Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Περί Παπαγιώργη

Του Γιώργου Παπαδημητρίου

Κάπου εκεί, σε μία κατάσταση μεταιχμιακή και μετέωρη. Κάπου εκεί, στο σύνορο ανάμεσα στην όψιμη νιότη και στην πρώιμη ενηλικίωση. Κάπου εκεί, στα ύστερα φοιτητικά χρόνια, όταν η διασκέδαση γίνεται πιο ξέφρενη, αλλά ταυτόχρονα αρχίζει να κυοφορεί κάτι λυπητερό μέσα της. Κάπου εκεί, όπου έρχεσαι αντιμέτωπος, εφόσον το θελήσεις, με αδυναμίες και φοβίες που πιθανότατα θα συντροφεύουν δια παντός και μάλλον θα διογκώνονται, αντί να υποχωρούν. Κάπου εκεί γνώρισα τον Κωστή Παπαγιώργη. Όχι τον ίδιο προσωπικά, αλλά τη γραπτή ψυχή του, τα κείμενά του. Που σε ανακούφιζαν, ταρακουνώντας το είναι σου. Που σε κάλμαραν, δημιουργώντας σου ένταση. Που ήταν πολύπλοκα στην απλότητά τους και απλά στην πολυπλοκότητά τους. Που, όπως έλεγε και ο ίδιος άλλωστε όταν μιλούσε για αυτά, κουβαλούν μέσα τους ένα τράνταγμα, ένα πόνο λυτρωτικό που δίνει έμπνευση.

Η πρωταρχική μου επαφή μαζί του σχετιζόταν με την ιδιότητά του ως μελετητή και γνώστη του Ντοστογιέφσκι. Κατάλαβα πως είναι να συνδυάζεται η σε βάθος γνώση με την παντελή έλλειψη καλλωπισμού. Πώς η μεταδοτικότητα επιτυγχάνεται, δίχως το παραμικρό ίχνος διδακτισμού. Αγάπησα εκ νέου τον Φιοντόρ, βίωσα ξανά τη διαρκή διαδοχή συντριβής και λύτρωσης των ηρώων του. Το ερέθισμα είχε δοθεί. Καταπιάστηκα με τα δικά του πονήματα. «Σύνδρομο αγοραφοβίας», «Περί μέθης», «Περί μνήμης», «Γεια σου Ασημάκη», «Ζώντες και τεθνεώτες». Ο Παπαγιώργης άπλωνε στη σελίδα τη σκοτείνια του με τα πιο τολμηρά και ζουμερά χρώματα. Ήταν τόσο καθάρια και ξάστερα τα πάθη του που κατέληγαν να σου προκαλούν γαλήνη. Ο Παπαγιώργης κουβαλούσε στα γραπτά του ζουμερές δόσεις θανάτου, μάλλον ακριβώς επειδή ζούσε με λύσσα. Κουβαλούσε στις λέξεις του μία συνεχή αίσθηση απώλειας, μία ανοιχτή πληγή που αιμορραγεί ελάχιστα αλλά σταθερά. Μία χροιά λειψού, ακρωτηριασμένου και ημιτελούς.

Ο Παπαγιώργης υπήρξε ένας συνεπής quitter, αφότου μετά τη Νομική στη Θεσσαλονίκη, παράτησε και τη Φιλοσοφική στο Παρίσι. Μόνο και μόνο για να καταστεί δια βίου και σεσημασμένος «ερασιτέχνης» της γνώσης, με την ετυμολογική έννοια του όρου. Εξίσου ετυμολογικά αντιλαμβανόταν και την «αλήθεια», ως αυτό που αρνείται να υποπέσει στη λήθη. Οι μνήμες τον αντάριαζαν, τον συγκλόνιζαν, ανέτρεχε σε αυτές, περπατούσε μόνιμα σε ένα θολό άχρονο δρόμο. Κατοικούσε σε μία διαρκή ανάκληση της στιγμής, πάνω στην όμορφη και οδυνηρή ψευδαίσθηση. Αυτή του χαμένου που κερδίζεται μονάχα για να ξαναχαθεί. Ρέποντας προς μία συνεχή απόκλιση, απέκτησε ένα βλέμμα σαγηνευτικό και στρεβλωμένο, εχθρικό προς τη «φυσιολογικότητα».

Μεταξύ βιβλιοθηκών και μπαρ, μεταξύ γηπέδων και σκυλάδικων, παρατηρούσε ακατάπαυστα, παρατηρούσε με μανία, παρατηρούσε και ανέλυε. Τα κείμενα του, βουτηγμένα στην οξυδέρκεια και την οξύνοια, μοιάζουν με πεντακάθαρη και στρωτή σκέψη εν μέσω πυρετικού παραληρήματος και ντελιρίου. Αυτή ακριβώς η φαινομενικά αντιφατική συνύπαρξη του συστηματικού στοχαστή με τον αυθόρμητο οδοστρωτήρα είναι που τον καθιστούσε από τη μια παντός καιρού και στιγμής, από την άλλη, μονίμως ακατάλληλο, υπερβολικά ενδοσκοπικό και εύστοχο για αυτό που τείνουμε οι περισσότεροι να αντιλαμβανόμαστε ως καθημερινότητα που απλώς συμβαίνει.

Αρκετά φλυάρησα εγώ όμως, απολαύστε ένα απόσπασμα από το στερνό του κείμενο: «Όταν τα ανθρώπινα έργα αποτυγχάνουν, δηλαδή αυτοκατηγορούνται, έρχεται και η ώρα των πικρών, και γι' αυτό ρεαλιστικών διαπιστώσεων. Κάθε σοβαρός άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι πρώην. […] Δεν έχει σημασία το γεγονός ότι κάποτε -τα χρόνια της πολλής δουλειάς και του λειψού ρεαλισμού- οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι παθιάζονταν με πίστη και αυτοπεποίθηση. Η πλάνη γεννάει πάντα γόνιμες διαθέσεις και κοπιαστικές προσπάθειες. Και τα μεγάλα πάθη, όσο ευτελή κι αν είναι τα αποτελέσματά τους, είναι πολύτιμα διότι γεννούν μεγάλες μετάνοιες. Με άλλα λόγια, όποιον άνθρωπο κι αν συναντήσουμε με κάποιο ίχνος σοβαρότητας, αναγνωρίζουμε χαρακτηριστικά του πρώην. Ο μεγάλος χαρτοπαίκτης που σπατάλησε χρήμα, καρδιά, φιλίες και χρόνο για το πάθος του, έρχεται η στιγμή που καίει τα χέρια του, που κλείνει τις πόρτες, πετάει τις μάρκες, ξεχνάει τον κύκλο των συμπασχόντων και αποχωρεί. Ενδέχεται να ακούει για τις ολονυχτίες, τα μεγάλα κέρδη, τους άθλους αυτού ή εκείνου. Αλλά κινείται πλέον έξω από το δίχτυ. Άσχετο αν είναι πια κάτι παραπάνω ή κάτι παρακάτω από αυτό που ήταν, εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι η απόσταση από το παρελθόν. Το νυν όπου κατοικεί τον ενδιαφέρει από το ένδοξο άλλοτε.»

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Συνάντηση Τζιτζικώστα με το δίκτυο Ανθεκτικών Πόλεων - Οι προτάσεις
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Απόστολος Τζιτζικώστας άκουσε με προσοχή και ενδιαφέρον τις προτάσεις που του παρουσιάστηκαν και δεσμεύτηκε να διερευνήσει κάθε...
Συνάντηση Τζιτζικώστα με το δίκτυο Ανθεκτικών Πόλεων - Οι προτάσεις