Επί δικτατορίας είναι κάποιος νυχτιάτικα έξω από ένα σπίτι και φωνάζει:
-Μωρήηηηηη... μωρήηηηηηηη...
Περιμένει λίγο, δεν του απαντάει κανείς οπότε συνεχίζει...
-Μωρήηηηηηηηηη... μωρήηηηηηηηηηη...
Κάποιος περαστικός πλησιάζει από περιέργεια και ρωτάει:
-Με συγχωρείτε, αλλά ποιον φωνάζετε;
-Τη γυναίκα μου να μου ανοίξει επειδή ξέχασα τα κλειδιά.
-Δεν θέλω να σας κάνω παρατήρηση, αλλά το βρίσκετε σωστό να φωνάζετε μωρή τη γυναίκα σας;
-Άκου να δεις, αν θες φώναξέ την εσύ... Ελευθερία τη λένε...
Πέφτει η χούντα, αλλά οι χουντικοί τη σκαπουλάρουν και μεταμφιέζονται για να μην αναγνωρίζονται. Πάει λοιπόν ο Πατακός ντυμένος χίπυς (της μόδας εκείνη την εποχή) σε μια καφετέρια να πιει καφέ και να διαπιστώσει την αποτελεσματικότητα της μεταμφίεσής του.
-Έναν ελληνικό βαρύ γλυκό, λέει ο Πατακός.
-Αμέσως κύριε Στέλιο, λέει η γκαρσόνα.
«Ω, ρε συ τι γίνεται, με αναγνωρίζουνε», σκέφτηκε. Αλλάζει μεταμφίεση σε παπά και ξαναπάει.
-Τι να σας φέρω κύριε Στέλιο; ρωτάει η γκαρσόνα.
Ξανά-μανά αλλάζει, τα ίδια.
-Πώς με καταλαβαίνεις, βρε κοπέλα μου, ρωτάει ο Πατακός.
-Σσσσσσ, πιο σιγά Στέλιο, λέει η σερβιτόρα, ο Μακαρέζος είμαι...
«Ο άνθρωπος είναι λιγότερο ο εαυτός του όταν μιλάει ως ο εαυτός του. Δώσ’ του μια μάσκα και θα σου πει την αλήθεια».
Όσκαρ Ουάιλντ