Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Ηράκλειτος: Ο σκοτεινός φιλόσοφος

Του ΝΙΚΟΥ ΚΑΜΠΑΝΗ, συγγραφέα-ερευνητή

Όλοι οι άνθρωποι σήμερα απομακρύνονται από την αλήθεια και τη δικαιοσύνη ολοκληρωτικά δοσμένοι στη φιλοδοξία και τη δόξα, οι δύστυχοι ανόητοι. Όσο μεγάλη δόξα, δύναμη και εξουσία όμως κι αν αποκτήσουν, όπως ο ωραιότερος πίθηκος είναι άσχημος όταν συγκρίνεται με το γένος των ανθρώπων (απόσπ., 82), έτσι και αυτοί, οι ανόητοι, που φαντάζουν μεταξύ τους σοφοί, πρέπει να γνωρίζουν ότι και ο σοφότερος άνθρωπος, όταν συγκρίνεται με το θεό, φαίνεται πίθηκος και στη σοφία και στην ομορφιά και σ' όλα τ' άλλα (απόσπ., 83). Ακόμα και αυτοί, όταν πεθάνουν τους περιμένουν πράγματα που δεν τα ελπίζουν και δεν τα υποθέτουν (απόσπ., 27), αφού δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα σαρκίο κενό ψυχής, αληθινά πτώματα, και, κατά τον Ηράκλειτο, τα πτώματα είναι πιο πολύ για πέταμα από την κοπριά (απόσπ., 96). Γι' αυτό είναι προτιμότερο να μεταστραφούν, να μιλούν με νου και να στηρίζονται σ' αυτό που είναι κοινό στα πάντα, όπως ακριβώς μια πόλη πρέπει να στηρίζεται στο νόμο της, και με περισσότερη δύναμη ακόμα. Γιατί όλοι οι ανθρώπινοι νόμοι τρέφονται από τον ένα, το θεϊκό· γιατί αυτός κυριαρχεί όσο ακριβώς θέλει, επαρκεί για τα πάντα και περισσεύει.

Ο Ηράκλειτος είναι ένας εκ των μεγαλυτέρων Ελλήνων φιλοσόφων, που γεννήθηκε και έδρασε στην Έφεσο περί το 544 π.Χ. Ο θάνατός του δεν έχει ορισθεί επακριβώς. Αν λάβουμε όμως υπ' όψιν ότι η ακμή του συμπίπτει με την 69η Ολυμπιάδα (504-501 π.Χ.) και ότι έζησε 60 έτη μπορούμε να δεχθούμε ότι πέθανε περί το 484 π.Χ. Πατέρας του αναφέρεται ο Βλύσων (ή Βλόσων) ή Ηράκων. Ανήκε στο γένος των Ανδροκλειδών, εκείνων δηλαδή που υπό την αρχηγία του Ανδρόκλου, του γιου του Βασιλέα των Αθηνών Κόδρου, ξεκίνησαν από την Αθήνα και έκτισαν στην Ιωνία την Έφεσο. Αριστοκράτης στην καταγωγή, ήταν αντίπαλος τόσο της τυραννίας, όσο και της δημοκρατίας. Πήρε μέρος στους πολιτικούς αγώνες της πατρίδας του, στο πλευρό πάντοτε των αριστοκρατών, καταδικάζοντας την αρχή της ισότητας. Θεωρείτο από τους πιο βαθυστόχαστους φιλοσόφους στην εποχή του, αλλά και σήμερα κατατάσσεται, μαζί με το Δημόκριτο, στους προδρόμους των σύγχρονων φυσικών επιστημών.

Η ζωή του είναι απλή και διαφορετική από τη ζωή πολλών. Πρώτος, χωρίζεται ριζικά από το κόσμο και ζει μόνος τη ζωή της σκέψεως και της ελευθερίας, είναι δε τέτοια η εκτίμησή του προς την ελεύθερη και αυθυπόστατη προσωπικότητα, ώστε τη θεωρεί πιο σημαντική μυρίων συνήθων ανθρώπων «εἷς ἐμοὶ μύριοι, ἐὰν ἄριστος ἦι». Στον Ηράκλειτο κατά πρώτον ευρίσκουμε την ευγένεια και το υπέροχο ήθος που διακρίνουν τους φιλοσόφους της Ελλάδος. Η σχέση του με τους συμπολίτες του, τους Εφεσίους, υπήρξε αρνητική, και κυρίως αφ' ότου αυτοί εξόρισαν το φίλο του Ερμόδωρο, τον άριστο Εφέσιο άνδρα, με τη δικαιολογία ότι δεν πρέπει κανείς αναμεταξύ των να είναι άριστος. Ο Ηράκλειτος μέμφεται τον όχλο ως άφρονα και ανόητο όχι από υπεροψία, αλλά από γνώση.

