Του Γρηγόρη Μυστιλιάδη
Ο 32ος Μαραθώνιος, για τον οποίο διαβάσαμε όλοι εμείς οι εκτός Αθηνών (οι εντός μπορεί και να παρευρέθησαν, μπορεί και όχι) λίγο πολύ σε κάθε Μέσο, ήταν, όπως φαίνεται και από τις εικόνες, μια εξαιρετική ευκαιρία για χαρά και χαμόγελα. Χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, καταγωγής και τάξης, κάτω από έναν ηλιόλουστο ουρανό, αποφασισμένοι να δοκιμάσουν τα όριά τους μέσα σε ένα κλίμα συν (και όχι ανταγωνισμού), να διασκεδάσουν, να γιορτάσουν τη ζωή, τα νιάτα, το κουράγιο, τη δύναμη, το πείσμα και τέλος πάντων ό, τι διαθέτει ο καθένας και ο δρόμος του δίνει το έναυσμα να νιώσει περήφανος για αυτό.
Ασφαλώς, δε γίναμε από τη μια στιγμή στην άλλη μια ωραία ατμόσφαιρα, έτσι; Λίγες στιγμές μετά τις πρώτες όμορφες εικόνες, συνειδητοποιεί κανείς πού ακριβώς δίνουν τα περισσότερα κείμενα, ρεπορτάζ και αφιερώματα στο Μαραθώνιο τη μεγαλύτερη βαρύτητα: Οι διάφορες ωραίες κοπελίτσες που ξέρουμε από την τηλεόραση έτρεξαν (που λέει ο λόγος) και ενημερωθήκαμε άμεσα σχετικά με το ποια τράβηξε την καλύτερη και πιο παιχνιδιάρικη selfie. Ο Ηλίας Ψινάκης προκάλεσε ντόρο με το κύρος που του δίνει η θέση του Δημάρχου Μαραθώνα και, κυρίως, με την ενδυματολογική του επιλογή και τη γραβάτα από μέλισσες. Ο Βασίλης Κικίλιας έτρεξε τα 10 χιλιόμετρα με την ομάδα της Αστυνομίας, κατόπιν πάτησε το «play» στο κασετοφωνάκι που είχε κρυμμένο στην κάλτσα για να μας ενημερώσει ότι «Ενωμένοι όλοι οι Έλληνες τρέξαμε και δείξαμε ότι μαζί μπορούμε να κάνουμε σπουδαία πράγματα». Ok. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έτρεξε με τα παιδιά του. Η Νίκη Κάρτσωνα με ροζ κάλτσες.
Ξέρω, δεν είναι για γκρίνια η όλη κατάσταση. Και δε με πειράζει που συνέρρευσαν οι διάφοροι επώνυμοι στο Μαραθώνιο, το αντίθετο, αφού συμμετείχαν για καλό σκοπό. Με πειράζει που είναι τέτοιο το χούι μας που δε βγαίνει ακόμα κι αν έχει προ πολλού βγει η ψυχή μας. Χρειάστηκε να προσπεράσω 4 – 5 σελίδες στο διαδίκτυο για να ενημερωθώ σχετικά με το τι έγινε και επί της ουσίας στο Μαραθώνιο. Πέρα από τη μαζική συμμετοχή των απλών ανθρώπων και των επωνύμων, να μάθω και δυο πραγματάκια για εκείνους που, δυστυχώς, περιμένουν πότε θα τρέξουν δίπλα τους – πίσω τους, βασικά, αρκετά πίσω τους - οι διάφορες μοντέλες, μπας και ακούσει τα ονόματά τους ο κόσμος, μήπως και καταφέρουν να τους στηρίξει κανείς, για να δώσουν και μια παραπάνω ώθηση στο άθλημα που αγαπάνε και υπηρετούν, ακόμα κι αν είναι οι μόνοι που πραγματικά νοιάζονται: ήθελα να διαβάσω και δυο λόγια για τους αθλητές.
