Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Πως «βλέπει» η αγορά την ελληνική πρόταση

Τι αναφέρουν σε ανακοινώσεις τους οι εκπρόσωποι των παραγωγικών φορέων...

Η δημοσιοποίηση της ελληνικής πρότασης η οποία περιέχει μέτρα που αγγίζουν τα 8 δις. ευρώ για την διετία, προκάλεσε σχόλια από τους παραγωγικούς φορείς, οι οποίοι αν και τονίζουν ότι υποστηρίζουν την ανάγκη επίτευξης συμφωνίας, εκφράζουν την ανησυχία τους για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Επίσης, στηλιτεύουν το γεγονός ότι τα φορολογικά μέτρα έχουν στο επίκεντρο τον ιδιωτικό τομέα.

«Μετά από πολύμηνη, χωρίς ουσιαστικό όφελος για την ελληνική κοινωνία, διαπραγμάτευση μεταξύ κυβέρνησης – θεσμών ήρθε η σκληρή ώρα του ιδιαιτέρως φουσκωμένου λογαριασμού» σχολιάζει ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης Παναγιώτης Παπαδόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι «η εξοντωτική πρόταση της κυβέρνησης και η άτεγκτη στάση των εταίρων οδηγούν τη χώρα εκ νέου στην ύφεση».

Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι η εξοντωτική φοροεπιδρομή «έχει για ακόμη μία φορά στο επίκεντρό της τον ιδιωτικό τομέα, για τον οποίο η κυβέρνηση δείχνει να αδιαφορεί αξιομνημόνευτα».

«Έστω και την ύστατη στιγμή η κυβέρνηση πρέπει να βρει ισοδύναμα μέτρα που να μην βάλλουν κατά του επιχειρείν, το οποίο ναι μεν επιθυμεί να στηρίξει τις προσπάθειες ωστόσο έχει και αντοχές, οι οποίες έχουν ξεπεραστεί προ πολλού», τονίζει ο κ. Παπαδόπουλος.

Η πολυαναμενόμενη συμφωνία φαίνεται να καταλήγει σε ένα μεταλλαγμένο υφεσιακό πρόγραμμα που θα παρατείνει την περίοδο «υπανάπτυξης» της χώρας και θα αποδυναμώσει εκ νέου την παραγωγική δυναμική της, εκτιμά από την πλευρά της η ΓΣΕΒΕΕ. Όπως υποστηρίζει, δυστυχώς, τα μέτρα που κατατέθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής αποτελούν για την πλειονότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων εργαλείο κατεδάφισης του παραγωγικού ιστού της χώρας.

«Μπροστά στον κίνδυνο εκτροχιασμού της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις και η διαφαινόμενη συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης και των Ευρωπαίων εταίρων μας, είναι μια ιδιαίτερη θετική εξέλιξη», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας. Καλεί όμως την κυβέρνηση «ακόμη και σήμερα» να προτάξει και άλλες επιλογές προκειμένου η υπερφορολόγηση να αποκτήσει πρόσκαιρο χαρακτήρα και να αντικατασταθεί από παρεμβάσεις φιλικές για την ανάπτυξη.

Άκρως υφεσιακά χαρακτηρίζει ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος τα μέτρα που περιλαμβάνονται στην ελληνική πρόταση για επίτευξη συμφωνίας, καλεί την κυβέρνηση να αναθεωρήσει τις θέσεις της που βάλλουν κατά της επιχειρηματικότητας και να αναζητήσει ισοδύναμα μέτρα.

Ως πολύ βαρύ λογαριασμό για τη μεσαία τάξη της χώρας χαρακτήρισε τα ισοδύναμα μέτρα των 7,9 δις ευρώ, ο πρόεδρος της ΕΣΣΕ Βασίλης Κορκίδης. Σημείωσε πάντως ότι μετά από μία πολύμηνη διαπραγμάτευση που εξάντλησε τις αντοχές της ελληνικής αγοράς, η τελική ευθεία επίτευξης μίας συμφωνίας σίγουρα βάζει ένα φρένο στις «ιερεμιάδες» περί επικείμενης καταστροφής και στους λεονταρισμούς περί ρήξης.