Όταν οι συμπολίτες του τον κάλεσαν να αναλάβει τη διοίκηση των κοινών πραγμάτων δεν δέχθηκε, διότι δεν ήταν σύμφωνος ούτε προς τους καθεστώτας νόμους ούτε προς τον τρόπο της διοικήσεως της πόλεως. Ο Αντισθένης λέγει, κατά τον Διογένη Λαέρτιο, ότι εκχώρησε τη βασιλεία στον αδελφό του. Η περιφρόνηση του Ηρακλείτου προς τις σπουδές και τις ασχολίες των ανθρώπων εκφράζεται, εντονότατα στην επιστολή του προς τον Δαρείο τον Υστάσπους, ο οποίος ενδιαφέρθηκε πολύ να μετάσχει της σοφίας του φιλοσόφου και για τον λόγο αυτόν τον προσκάλεσε στον βασιλικό του οίκο. Ο Ηράκλειτος απάντησε, κατά τον Διογένη Λαέρτιο. ως εξής: «Ὁκόσοι τυγχάνουσιν όντες ἐπιχρόνιοι, τῆς μὲν ἀληθείας καὶ τῆς δικαιοπραγμοσύνης ἀπέχονται, ἀπληστίῃ δὲ καὶ δοξοκοπίῃ προσέχουσι κακῶς ἕνεκα ἀνίης· ἐγὼ δὲ ἀμνηστίαν ἔχων πάσης πονηρίας καὶ κόρον φεύγων παντὸς οἰκειουμένου φθόνου, καὶ διὰ τὸ περΐστασθαι ὑπερηφανείας, οὐκ ἂν ἀφικοίμην εἰς Περσῶν χώραν, ὀλίγοις ἀρκεόμενος κατ' ἐμὴν γνώμην». (Όλοι οι άνθρωποι σήμερα απομακρύνονται από την αλήθεια και τη δικαιοσύνη ολοκληρωτικά· δοσμένοι στη φιλοδοξία και τη δόξα, οι δύστυχοι ανόητοι. Για μένα, που αγνοώ εντελώς το κακό, που δεν έχω σφοδρότερη επιθυμία να αποφεύγω τον ενοχλητικό φθόνο και να ξεφεύγω από την αλαζονεία της εξουσίας, δεν θα πατήσω το πόδι μου στη γη των Περσών. Αρκούμαι στα λίγα και ζω κατά τα κέφια μου).

Κατά τον Διογένη Λαέρτιο, ο Ηράκλειτος ήταν αυτοδίδακτος, χωρίς όμως αυτό να είναι ακριβές. Το βέβαιο είναι ότι αποκήρυξε την πολυμάθεια, ενώ κατέκρινε τον Πυθαγόρα και άλλους γι' αυτήν. Σε αντίθεση με την πολυμάθεια τονίζει την επιστροφή εντός του εαυτού και την εμβάθυνση στην ίδια την ψυχή. Αυτό σημαίνει ο λόγος του Ηρακλείτου, «διζήσασθαι αὑτὸν καὶ μαθεῖν πάντα παρ' ἑαυτοῦ». Να εξετάζεις τον εαυτό σου και να μάθεις τα πάντα από αυτόν. Ο Ηράκλειτος είναι γνωστός ως ο σκοτεινός φιλόσοφος. Οι απλοϊκοί πίστευαν ότι έγρα­φε σκοτεινό λόγο, για να μην τον εννοούν οι πολλοί, προς τους οποίους είχε σχέση αρνητική. Την ίδια γνώμη έχει και ο Κικέρων. Αλλά το βέβαιο είναι, ότι ο Ηράκλειτος δεν φρόντισε καθόλου να καλλιεργήσει τον τρόπο της εκφράσεώς του, πράγμα σύνηθες σε πολλούς φιλοσόφους. Ένεκα δε αυτών, όλα τα φιλοσοφήματά του είναι για τους πολλούς σκοτεινά.

