Του Στάθη Κουτσοχήνα*
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης συμμετέχει στη Διεθνή Έκθεση, για πρώτη φορά στην ιστορία του, επιδιώκοντας να αναδείξει το ρόλο του δικηγόρου στην παραγωγική διαδικασία. Η παραδοσιακή αντίληψη θέλει τον δικηγόρο αποκλειστικά ως παράγοντα της δίκης. Η σύγχρονη αντίληψη, ωστόσο, θέλει τον δικηγόρο συμπαραστάτη του επιχειρηματία σε κάθε του βήμα, κατ’ εφαρμογή του ρητού «το προλαμβάνειν καλύτερο του θεραπεύειν».
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της ηλεκτρονικής επανάστασης και της τεχνητής νοημοσύνης, δημιουργείται ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται και οι ελληνικές επιχειρήσεις. Το αν αυτές θα αποτύχουν, απλά θα επιβιώσουν ή θα διαπρέψουν εξαρτάται από το αν θα αξιοποιήσουν και σε ποιον βαθμό όλα τα εργαλεία που δυνητικά έχουν στη διάθεσή τους.
Ένα σημαντικό εργαλείο, η αξία του οποίου συχνά υποβαθμίζεται, ειδικά στην αγορά της χώρας μας, είναι η έγκυρη και έγκαιρη νομική συμβουλή. Η ευκολία πρόσβασης σε δεδομένα, μέσω του διαδικτύου, δημιουργεί την ψευδαίσθηση, ακόμα και στον πλέον αδαή, ότι μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του, χωρίς τη βοήθεια κάποιου ειδικού, κάθε νομικό ζήτημα με το οποίο έρχεται αντιμέτωπος.
Ωστόσο, η πολυπλοκότητα των νόμων, η απουσία κωδικοποίησης σε πολλά αντικείμενα του δικαίου, οι συνεχείς τροποποιήσεις και η έλλειψη σταθερού νομικού πλαισίου, η αλληλεπίδραση περισσότερων πηγών δικαίου (εθνικό δίκαιο, ευρωπαϊκό δίκαιο, διεθνείς συμβάσεις, κλπ.) συνθέτουν ένα νομοθετικό περιβάλλον εξαιρετικά σύνθετο και ευμετάβλητο. Εάν σε αυτό προστεθεί και το γεγονός της μεταβαλλόμενης ή ακόμα και αντικρουόμενης πολλές φορές νομολογίας των Δικαστηρίων, τότε κανείς εύκολα αντιλαμβάνεται γιατί η αντιμετώπιση των νομικών ζητημάτων με τρόπο επιπόλαιο, μπορεί να οδηγήσει σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα, ενδεχομένως μη αναστρέψιμα, για μία επιχείρηση.
Η σημασία της υπεύθυνης νομικής συμβουλής αναδείχθηκε πρόσφατα, ειδικά για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή της Μακεδονίας, με αφορμή τη «Συμφωνία των Πρεσπών» και την τυχόν επίδρασή της στα δικαιώματα επί εμπορικών σημάτων και άλλων διακριτικών γνωρισμάτων (π.χ. επωνυμιών επιχειρήσεων), που περιλαμβάνουν το όνομα «Μακεδονία» ή παράγωγά του:
Η καταχώριση ενός εμπορικού σήματος δεν αποτελεί απλά μια διαδικαστική πράξη, ούτε μία στιγμιαία ενέργεια. Δεδομένου ότι το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο, με συστήματα καταχώρισης σημάτων που λειτουργούν παράλληλα και συνυπάρχουν σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν ολοκληρωμένη στρατηγική προστασίας των σχετικών δικαιωμάτων τους. Είναι, λοιπόν, απολύτως απαραίτητο να προχωρούν στις σχετικές ενέργειες με την δέουσα προσοχή και τεκμηρίωση, που μπορεί να τους δώσει η συνεργασία τους με τους δικηγόρους - νομικούς τους συμβούλους. Μία νομικά ατελής προετοιμασία ή μία ελλιπής δήλωση για καταχώριση σήματος, μπορεί να οδηγήσει σε μη επιθυμητά αποτελέσματα, όπως στην απόρριψη της δήλωσης ή σε συγκρούσεις και επίπονους δικαστικούς αγώνες.
Αντίστοιχα, σε κάθε επιχειρηματική κίνηση ελλοχεύουν κίνδυνοι, οι οποίοι μπορεί να οδηγήσουν σε μη επιθυμητά αποτελέσματα, εάν δεν υπάρχει η κατάλληλη νομική υποστήριξη. Είναι βέβαιο, λοιπόν, ότι ο επιχειρηματίας που «επενδύει» σε μία υπεύθυνη νομική συμβουλή όχι μόνο διασφαλίζει τα συμφέροντά του, αλλά μακροπρόθεσμα απολαμβάνει πολλαπλά οφέλη, εξοικονομώντας κεφάλαια και ενέργεια για την επιχείρησή του.
* Ο Στάθης Κουτσοχήνας είναι Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Διδάκτωρ Εμπορικού Δικαίου και συγγραφέας του βιβλίου «Η προστασία του κοινοτικού σήματος και οι περιορισμοί της»