Όχι να το παίξω καλός και σωστός. Δεν είναι ότι καίγομαι για τους μεγάλους δρόμους, δεν ήταν ποτέ η συμπάθειά μου. Με συναρπάζει όμως το πώς κάποιοι, ακόμα και σε αυτήν την εποχή, αφιερώνουν ώρες, ιδρώτα και πόνο καταπίνοντας μοναχικά χιλιόμετρα. Για τη χαρά του να τρέχεις, για την ελευθερία και τη γλύκα που κρύβει ο ανοιχτός δρόμος. Και διάβασα και έμαθα. Έμαθα για τον Χριστόφορο Μερούση από τη Χίο, που τερμάτισε σε λιγότερες από δυόμιση ώρες έχοντας στη φανέλα τον εννέα ημερών γιο του και ήρθε πρώτος μεταξύ των Ελλήνων που έτρεξαν. Και που το απύθμενο κόμπλεξ μας δεν αφήνει κανένα σχεδόν Μέσο να αναφέρει ότι ήρθε συνολικά δέκατος στον αγώνα πίσω από εννέα ξένους δρομείς, λες κι αυτή η επίδοση είναι κάτι ντροπιαστικό. Όχι, μας ενδιαφέρει μόνο το «πρώτος μεταξύ των Ελλήνων»…
Έμαθα και για τον Δημήτρη Θεοδωρακάκο, που τερμάτισε ακριβώς πίσω του. Έναν αθλητή που προπονείται σε βουνά και αστικές χαράδρες (urban trail) και άφησε κάποτε την κωπηλασία για να γίνει μαραθωνοδρόμος. Τερμάτισε σηκώνοντας στην αγκαλιά του την κόρη του που γελούσε μέσα στον κόσμο. Έμαθα για τον 42χρονο Γιώργο Καραβίδα και για τον μεγάλο αθλητή Κώστα Πούλιο, που τερμάτισε και δεν παράτησε τον αγώνα παρά το γεγονός ότι γνώριζε από νωρίς ότι δεν είχε τύχη για κάποια διάκριση. Και για τους άλλους, τον Κώστα Ρήγα, το Γιώργο Χατζηγιάννη, το Δημήτρη Καλιακούδη, τον Αλέξη Πασπάτη. Και τον άλλοτε συμφοιτητή μου, τον Γιάννη Παπαδόπουλο, έναν εξαίρετο δημοσιογράφο και αθλητή.
Θα σκεφτεί κανείς ότι δεν έχει και μεγάλο νόημα όλο αυτό, όμως ένιωσα την ανάγκη να αναφερθώ, τουλάχιστον, σε μερικά από τα ονόματα κάποιων εξαιρετικών αθλητών που δε θα ακούσουμε ποτέ. Των ανθρώπων που έχουν πάθος με ένα άθλημα με τεράστιο κύρος, ελάχιστη ωστόσο προβολή. Μεγάλοι αθλητές, πολύ πιο «αληθινοί» από εκείνους που θαυμάζουμε στα πιο διάσημα αθλήματα. Και που από σήμερα, που ο Βασίλης Κικίλιας θα επιστρέψει στο γραφείο του και η Νίκη Κάρτσωνα σε ό, τι είναι αυτό με το οποίο ασχολείται αυτόν τον καιρό, θα δουν ξανά τις κάμερες να φεύγουν, τα διάφορα Ολυμπιακός - Πανθρακικός να μονοπωλούν τα πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες και τη νέα «σοδειά» Ελλήνων δρομέων να συρρικνώνεται όλο και περισσότερο. Ας είναι κι έτσι. Αυτοί θα συνεχίσουν να τρέχουν όσο ακόμα τα πόδια βαστάνε, και τις υπόλοιπες 364 μέρες του χρόνου. Και έστω και μια φορά το χρόνο θα τους ξαναθυμόμαστε, γιατί οι αληθινοί εραστές των μεγάλων δρόμων θα αξίζουν πάντα το σεβασμό μας.