Γράφει ο Παναγιώτης Σκουρής*
Στη Γαλλία, όπου παρά τρίχα φαίνεται, να γλιτώσανε από τη Λεπέν και την ακροδεξιά -τουλάχιστον προς ώρας- έγινε την περασμένη Παρασκευή 26 Ιουλίου η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων. Για να γλιτώσουν, χρειάστηκε να δημιουργηθεί μια εύθραυστη ισορροπία, η οποία ελπίζουμε να αντέξει. Στη Γαλλία και αλλού.
Όσοι από εμάς ενδιαφερόμαστε για το αθλητικό αυτό γεγονός και από οποιαδήποτε σκοπιά, την περιμένουμε την τελετή αυτή με ιδιαίτερη προσμονή. Για μια σειρά από λόγους, όπως η συνειδητοποίηση, ότι πράγματι αρχίζουν οι ολυμπιακοί, η αναμονή, να δούμε ποιος θα είναι ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος, πώς θα είναι και πώς θα ανάψει ο βωμός, ποιοι καλλιτέχνες θα εμφανιστούν, τί θα ερμηνεύσουν κοκ. Επίσης περιμένουμε και τα στανταράκια, όπως την έπαρση της ολυμπιακής σημαίας, τον ολυμπιακό ύμνο και τους όρκους αθλητών, προπονητών και κριτών.
Για εμάς τους Έλληνες βέβαια υπάρχει και η ιδιαιτερότητα, ότι οι ολυμπιακοί αντιμετωπίζονται ως κάτι δικό μας (ορθώς κατ’ εμέ) και η σημαία μας ηγείται της παρέλασης. Βλέπουμε την ομάδα μας δηλαδή, πριν αρχίσουμε να βαριόμαστε μέχρι να περάσουν οι εκατοντάδες ομάδες που συμμετέχουν.
Πάντα την επομένη της τελετής υπάρχει σχολιασμός, κριτική και μία εν γένει συζήτηση. Τις πιο πολλές φορές όλα αυτά περιστρέφονται περισσότερο γύρω από το αισθητικό μέρος και παραμένουν εκεί.
Συμφωνώ με πολλούς που το είπαν και φέτος, ότι η δική μας το 2004 ήταν σίγουρα από τις καλύτερες. Για μένα λίγο περισσότερο, διότι την έζησα, όπως και την τελετή λήξης, μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο. Πολύ κοντά στο σημείο που άναψε η φλόγα.
Η αλήθεια είναι, ότι σε σχέση με αυτή δε θυμάμαι και πολλές γκρίνιες. Ίσως όμως και να το έχω ξεχάσει μετά από τόσα χρόνια. Άλλωστε, η ανάμνηση εκείνων των ημερών φέρνει στο μυαλό όσων τη ζήσαμε μία πολύ ευχάριστη εικόνα της χώρας μας γενικότερα.
Θα με ρωτήσετε τώρα, τί σχέση έχει -πέραν της χωροταξίας- η τελετή έναρξης με την πολιτική κατάσταση στη Γαλλία και εν γένει.
Αυτό που έγινε λοιπόν με το Παρίσι είναι ιδιαίτερο, διότι έχει πάρει πολιτικές και θρησκευτικές διαστάσεις. Αντέδρασε σύμπαν το ακροδεξιό σύστημα απανταχού της γης και όχι μόνο στη Γαλλία. Οι ομονοούντες βρήκαν για άλλη μια φορά έναν κοινό εχθρό, να επιτεθούν. Και στη χώρα μας. Ακούσαμε αντιδράσεις για την τελετή ακόμα και στο κοινοβούλιο μεταξύ άλλων και σε άθλια καθαρεύουσα.
Προφανώς, όπως γίνεται σε κάθε παρόμοιο κοινωνικό γεγονός, μπορεί ο καθένας να έχει τις ενστάσεις του και να εντοπίζονται παραφωνίες. Σε αισθητικό επίπεδο και χωρίς να γίνεται πολιτικοποίηση.
Αυτό που σίγουρα όλοι είδαμε, ήταν, ότι η συνολική βούληση ήταν να προβληθεί ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και η ανάγκη συμπερίληψης. Και όλο αυτό να ενταχθεί τόσο στα εθνικά ιδεώδη της Γαλλίας που φημίζεται για το σεβασμό στα δικαιώματα, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ομοίως μεριμνά έντονα για αυτά. Σε βαθμό που να μπορεί κανείς να ισχυριστεί, ότι είναι στοιχείο της ίδιας της υπόστασης, άσχετα αν μπορεί και να το έχουμε ξεχάσει. Αυτό έγινε λοιπόν ως δήλωση και σίγουρα όχι επειδή υπήρχε επιρροή από διάφορες ατζέντες ή κουλτούρες.
Ο σεβασμός αυτός λοιπόν, προκαλεί πάντα αντίδραση. Ειδικά μάλιστα την ακροδεξιά την ερεθίζει, διότι πιστεύει, ότι μία συγκεκριμένη κουλτούρα, την οποία απεχθάνεται, φτιάχνει την ατζέντα. Και συνήθως τη φτιάχνει με τρόπο προκλητικό για τα ήθη και τα έθιμα.
Ο λόγος που γίνεται αυτό είναι πολύ απλός. Ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και η συμπερίληψη θα πρέπει να είναι αυτονόητα για όλους. Όσο δεν είναι και όσο ορισμένοι με πάθος αρνούνται να τα αποδεχτούν σε οποιοδήποτε επίπεδο συζήτησης, η προβολή τους θα είναι προκλητική και ίσως ορισμένες φορές να ξεπερνάει και τα όρια. Διότι η άρνηση της αποδοχής του διαφορετικού με κριτήρια πολιτικά, εθνικά ή θρησκευτικά ή και για οποιονδήποτε άλλο λόγο είναι πολύ προκλητικότερη.
Άρα η συνεπαγωγή είναι απλή: όσο τα αυτονόητα δεν είναι αυτονόητα, τότε η προβολή τους θα περιλαμβάνει και προκλητικότητα. Και όσο επιμένουν ορισμένοι να μην τα αποδέχονται ως τέτοια δεν υπάρχει περιθώριο κριτικής για την πρόκληση.
Και δε χρειάζεται να εξηγήσουμε φυσικά, ότι με αφορμή τέτοιες τελετές κατατίθενται απόψεις και δημιουργείται ο χώρος η σκηνή θα έλεγε κανείς, για να ακουστούν αυτές.
Ας το καταλάβουμε αυτό επιτέλους και σε σχέση με την τελετή έναρξης ας γκρινιάζουμε, επειδή από σκηνοθετικό λάθος δεν καμαρώσαμε ίσως όσο θέλαμε την Αντιγόνη και το Γιάννη με τη σημαία μας ή ότι οι χορογραφίες στην αρχή δεν ήταν πολύ συγχρονισμένες.
Α, και ας κρατήσουμε φυσικά τις υπέροχες ερμηνείες του Imagine και του Hymne a l’ amour. Και ας μη μου αρέσει ιδιαίτερα εμένα η Celine Dion.
*Ο Παναγιώτης Σκουρής είναι δικηγόρος, διδάκτωρ νομικής του πανεπιστημίου Regensburg και συνιδρυτής του δικηγορικού γραφείου AnP Legal Praxis (www.anplegal.gr).