Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Νικορέστης Χανιωτάκης: «Σημασία δεν έχει μόνο τι λέμε, αλλά και πώς το λέμε»

Συνέντευξη με αφορμή την « Ολεάννα» στην οποία ο δημιουργός υπογράφει τη σκηνοθεσία και τη μετάφραση

Συνέντευξη στη ΛΕΜΟΝΙΑ ΒΑΣΒΑΝΗ

Ένας καθηγητής Πανεπιστημίου προτείνει σε μια φοιτήτριά του ιδιαίτερα μαθήματα, καθώς εκείνη φοβάται ότι θα αποτύχει στις εξετάσεις. Η φοιτήτρια θα τον κατηγορήσει για κατάχρηση εξουσίας και σεξουαλική παρενόχληση και για τον καθηγητή το όνειρο της μονιμοποίησης και της αγοράς ενός καινούργιου σπιτιού αρχίζει να καταρρέει. Τα υπόλοιπα στη σκηνή του Θεάτρου Αυλαία όπου στις 12,13 και 14/5/2017 (21.00) θα παίζεται η «Ολεάννα» του Ντέιβιντ Μάμετ. «Πρόκειται για έναν αγώνα για εξουσία, μία “μάχη”, κυρίως λεκτική αλλά και... σωματική. Ένα γλωσσικό “πινγκ-πονγκ” για την γνώση και την εκπαίδευση που οδηγεί στα άκρα», αναφέρει ο Νικορέστης Χανιωτάκης που υπογράφει τη σκηνοθεσία, ενώ έκανε και τη μετάφραση. Τονίζει πως «όλοι οι άνθρωποι είμαστε ικανοί να πάθουμε και να προξενήσουμε το καλύτερο και το χειρότερο». Απαντώντας σε ερώτησή μας για την έλλειψη επικοινωνίας που θίγεται και στο έργο του Μάμετ λέει «Όσο περνάνε τα χρόνια αισθάνομαι ότι πάσχουμε περισσότερο στην επικοινωνία. Τι ειρωνεία, αν σκεφτεί κανείς ότι οι τρόποι επικοινωνίας συνεχώς εξελίσσονται τεχνολογικά!». Σε λίγες μέρες θα συμμετάσχει στα γυρίσματα για τον 3ο κύκλο επεισοδίων της σειράς The Durrells, ενώ το καλοκαίρι θα τον δούμε  στην παράσταση "Ζορμπάς" που θα σκηνοθετήσει ο Σταμάτης Φασουλής και σε θεατρική διασκευή των Μ. Ρέππα-Θ. Παπαθανασίου.

 

-Πώς θα περιγράφατε την Ολεάννα;

-Η “Ολεάννα” είναι ένας τόπος ευδαιμονίας, μια ουτοπία, όπου ο άνθρωπος βρίσκει την ψυχική του ηρεμία και την εσωτερική του γαλήνη. Πρόκειται για αυτό που στα ελληνικά ονομάζουμε “Αρκαδία”. Από την αρχαιότητα η Αρκαδία αποτελούσε κάποιας μορφής ουτοπία και το αρκαδικό ιδεώδες, για μια ζωή κοντά στη φύση και στον ελεύθερο τρόπο ζωής της υπαίθρου, απεικονίστηκε από πολλούς καλλιτέχνες.

