Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

(Άλλο ένα) Ρεσιτάλ κι ένα ευχαριστώ

Σήμερα θα αναφερθούμε σε κάτι αθλητικό

Γράφει ο Παναγιώτης Σκουρής*

Όσοι παρακολουθούν αυτή τη στήλη, ίσως να θυμούνται το προηγούμενο άρθρο που αφορούσε σε ένα ρεσιτάλ, αυτό της Ελένης Ράντου στο θέατρο. 

Σήμερα θα γράψουμε για ένα νέο, το οποίο παρακολουθήσαμε την περασμένη Κυριακή, παραμονές των εορτασμών της εθνικής παλιγγενεσίας. Ίσως και χωρίς να το περιμένουμε. Αναφέρομαι στην εμφάνιση και τη νίκη της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου στη Σκωτία. 

Σήμερα λοιπόν, θα αναφερθούμε σε κάτι αθλητικό. Εκ προοιμίου θα ξεκαθαρίσω, ότι σαφώς δε διαθέτω και σίγουρα δε διεκδικώ επ’ ουδενί λόγω το ρόλο ή την ιδιότητα του επαΐοντα. Θέλω όμως, να πιστεύω, ότι διαθέτω αυτήν του φιλάθλου. Και μάλιστα αυτού που έχει καθιερωθεί να αποκαλούμε «υγιώς σκεπτόμενου». 

Ας τα πάρουμε λοιπόν με τη σειρά. Οι περισσότεροι από εμάς που ανοίξαμε τις τηλεοράσεις μας την Κυριακή, για να δούμε το παιχνίδι, ήμαστε όσο να πεις κάπως απογοητευμένοι λόγω εκείνου που είχε προηγηθεί στο Γ. Καραϊσκάκης. Όπου και χάσαμε, παρά το γεγονός, ότι η εμφάνισή μας δεν ήταν κακή. Οι μεγαλύτεροι από εμάς ίσως και να αισθανθήκαμε το γνώριμο συναίσθημα, όπου παίζουμε καλά, αλλά το αποτέλεσμα εν τέλει είναι αρνητικό. Και πάντα φαίνεται, κάτι να λείπει.

Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση και να πούμε, ότι η δική μου ηλικιακή σειρά ειδικά σε σχέση με την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου έχει ζήσει τον ύψιστο θρίαμβο το 2004 και την κατά κάποιο τρόπο καθιέρωσή της μετά από αυτό σε διεθνές επίπεδο. Άρα, ίσως, όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν και πολύ καλά, η απογοήτευση να είναι λίγο μεγαλύτερη. 

Την Κυριακή λοιπόν είδαμε αλλαγές στην ενδεκάδα, της οποίας ο ηλικιακός μέσος όρος θύμιζε εθνική ελπίδων. Μια σειρά από πιτσιρικάδες μπήκαν στο γήπεδο της Γλασκόβης ως βασικοί.  Οι πιο κακοπροαίρετοι από εμάς με την κλασική νεοελληνική μιζέρια θα σκέφτηκαν, ότι η τεχνική ηγεσία θεωρούσε, ότι είναι χαμένη για χαμένη και για αυτό κάνει όλες αυτές τις αλλαγές. Είδαμε την ομάδα, η οποία δεν είχε ξαναπαίξει έτσι μαζί, να ψάχνει λίγο τα πατήματά της. 

Και μετά;

Και μετά άρχισε το ρεσιτάλ. Μετά το 20ο περίπου λεπτό και μέχρι να τελειώσει το ματς μάλλον δεν πιστεύαμε στα μάτια μας. Οι 17άρηδες, 18άρηδες και 20άρηδες, παίζαν με αέρα μπαρουτοκαπνισμένων βετεράνων, αλλά το σημαντικότερο, παίζαν ωραία μπάλα. Σύγχρονο ποδόσφαιρο, συνδυασμοί, έλεγχος του ρυθμού και του παιχνιδιού και το σημαντικότερο: γκολάρες!