Στους σκοτεινούς φιλοσόφους ανήκουν και ο Πλωτίνος και ο Έγελος. Ο Αριστοτέλης αποδίδει την σκοτεινότητα της εκφράσεως του Ηρακλείτου σε γραμματικές ελλείψεις, διότι δεν ξέρουμε, έλεγε, αν μια λέξη αναφέρεται σ' αυτό που προηγείται ή σ' αυτό που ακολουθεί, αφού στα κείμενά του παραλείπει να κάνει στίξη. Για παράδειγμα στο απόσπασμα «τοῦ δὲ λόγου τοῦδ᾽ ἐόντος ἀεὶ ἀξύνετοι γίνονται ἄνθρωποι»· (αν και ο λόγος αυτός είναι αιώνια οι άνθρωποι είναι ανίκανοι να καταλάβουν) δεν ξέρουμε σε τί αναφέρεται η λέξη αεί. Ο Σωκράτης, στον οποίο ο Ευριπίδης έδωσε το σύγγραμμα του Ηρακλείτου, ερωτηθείς ποία γνώμη έχει περί αυτού, απάντησε «ἃ μὲν συνῆκα, γενναία· οἷμαι δὴ καὶ ἃ μὴ συνῆκα· πλὴν Δηλίου γε τινος δεῖται κολυμβητοῦ»· (αυτά που κατάλαβα είναι σπουδαία, νομίζω όμως ότι είναι εξίσου σπουδαία και αυτά που δεν μπόρεσα να καταλάβω. Ωστόσο χρειάζεται να είσαι δεινός κολυμβητής σαν αυτούς από τη Δήλο για να μην πνιγείς μέσα στο βιβλίο του).

Ο Ηράκλειτος άσκησε μεγίστη επίδραση στους μετέπειτα σοφούς. Συνήθως πιστεύεται ότι η θεωρία του Ηρακλείτου αναπτύχθηκε περαιτέρω κυρίως υπό της σοφιστικής. Αυτό όμως είναι ανακριβές, διότι η σοφιστική είναι απλώς κριτική και ανατροπή της κοινής γνώμης, ενώ η φιλοσοφία του Ηρακλείτου είναι γόνιμη, ο δε λόγος του είναι σοφία. Ο φιλόσοφος εκείνος της αρχαιότητας, επί του οποίου εξάσκησε ο Ηράκλειτος την μεγαλύτερη και γονιμότερη επίδραση, είναι ο Πλάτων. Η θεωρία του Πλάτωνος περί του γίγνεσθαι του αισθητού κόσμου, συνάμα δε και η θεωρία του περί αρμονίας και περί του κόσμου εν γένει, ως συμφωνίας αντιμαχομένων στοιχείων, είναι η συνέχιση και η ανάπτυξη των θεωριών του Ηρακλείτου.

Ο λόγος του Ηρακλείτου είναι και κατ' ουσίαν σκοτεινός. Υποδεικνύει ότι δεν αποκαλύπτει τη σκέψη του με άμεσο τρόπο, ούτε όμως επιχειρεί να παραπλανήσει τους ακροατές του. Παρέχει τα σημάδια, τα οποία εκείνοι καλούνται να εννοήσουν με τον ορθό τρόπο. Η φιλοσοφία του, δεν είναι μια αυθαίρετη και υποκειμενική κατασκευή αλλά μια έκφραση του λόγου που διέπει τα πάντα, όσο και αν μένει απρόσιτος στους πολλούς. Το σκοτεινόν του Ηρακλείτου, η δυσκολία δηλαδή της κατανοήσεως του λόγου του, δεν οφείλεται επομένως σε δική του ιδιορρυθμία, αλλά στην αδυναμία των πολλών να εννοήσουν όχι τα λόγια του αλλά τον ίδιο το λόγο. Στον Ηράκλειτο η έννοια λόγος έχει πολλές σημασίες και εννοιακές αποχρώσεις. Σημαίνει ομιλία, προφορικός λόγος, αλλά και ρυθμιστική αρχή που διέπει το σύνολο της πραγματικότητας και συνδέει με σχέσεις αναλογίας τα πάντα. Επομένως, εδώ ο λόγος είναι η αιώνια καθολική σχέση που ρυθμίζει την πραγματικότητα, όπως αυτή εκφράζεται γλωσσικά.