Στο ομώνυμο έργο του Ντέιβιντ Μάμετ, λοιπόν, βλέπουμε την σύγκρουση δύο ανθρώπων, που διεκδικούν να φτάσουν στην δική τους ξεχωριστή Ολεάννα. Από την μία, ο Τζον, επιτυχημένος καθηγητής πανεπιστημίου, ετοιμάζεται να μονιμοποιηθεί και να αποκτήσει καινούργιο σπίτι για την οικογένειά του. Από την άλλη, η Κάρολ, νεαρή φοιτήτρια, προσπαθεί να πατήσει στα πόδια της, να καταλάβει έννοιες που για αυτήν φαντάζουν ξένες και να πείσει τον καθηγητή της να της αλλάξει τον βαθμό των εξετάσεων για να περάσει το μάθημα. Τι συμβαίνει, όμως, όταν ο ένας ήρωας βάζει εμπόδια στον άλλον, την στιγμή μάλιστα που είναι φανερή η δυσκολία επικοινωνίας μεταξύ τους; Πρόκειται για έναν αγώνα για εξουσία, μία “μάχη”, κυρίως λεκτική αλλά και... σωματική. Ένα γλωσσικό “πινγκ-πονγκ” για την γνώση και την εκπαίδευση που οδηγεί στα άκρα. Στην αρχή γελάς (ο Μάμετ έχει ένα πανέξυπνο χιούμορ στην γραφή του), μετά αισθάνεσαι μεγάλη ένταση όταν ο ένας ήρωας εμποδίζει την “ευτυχία” του άλλου και στο τέλος ανακουφίζεσαι γιατί συνειδητοποιείς ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ικανοί να πάθουμε και να προξενήσουμε το καλύτερο και το χειρότερο.

- Πού εστιάσατε δουλεύοντας πάνω σε αυτό το έργο;

-Αρχικά, η διαδικασία της μετάφρασης με βοήθησε πολύ να καταλάβω τον ελλειπτικό και διακοπτόμενο λόγο του Μάμετ. Στις πρόβες αφιερώσαμε αρκετό χρόνο στο πως ο ένας ηθοποιός θα “μπαίνει” στα λόγια του άλλου χωρίς να χάσει ατάκα ο θεατής. Ο γρήγορος ρυθμός είναι σημαντικός για αυτό το έργο, ειδικά στις δύο πρώτες πράξεις. Επίσης, εστιάσαμε στην γλώσσα του σώματος. Η Κάρολ κατηγορεί τον καθηγητή της για σεξουαλική παρενόχληση, αλλά ο θεατής δεν έχει δει ξεκάθαρα κάτι τέτοιο. Άρα, σκεφτήκαμε ότι οι κινήσεις του κάθε χαρακτήρα πρέπει κάτι να σημαίνουν, μπορεί να παρεξηγηθούν από τον άλλον. Στόχος μας είναι το κοινό να προβληματιστεί σε έναν βαθμό για το ποιος ήρωας λέει αλήθεια, ποιος ψέματα. Τέλος, δώσαμε ιδιαίτερη έμφαση στην τελευταία σκηνή του έργου, που είναι η πιο σκληρή και η πιο απαιτητική κινησιολογικά. Γενικά, στο θέατρο το φινάλε είναι πολύ σημαντικό, καθώς είναι η τελευταία εικόνα που θα πάρει μαζί του ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση. Στην “Ολεάννα”, όσοι δεν γνωρίζουν το κείμενο δεν περιμένουν τόσο έντονο φινάλε και τους δημιουργείται μεγάλη ένταση. Σχεδόν... σοκάρονται. Αν και λίγο... σαδιστικό εκ μέρους μου, θα έλεγα ότι απολαμβάνω την έκπληξή τους.

 

-Ο Μάμετ αναφέρεται και στην έλλειψη επικοινωνίας. Συμφωνείτε με τον τρόπο που σχολιάζει τις ανθρώπινες σχέσεις; Και αν ναι, γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί πάσχουμε στην επικοινωνία;

