Γράφει ο Παναγιώτης Σκουρής*
Αναμφισβήτητα όλη η Ευρώπη ζει ένα εύθραυστο και ιδιαίτερο πολιτικό σκηνικό. Η Γαλλία ετοιμάζεται για ανατροπές, στη Γερμανία ακούγονται γραφικές φωνές για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, οποίες υπάρχουν παντού. Για εμάς, ας μη συζητήσουμε. Καταστάσεις αδιανόητες για άλλες εποχές. Και μέσα σε όλα αυτά, η ακροδεξιά με όλες τις όψεις στα ντουζένια της. Τραγικό, μα την αλήθεια.
Στο ρευστό λοιπόν αυτό πολιτικό σκηνικό στη χώρα μας βιώνουμε μαζικές αποχωρήσεις βουλευτών από τα κόμματα, με τα οποία εξελέγησαν, άλλων με τη βούλησή τους και άλλων με τη βούληση της κομματικής ηγεσίας. Σε όλα τα κόμματα έχει συμβεί αυτό, πλην ενός, αν δεν κάνω λάθος. Στην τρέχουσα λοιπόν κοινοβουλευτική περίοδο το φαινόμενο αυτό οργιάζει και έφτασε μάλιστα, να ανατρέψει τις ισορροπίες. Το αρχικά εκλεγέν στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης κόμμα την απώλεσε εν τέλει, μετά από αλλεπάλληλες αποχωρήσεις.
Έτσι, έχει ζωντανέψει η συζήτηση σε σχέση με το κατά πόσο ένας βουλευτής που εκλέγεται με συγκεκριμένο κόμμα και αποφασίσει, να αποχωρήσει από αυτό, μπορεί να κρατήσει την έδρα ή πρέπει να την επιστρέψει. Αυτή είναι μια ούτως ή άλλως τεράστια συζήτηση, απλά στην προκειμένη περίπτωση και περίσταση έχει προσλάβει και θεσμικό περιεχόμενο, λόγω της ανατροπής που προαναφέραμε.
Ακούγεται λοιπόν η άποψη, ότι οι βουλευτές που αποχώρησαν -σε δύο στάδια και φάσεις σημειώνουμε εδώ- από το κόμμα που στις τελευταίες εκλογές αναδείχθηκε δεύτερο, έχουν συμβάλει σε συνταγματική εκτροπή και αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος. Επειδή μετά τις ανακατατάξεις, άλλο κόμμα έστειλε ο λαός στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και άλλο την κατέχει αυτή τη στιγμή.
Η συζήτηση αυτή είναι πράγματι τεράστια. Αν το δει κανείς στατιστικά, ελάχιστοι είναι οι βουλευτές που όταν έφυγαν από το κόμμα, με το οποίο αναδείχθηκαν λόγω διαφωνίας, παρέδωσαν και την έδρα. Στην πραγματικότητα το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι, αν το κόμμα ή ο βουλευτής έχει την «ιδιοκτησία» της έδρας.
Κατά τη γνώμη μου και από τη στιγμή που οι εκλεκτοί του λαού εκλέγονται με σταυρό προτίμησης, έχουν και αυτοί συμμετοχή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς. Άρα επιστρέφοντας την έδρα, αγνοούν τρόπον τινά την επιλογή των ψηφοφόρων που προτίμησαν αυτούς και όχι κάποιο άλλον. Παρά το γεγονός, ότι και η κάθοδος με το συγκεκριμένο κόμμα στον πολιτικό στίβο αναμφίβολα συνετέλεσε στην εκλογή.
Σε κάθε περίπτωση ο συντακτικός μας νομοθέτης θέλει το βουλευτή ανεξάρτητο στις επιλογές του ανά πάσα στιγμή και ανεπηρέαστο κατά το δυνατό. Αυτό ισχύει και σε σχέση με την περίπτωση, όπου διαφωνεί με το κόμμα του και αποχωρεί από αυτό. Ούτως ή άλλως η επιλογή είναι καθαρά δική του από τη στιγμή που εξελέγη και η συζήτηση γίνεται περισσότερο κατά το ηθικό σκέλος.