Ο πρόεδρος του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, κ. Σίμος Αναστασόπουλος σχολίασε από την πλευρά του: «Η πρόταση της Ελληνικής Κυβέρνησης κινείται σαφώς προς τη σωστή κατεύθυνση αφού δείχνει να καλύπτει τους όρους για παράταση της Συμφωνίας και της χρηματοδότησης και να αποτρέπει την άτακτη πορεία προς τη χρεωκοπία. Από την άλλη πλευρά τα προτεινόμενα μέτρα ρίχνουν το βάρος στην ιδιωτική οικονομία με νέους φόρους και αυξήσεις εισφορών που είναι περισσότερο από βέβαιο ότι θα οδηγήσουν σε ύφεση και άνοδο της ανεργίας. Μια πρόταση με διαφορετικό μίγμα μέτρων και αναπτυξιακό πρόσημο θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις και θα οδηγούσε σε βιώσιμη λύση, σε κάθε περίπτωση πάντως μια Συμφωνία είναι μακράν προτιμότερη από τη μη Συμφωνία που θα οδηγήσει σε απαξίωση της οικονομίας και φτωχοποίηση της Ελλάδας.»

Αναφέρουμε τέλος, ότι ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης δήλωσε ότι αυτό καθαυτό το γεγονός ότι επιτυγχάνεται συμφωνία έχει τεράστια σημασία καθώς θα αποδεσμευτούν οι περιορισμοί που υφίσταται η ελληνική οικονομία και ταυτόχρονα θα είναι μια σιφώνια με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, απόλυτα ασφαλή και εγγυημένο. «Θα είναι μια συμφωνία που θα περιλαμβάνει και την αναχρηματοδότηση του χρέους και του αναπτυξιακού πακέτου. Αποτρέπονται τα υφεσιακά μέτρα και δημιουργείται ένα πιο δίκαιο και αποτελεσματικό πλαίσιο», σημειώνει.

Ο ΣΕΤΕ χαιρέτισε με ανακοίνωσή του τις κινήσεις της ελληνικής Κυβέρνησης και «εύχεται να ολοκληρωθεί η συμφωνία εντός της εβδομάδας».

Υπενθυμίζει ότι, στο πλαίσιο στήριξης της ελληνικής Κυβέρνησης και της ελληνικής οικονομίας, το σύνολο του τουριστικού τομέα θεωρεί αποδεκτή μια αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ διαμονής από 6,5% στο 13%, με την προϋπόθεση να διατηρηθεί η εστίαση στο 13%. «Παρόλα αυτά, όπως δήλωσε σήμερα το πρωί και ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, κ. Γαβριήλ Σακελλαρίδης, οι δανειστές συνεχίζουν να πιέζουν την Ελλάδα να τοποθετήσει το τουριστικό πακέτο στο 23%. Αν αυτό πραγματοποιηθεί, το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό, καθιστώντας το τουριστικό μας προϊόν παντελώς εκτός ανταγωνισμού, δεδομένου ότι ο μέσος όρος των ανταγωνιστικών χωρών κυμαίνεται στο 8%-10%», τονίζει ο ΣΕΤΕ και προσθέτει: Πρέπει να γίνει, για πολλοστή φορά, σαφές πως η απόφαση του επισκέπτη επηρεάζεται αναμφίβολα από το κόστος και η επιλογή του καθορίζεται πλήρως από αυτό.

«Συνεχίζουμε να μην κατανοούμε τους λόγους της επιμονής των δανειστών στην επιβολή μη ανταγωνιστικού ΦΠΑ στο ελληνικό τουριστικό προϊόν και ερωτούμε: Ποιος θα κερδίσει από αυτό; Αναμφίβολα, η επιβολή αυτή, θα στρέψει τη ροή εκατομμυρίων τουριστών σε άλλες ανταγωνιστικές και γειτονικές χώρες, στερώντας από την Ελλάδα αναγκαία έσοδα, αρκετές μονάδες στο ήδη συρρικνωμένο ΑΕΠ και χιλιάδες θέσεις εργασίας», καταλήγει η ανακοίνωση.

Εάν αυξηθεί ο ΦΠΑ στην εστίαση σε 23% «αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε νέο κλείσιμο επιχειρήσεων και νέες απολύσεις στην εστίαση», υποστήριξε εξάλλου ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Επώνυμων Οργανωμένων Αλυσίδων Εστίασης (ΣΕΠΟΑ), Παναγιώτης Μονεμβασιώτης σε δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