Γράφει ο Παναγιώτης Σκουρής*
Σημαιοφόρος της ολυμπιακής ομάδας 2024 (και) ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, λοιπόν. Εξαιρετική εξέλιξη, μα την αλήθεια.
Του λόγου μου, ούτως ή άλλως είμαι μπασκετικός και έχω μεγαλώσει παρακολουθώντας τη μεγαλύτερη ελληνική ομάδα που πάτησε ποτέ σε γήπεδο μπάσκετ και το έμαθε σε όλους μας. Και συνεισέφερε στο να έρθουν οι μεγάλες επιτυχίες του 1987 και του 1989 και η μετέπειτα εξέλιξη στο άθλημα που γιγαντώθηκε στη χώρα μας. Οπότε το να βάλει ένας καλαθοσφαιριστής τη σημαία μας στο στάδιο, μου αρέσει πολύ ούτως ή άλλως. Θεωρούσα άλλωστε, ότι και στο Γιαννάκη παλαιότερα έπρεπε να γίνει αυτή η τιμή. Για πολλούς λόγους που δεν είναι της παρούσης.
Με το Γιάννη, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά, λόγω των πολλών συμβολισμών. Καταρχάς το παλικάρι αυτό, ενώ θα είχε κάθε λόγο να μας απεχθάνεται, αγαπάει τη χώρα του, όσο άσχημα και αν του φέρθηκε. Δείχνει με κάθε τρόπο πόσο Έλληνας είναι και πόσο το θέλει αυτό.
Ποιος; Ένα παλικάρι, το οποίο πήρε ελληνικό διαβατήριο, όταν ετοιμαζόταν για την περιπέτεια (κυριολεκτικά) του ΝΒΑ και κινδυνεύαμε να μας τον αρπάξουν οι Ισπανοί ή οι Νιγηριανοί ή δεν ξέρω και γω ποιος. Μόλις δηλαδή καταλάβαμε, ότι μπορεί να έχουμε να κάνουμε και με έναν υπεραθλητή.
Την ίδια ώρα οι ελληνικές ομάδες, δε βρήκαν ποτέ μία θέση στο ρόστερ τους για το μετέπειτα δις MVP του ΝΒΑ. Τον καλύτερο παίκτη του πλανήτη δηλαδή.
Ένας άνθρωπος, ο οποίος στη χώρα μας πείνασε, κυνηγήθηκε και τελικά μεγαλούργησε. Ήταν πιο τυχερός από αλλά παιδιά σαν αυτόν, επειδή είχε απίστευτο ταλέντο. Αλλά και μία τεράστια προσωπικότητα. Ένα παιδί που χαίρεσαι, να το βλέπεις να καταβροχθίζει τους αντιπάλους, να συγκινείται που θα πάει με τη χώρα και τους συμπαίκτες του στους Ολυμπιακούς, να αγκαλιάζει τα παιδιά του, να κλαίει στα αποδυτήρια.
Ένας αθλητής που αγάπησε το μπάσκετ, το οποίο όμως ήταν για αυτόν και την οικογένειά του μέσο επιβίωσης. Η επιλογή του Γιάννη στο draft του ΝΒΑ δεν ήταν απλά το επόμενο βήμα στην καριέρα του, όπως για άλλους καλαθοσφαιριστές. Ήταν το εισιτήριο για την επιβίωση και μια καλύτερη ζωή.
Ένα θηρίο της φύσης που τον ειρωνεύονταν πολλοί στο παρελθόν, συμπεριλαμβανομένων και πρωτοκλασάτων υπουργών σήμερα. Που ελπίζω, να έχουν καταπιεί το σάλιο τους πλέον.
Ο Γιάννης λοιπόν θέλει να είναι και είναι Έλληνας και ουδόλως ενδιαφέρεται ο ίδιος για τις ανοησίες που έχουν να πουν όλοι σε σχέση με αυτόν και το συγκεκριμένο θέμα. Κι εμάς, όμως δε θα πρέπει να μας απασχολεί αυτό. Ας ασχοληθούν αυτοί που έχουν το πρόβλημα και ας συνεχίσουν να προβάλουν τα ανόητα και μισαλλόδοξα επιχειρήματά τους.
Δε θα πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε, ότι ζούμε σε μία χώρα, όπου, όταν ο άριστος Αλβανός μαθητής επρόκειτο να γίνει σημαιοφόρος σε μαθητική παρέλαση, κόντεψε να γίνει επανάσταση και εν τέλει δεν τον άφησαν. Στενοχωρήθηκε το δίχως άλλο, συνέχισε να είναι άριστος και διακρίθηκε στο εξωτερικό. Αναρωτιόμουν τότε, τί θα λέγαμε, αν για παράδειγμα συνέβαινε κάτι ανάλογο στη Γερμανία με θύμα έναν άριστο Έλληνα μαθητή.
Ή στη χώρα, όπου οι γονείς εξανίστανται, επειδή, προσφυγόπουλα που σώθηκαν από τη λυσσασμένη θάλασσα, θα πάνε στο ίδιο σχολείο με τα δικά τους παιδιά. Δεν ξέρω πραγματικά, ποιος μπορεί να έχει αντίρρηση να πάει ένα παιδάκι στο σχολείο και γιατί μπορεί να αντιδράει σε αυτό.
Προχωρήσαμε άραγε από τότε; Δεν το νομίζω. Η επιλογή του Γιάννη έχει οπωσδήποτε ένα συμβολισμό που κάτι λέει και για τη χώρα μας προς τα έξω. Κάτι που Ιταλία δήλωσε εμφατικά με τον (επίσης καλαθοσφαιριστή) Carlton Myers ήδη από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϋ το 2000.
Χαίρομαι πάντως αρκετά και δε θα αφήσω τις σκοτεινές σκέψεις να κερδίσουν. Γιατί αυτή τη φορά έρχονται στην επιφάνεια, επειδή γίνεται το σωστό και όχι επειδή κυριαρχούν. Δεν τις αγνοώ, όμως και δεν πρέπει κανείς μας να τις βάλει στην άκρη. Αντίθετα, πρέπει να τις πολεμήσει με όλη του τη δύναμη.
Το ωραιότερο από όλα πάντως σε σχέση με το θέμα είναι, ότι το βήμα για να γίνει ο Γιάννης σημαιοφόρος, η πρόκριση στους Ολυμπιακούς δηλαδή, έγινε την ίδια ημέρα (Κυριακή 7 Ιουλίου) που έχανε η ακροδεξιά στη Γαλλία. Αυτό δυστυχώς στενοχώρησε και πολλούς δικούς μας συμπολίτες που και ο Γιάννης τους κάθεται στο στομάχι.
Εμείς όμως χαιρόμαστε για τους λόγους αυτούς. Και παρακινούμε το Γιάννη να πάρει τη σημαία της χώρας μας και να τη σηκώσει ψηλά, στα αστέρια. Μαζί με μας.
*Ο Παναγιώτης Σκουρής είναι δικηγόρος, διδάκτωρ νομικής του πανεπιστημίου Regensburg και συνιδρυτής του δικηγορικού γραφείου AnP Legal Praxis (www.anplegal.gr).