Του ΣΩΤΗΡΗ ΜΠΑΜΠΑΤΖΙΜΟΠΟΥΛΟΥ
Εντάξει, το είδαμε κι αυτό. Πρώην υπουργός μεταφορών οδηγεί ανασφάλιστο αυτοκίνητο μεγάλου κυβισμού με πλαστές πινακίδες! Μπορεί η εν λόγω πράξη να είναι πταίσμα μπροστά στη διαφθορά εκατομμυρίων της πολιτικής σκηνής και τα ατελείωτα ρουσφέτια και ανταλλάγματα που υποτίθεται πως ανήκουν σε ένα βαθύ παρελθόν, αλλά είναι ενδεικτική της νοοτροπίας ασυδοσίας, ατιμωρησίας κι εν προκειμένω κουτοπονηριάς στα όρια της βλακείας. Το δυστυχές είναι πως μόνο σε τέτοιες εξόφθαλμες περιπτώσεις μπορεί τελικά να καταδικαστεί κάποιος πολιτικός. Τα μεγάλα σκάνδαλα είτε δεν γίνονται σκάνδαλα διότι δεν μαθαίνονται ποτέ είτε περνάνε από μύριες προανακριτικές και υποανακριτικές και μετα-ανακριτικές επιτροπές και θάβονται, ξεχνιούνται, ξεπερνιούνται, μπαίνουν στο σκοτεινό συρτάρι της λήθης. Είναι τόσο γελοία αυτή η υπόθεση που δεν έχω να προσθέσω κάτι παρά μόνα να παραθέσω μερικές παρατηρήσεις. Ιδού:
- Το γεγονός ότι έκανε κάτι τόσο βλακώδες υποδεικνύει τη λογική ατιμωρησίας που διέπει τους πολιτικούς κι όχι μόνο. Διότι προφανώς θα σκέφτηκε ότι ακόμα και αν τον σταματούσαν για έλεγχο, θα αρκούσε η κλασική ατάκα «ξέρεις ποιος είμαι;» για να αφεθεί ελεύθερος. Το «ξέρεις ποιος είμαι;» έχει θρέψει ολόκληρες γενιές. Η εντιμότητα θέλει παιδεία, θάρρος κι αίσθηση συλλογικότητας. Το εισιτήριο στο λεωφορείο το κόβουμε γιατί είναι μια παροχή υπηρεσίας, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν και πληρώνονται για αυτό, γιατί αν δεν υπήρχε, δεν θα υπήρχαν λεωφορεία. Όχι, γιατί φοβόμαστε μήπως μας πιάσει ο ελεγκτής και γίνουμε ρεζίλι ή γιατί δεν θέλουμε να μας κακοσχολιάσει κάποιος που θα μας δει να μην κόβουμε.
- Όσο δεν υπάρχουν αδιάσειστες αποδείξεις για την ενοχή ενός πολιτικού, ο εκάστοτε πολιτικός χαίρει της υποστήριξης όλων των συναδέλφων. «Ανυπόστατες κατηγορίες», «συκοφαντίες» και πάει λέγοντας. Μόλις, όμως, κάποιος πατήσει την μπανανόφλουδα και φάει τα μούτρα του, ξάφνου ο πολιτικός κόσμος σοκάρεται («μα είναι δυνατόν;») και αυτός ο κάποιος απομονώνεται και μετατρέπεται εν μια νυκτί σε αποδιοπομπαίο τράγο και σε σημαία της υποτιθέμενης διαφάνειας.
- Αυτός ο πολιτικός ψηφίστηκε, εκλέχθηκε και ξαναεχκλέχθηκε. Όπως και πολλοί άλλοι.
- Υπάρχουν πολιτικοί που δεν εργάστηκαν ποτέ εκτός του πολιτικού στίβου, που ζούνε σε μια φανταστική σφαίρα πραγματικότητας, όπως συνέβαινε κάποτε με τους αυλικούς και τους γαλαζοαίματους, που δεν έχουν την παραμικρή ιδέα τι εστί βιοπάλη, τι εστί πλέον να δουλεύεις 8ωρα με λιγότερα από 500 ευρώ καθαρά.
- Υπάρχει νεποτισμός στην πολιτική, οικογένειες που ανατρέφουν πολιτικούς, γιοι, εγγόνια, αδέλφια, ξαδέλφια, όλοι στην πολιτική, όλοι με όραμα. Αλλά η ποιότητα των πολιτικών αντικατοπτρίζει την ελληνική καθημερινότητα. Διότι νεποτισμός υπάρχει παντού. Όχι μόνο στα δημόσια πανεπιστήμια όπου σε κάποιες σχολές γίνεται το μεγάλο πάρτι, αλλά και σε πάρα πολλές μικρομεσαίες τουλάχιστον επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Η αξιοκρατία πάει σύννεφο και στην επιχείρηση δουλεύουν οικογενειακά πρόσωπα, φίλοι και γνωστοί ανεξάρτητα από το αν όντως έχουν τα κατάλληλα προσόντα, αν όντως μπορούν να κάνουν τη δουλειά, αν όντως θέλουν να την κάνουν. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βολεύουν κουμπάρους, σώγαμπρους και το γιο της ξαδέλφης του μπατζανάκη που είναι καλό παιδί κι έχει καρδιά μάλαμα. Λίγο χαζούλης, αλλά δεν πειράζει. Γιατί και ο μπατζανάκης μας είχε κάνει μια χάρη, οπότε τα βολέψαμε.
Και για κλείσιμο κάτι κινηματογραφικό... Σε μια πρόσφατη ταινία μια κοπέλα αναφερόμενη στην ερωτική της ζωή ρωτάει τον καθηγητή της: «γιατί μπλέκω πάντα με καθίκια;» Κι αυτός απαντάει: «γιατί επιλέγεις πάντα αυτούς που πιστεύεις ότι σου αξίζουν».