Σε μια παραλία κάθονται και ρεμβάζουν ένα ηλικιωμένο αντρόγυνο. Κάποια στιγμή περνάει από δίπλα τους ένας τουρίστας, σταματάει μπροστά στο γέρο και τον ρωτάει:
- «Ντου γιου σπικ Ινγκλις»;
Ο γέρος δεν κατάλαβε τίποτα και κούνησε με απορία το κεφάλι του.
- «Παρλεβού Φρανσέ»;
Ο γέρος αμήχανος, σήκωσε τα χέρια ψηλά δείχνοντας ότι δεν καταλαβαίνει.
- «Παρλάρε Ιταλιάνο»;
Τσιμουδιά ο γέρος...
- «Σπρέχεν Ντόιτς»;
Ο παππούς ξανακούνησε αρνητικά το κεφάλι του. Απογοητευμένος ο τουρίστας, αφού δεν έβγαλε άκρη, σηκώνεται και φεύγει. Τότε η γριά γυρίζει και λέει στον άντρα της:
- «Αχ, τι κρίμα να μην ξέρεις ούτε μια ξένη γλώσσα».
Και ο γέρος της απαντάει: «Γιατί, κι αυτός που ήξερε τέσσερις τι κατάλαβε»;
«Ό,τι δεν λύεται κόπτεται».
Μέγας Αλέξανδρος, 356-323 π.Χ., (Κόβοντας το Γόρδιο Δεσμό)