πληρώσει, υπογράφει την καταδίκη του. Το γυφτιλίκι ξεπληρώνεται με φάπες. Κατόπιν τούτου, το κατάστημα δε φέρει καμία ευθύνη για τυχόν απώλεια δοντιών, αλλαγή χρώματος στο πρόσωπο, εμφάνιση οιδημάτων, πρηξιμάτων και καρουμπάλων”.
Ο φοιτητής που πρωτοστάτησε στην τήρηση του υπουργικού νόμου αγνόησε την ισχύ του άγραφου νόμου της νύχτας και πλήρωσε την άγνοιά του με μια επίσκεψη σε γναθοχειρουργό. Οπότε, γίνεται αντιληπτό το δίλημμα στο οποίο έρχεται ο καταναλωτής σε τέτοιου είδους χώρους. “Να πληρώσω τώρα που δεν πήρα απόδειξη ή να μην πληρώσω”;
Για να το θέσω διαφορετικά: “Να δώσω τα δέκα ευρώ άνευ απόδειξης για τα ποτά που ήπια ή να τα δώσω (με απόδειξη) στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου που εφημερεύει”;