Ως προς το τυπικό σκέλος το ζήτημα είναι λίγο διαφορετικό για τους βουλευτές επικρατείας, διότι αυτοί δε διεκδικούν σταυρό. Άρα η απόφαση της ηγεσίας του κόμματος, να τους τοποθετήσει σε θέση που μπορεί να εκλεγούν έχει μεγάλη βαρύτητα. Το ίδιο θα μπορούσε, να πει κανείς και για τις περιπτώσεις, όπου οι βουλευτές εκλέγονται με λίστα. Και εκεί η κομματική επιλογή έχει βαρύνουσα σημασία, οπότε θα μπορούσε να δει κανείς μία μεγαλύτερη υποχρέωση του βουλευτή να παραδώσει την έδρα. Παρόλα αυτά και εδώ η ανεξαρτησία του και η εγγύηση αυτής επιβάλλονται απαράλλακτα με την προηγούμενη περίπτωση.
Σε σχέση τώρα με την επιχειρηματολογία σε σχέση με το θεσμικό ζήτημα, ήτοι τη φερόμενη αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος, λόγω της αλλαγής στην αξιωματική αντιπολίτευση θα πρέπει να επισημάνουμε και κάτι ακόμα. Προφανώς και επί της αρχής η άποψη αυτή δε λέει κάτι απολύτως εσφαλμένο. Ωστόσο, θα πρέπει να αναρωτηθούν σύσσωμοι οι αντιπολιτευόμενοι που διαμαρτύρονται, τί θα απαντούσαν, αν αυτό συνέβαινε αντίστροφα. Αν δηλαδή υπήρχαν μαζικές αποχωρήσεις από το κυβερνών κόμμα και ανατροπή της κυβέρνησης, θα ισχυρίζονταν, ότι αυτές επηρεάζουν τη λαϊκή βούληση και ότι επέρχεται θεσμική εκτροπή;
Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου πάντως, είναι πάμπολλες οι εκκλήσεις να πέσει η κυβέρνηση, η οποία εκλέγεται από το ίδιο σώμα με την αντιπολίτευση, χωρίς να προβληματίζεται κανείς ιδιαίτερα για αυτό ή να επιδεικνύει αντίστοιχες ευαισθησίες. Και αυτό το λέω ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα κυβερνάει τη δεδομένη στιγμή.
Οι υγιείς πολιτικές δυνάμεις της χώρας μας λοιπόν θα πρέπει να αναγνώσουν τα σημεία και τους κινδύνους της παρούσας συγκυρίας και ιδιαίτερα την έξαρση της ακροδεξιάς, η οποία δεν έχει ιδεολογία ή όταν έχει αυτή είναι απλά γραφική και ως εκ τούτου θρέφεται αποκλειστικά από την ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος.
Σε αυτό το φαινόμενο και την ανατροπή του πρέπει να αφοσιωθούν άπαντες και να ξεχάσουν την εσωστρέφεια και τα ψευδοδιλλήματα που απλά ζεσταίνουν το αυγό του φιδιού.
Να σημειώσουμε εδώ, ότι οι πάσης φύσεως παλιάτσοι της πολιτικής που έχουν εμφανιστεί στο προσκήνιο, γρήγορα απορρίφθηκαν από το εκλογικό σώμα. Άρα η βάση υπάρχει.
Ας σοβαρευτούμε, λοιπόν πριν είναι αργά.
*Ο Παναγιώτης Σκουρής είναι δικηγόρος, διδάκτωρ νομικής του πανεπιστημίου Regensburg και συνιδρυτής του δικηγορικού γραφείου AnP Legal Praxis (www.anplegal.gr).