Οι οποίες ήταν όλες αποτέλεσμα ομαδικής δουλειάς και σίγουρα προπόνησης. Για μένα προσωπικά μπορώ να πω, ότι ήταν ίσως η πρώτη φορά που είδα την εθνική ομάδα και ενθουσιάστηκα όχι μόνο από το αποτέλεσμα, αλλά και από την όλη εικόνα της. Που έλεγε, ότι τα δικά μας αυτά πιτσιρίκια ήταν οι κυρίαρχοι μέσα στον αγωνιστικό χώρο.

Και μετά το παιχνίδι ήρθαν οι δηλώσεις των πρωταγωνιστών. Και εκεί είδαμε την προφανή χαρά και τα αμήχανα χαμόγελα, ωστόσο είδαμε και ωριμότητα, χαμηλά βλέμματα και πολλή μετριοφροσύνη. Σημαντικό αν μη τι άλλο για αθλητές με στόχους και μάλιστα σε αυτήν την ηλικία, όπου ο ενθουσιασμός μπορεί να ξεχειλίζει. 

Είναι ωραία αυτά τα διαλλείματα από την πραγματικότητα. Και ακόμα πιο ωραίο είναι να βλέπεις νέα παιδιά να μας αποδεικνύουν πόσο καλύτερα είναι από εμάς και πόσο πιο μακριά μπορούν να φτάσουν. Γελάει τ’ αχείλι μας ρε παιδάκι μου, όταν γίνονται τέτοια. 

Εγώ λοιπόν από αυτό το γεγονός κρατάω ορισμένα πράγματα, τα οποία και θέλω να μοιραστώ μαζί σας. Το πρώτο είναι, ότι τα παιδιά αυτά είναι νέα και άσπιλα και εύλογα μας γεμίζουν με ελπίδα. Το δεύτερο είναι, ότι δε φαίνεται να υψώνουν τον αμανέ και ξέρουν, ότι έχουν πολύ δρόμο και πολλή δουλειά μπροστά τους.

Συνταγή επιτυχίας είναι αυτό. Επίσης πολύ ωραίο είναι το ότι ορισμένοι από τους νέους αυτούς παίκτες μας έχουν μεγαλώσει και εξακολουθούν να ζουν στο εξωτερικό και είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν να αγωνιστούν σε εθνικές καλύτερες κατά τεκμήριο από τη δική μας. Όμως εν τέλει για κάποιο λόγο επέλεξαν να ντυθούν τα γαλανόλευκα που και αυτό είναι όμορφο για μας. 

Για το τέλος άφησα τον αρχιτέκτονα αυτής της ωραίας ιστορίας. Ένα φίλο μας Σέρβο που οι μεγαλύτεροι τον ξέρουμε από παλιά. Έναν ξένο που μιλάει ελληνικά πολύ καλύτερα από πολλούς συμπατριώτες μας. Που αγαπάει τη χώρα μας και τον αγάπησε και αυτή. Που τόλμησε να βασιστεί σε πιτσιρίκια και δικαιώθηκε.

Η αλήθεια βέβαια είναι, ότι από την αρχή που ανέλαβε φαινόταν, ότι κάτι ωραίο θα γίνει, αλλά αυτό, για το οποίο μιλάμε εδώ ήταν το αποκορύφωμα. 

Ευχαριστούμε λοιπόν πολύ τον Ιβάν και τα παλικαράκια του για το φρέσκο αέρα που έφεραν σε όλους μας και τους ευχόμαστε ολόθερμα και εις ανώτερα.  

 *Ο Παναγιώτης Σκουρής είναι επίκουρος καθηγητής ευρωπαϊκού δημοσίου δικαίου στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης  του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, δικηγόρος και συνιδρυτής του δικηγορικού γραφείου AnP Legal Praxis (www.anplegal.gr).

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