Στον Ηράκλειτο κατ' αρχάς βρίσκουμε στοιχεία διαλεκτικής αφού ο τρόπος με τον οποίο σκέπτεται δεν είναι ο κοινός διανοητικός, ο οποίος ορίζει τα αντικείμενα και τα απονεκρώνει, καθιστώντας τα κατά κάποιον τρόπο ακίνητα. Ο φιλόσοφος της κινήσεως έπρεπε να σκέπτεται διαφορετικά από τούς άλλους, της στάσεως, δηλαδή τους Ελεάτες. Το αντικείμενο της φιλοσοφίας του δεν είναι η υλική αρχή αυτού του κόσμου αλλά ο εσωτερικός ρυθμός, ο Λόγος για τον οποίο κινείται και ρυθμίζεται. Ο Ηράκλειτος είναι ο φιλόσοφος του αιώνιου γίγνεσθαι. Η κίνηση αυτή του γίγνεσθαι εκφράζεται με την συνεχή ροή του ποταμού που ολοένα ανανεώνεται. Μέσα στον Λόγο, ο Ηράκλειτος, δένει ένα μόνο υλικό στοιχείο, το Πυρ. Η ύπαρξη του Πυρός δημιουργεί μαζί με τον Λόγο ένα κόσμο άπειρο, άναρχο, ανώλεθρο, αυτορυθμιζόμενο που μετατρέπεται σε ποικίλες μορφές. Ο κόσμος αυτός είναι η αρμονία των αντιθέσεων. Οι αντιθέσεις δημιουργούν την ενότητα των πάντων με την σύνθεσή τους. Το καλό και το κακό είναι οι αντίθετες όψεις του ίδιου πράγματος. Για τον Θεό όλα είναι ωραία και καλά και δίκαια, όμως οι άνθρωποι άλλα θεωρούν άδικα κι άλλα δίκαια. Από τα λιγοστά αποσπάσματα που έχουν διασωθεί φαίνεται πως ο χαρακτήρας του γραπτού έργου του είναι αποφθεγματικός. Η δομή και η σύνθεση των αφορισμών του είναι λεπτομερειακά επεξεργασμένη και το ύφος του αινιγματικό. Αυτός είναι άλλωστε ο βασικός λόγος για τον οποίο αποκλήθηκε σκοτεινός.

Μέλημα του φιλόσοφου είναι η αφύπνιση των ανθρώπων και η καθοδήγησή τους προς την ομολογία, προς τη λογική σκέψη που καθορίζει και συνδέει τη βαθύτερη φύση των πραγμάτων. Όπως και ο Ξενοφάνης, ο Ηράκλειτος ξεκινά από την παρατήρηση του κόσμου, τον οποίο θεωρεί και αυτός ως ενιαίο όλο, που ως τέτοιο ούτε γεννήθηκε ούτε και θα χαθεί ποτέ. Και ενώ εκείνος την ουσία του Κόσμου τη βρίσκει στη θεότητα, ο Ηράκλειτος τη βλέπει σε μία νοητική αρχή, το Λόγο. Η αδιάκοπη αλλαγή, αστάθεια κάθε μερικού, του δημιουργεί τόσο δυνατή εντύπωση, ώστε σ' αυτό βλέπει τον καθολικό Κοσμικό Νόμο, σε αντίθεση με τον Ξενοφάνη και την Ελεατική Σχολή, που πίστευε στην ακινησία του είναι, του όντος.

Η φιλοσοφία του Ηρακλείτου συνοψίζεται λακωνικότατα στη φράση «τὰ πάντα ρεῖ». Συνήθως ο λόγος αυτός του Ηρακλείτου εκλαμβάνεται από πολλούς κατά πολύ επιπόλαιο τρόπο. Το γενικό γίγνεσθαι, το οποίο αποτελεί κατά τον Ηράκλειτο την ουσία του κόσμου, δεν είναι απλώς χρονικό, αλλά έχει πολύ βαθύτερη έννοια, ή όπως λέγει ο Έγελος, διαλεκτική σημασία. Τότε κατανοεί κανείς επακριβώς τον λόγο αυτόν του Ηρακλείτου, όταν προσθέσει και τον άλλο «οὐδὲν μᾶλλον τὸ ὂν τοῦ μὴ ὄντος εἶναι», ήτοι το ον δεν έχει περισσότερη σημασία και αξία από το μη ον. Προς γένεση, δημιουργία και διατήρηση του κόσμου είναι και το ον και το μη ον απαραίτητο. Ο κόσμος είναι μία αρμονική σύνθεση των δύο αυτών στοιχείων, του όντος και μη όντος. Γι' αυτό έχουν άδικο, κατά τον Ηράκλειτο, οι Ελεάτες, οι οποίοι διδάσκουν την μονιμότητα, το αμετάβλητο και την αποκλειστική αξία του όντος. Ο κόσμος υπάρχει κατά τον Ηράκλειτο μόνον διότι μεταβάλλεται.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