-Πράγματι η έλλειψη επικοινωνίας είναι ένας από τους βασικούς θεματικούς άξονες στην “Ολεάννα”. Συμφωνώ απολύτως με τον τρόπο που ο Ντέιβιντ Μάμετ σχολιάζει τις ανθρώπινες σχέσεις, αναφορικά με το παραπάνω θέμα. Για αυτό και βρίσκεται ανάμεσα στους αγαπημένους μου σύγχρονους συγγραφείς μαζί με τον Πίντερ, τον Ουίλιαμς και τον ΜακΝτόνα. Η άποψή του ότι οι λέξεις παίρνουν το νόημα που τους δίνουμε εμείς οι άνθρωποι και κάπου εκεί μπορεί να δημιουργηθεί μια παρεξήγηση με κάνει να συντάσσομαι. Σημασία δεν έχει μόνο τι λέμε, αλλά και πως το λέμε. Δύο άνθρωποι από διαφορετικά περιβάλλοντα, με διαφορετικά βιώματα είναι σύνηθες άλλα να λένε κι άλλα να καταλαβαίνουν. Όσο περνάνε τα χρόνια αισθάνομαι ότι πάσχουμε περισσότερο στην επικοινωνία. Τι ειρωνεία, αν σκεφτεί κανείς ότι οι τρόποι επικοινωνίας συνεχώς εξελίσσονται τεχνολογικά! Η αιτία σίγουρα δεν είναι μία και δεν είμαι ο κατάλληλος να την εντοπίσω. Οι κοινωνιολόγοι ξέρουν καλύτερα. Η άποψή μου, πάντως, είναι ότι οι όλο και λιγότερες δια ζώσης συζητήσεις, σε συνδυασμό με τους γρήγορους, αγχωτικούς ρυθμούς της καθημερινότητας που συχνά δεν επιτρέπουν στον άλλον ούτε καν να ολοκληρώσει το σκεπτικό του αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν την δυσκολία επικοινωνίας σήμερα.

 

-Τους ρόλους ερμηνεύουν  η Κατερίνα Παπουτσάκη και ο Δημήτρης Πετρόπουλος. Πώς ήταν η συνεργασία μαζί τους;

-Και με τους δύο ηθοποιούς συνεργαστήκαμε καταπληκτικά. Η όλη διαδικασία των προβών ήταν άκρως δημιουργική, εγκεφαλική και βασίστηκε σε αμοιβαία εμπιστοσύνη και υποστήριξη. Αισθάνομαι ουσιαστικά κερδισμένος από την συνύπαρξή μου με αυτούς τους δύο υπέροχους καλλιτέχνες. Κατά την γνώμη μου, η “Ολεάννα” δεν χρειάζεται απλώς καλούς ηθοποιούς. Χρειάζεται ισχυρές προσωπικότητες, ανθρώπους που φέρουν πράγματα μαζί τους στην σκηνή. Την ιδέα του έργου μου την έριξε στο τραπέζι ως ιδέα η Κατερίνα Παπουτσάκη. Εγώ γνώριζα καλά το συγκεκριμένο κείμενο από την Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, μου “ξύπνησε” αμέσως πολύ έντονα συναισθήματα και η απόφαση να το ανεβάσουμε μαζί πάρθηκε σχεδόν αμέσως. Ήταν όνειρό της να υποδυθεί την Κάρολ και να που έγινε πραγματικότητα. Η Κατερίνα με κέρδισε από την πρώτη στιγμή με την εντυπωσιακή  θεατρική της ευφυΐα. Η επιλογή του Δημήτρη Πετρόπουλου για τον ρόλο του καθηγητή ήταν εξίσου εύκολη για μένα διότι είχαμε ήδη συνεργαστεί δύο φορές κατά το πρόσφατο παρελθόν (“Bull”, “Κουλοχέρης του Σποκέιν”). Για μένα πρόκειται για έναν πανέξυπνο, μορφωμένο άνθρωπο, εγκεφαλικό και ταυτόχρονα γεμάτο συναισθηματικά στην σκηνή, έναν ολοκληρωμένο καλλιτέχνη. Χαίρομαι που τόσο οι ηθοποιοί όσο και όλοι οι συντελεστές της παράστασης (Έλλη Λιδορικιώτη, Χριστίνα Θανάσουλα, Γιώργος Περιστέρης, Νατάσα Παπαμιχαήλ, Έμα Μαυρέλη, Παύλος Τόρης) πίστεψαν και στήριξαν με την ψυχή τους την παράσταση.

-Στο κείμενο γίνεται και ένα σχόλιο για το εκπαιδευτικό σύστημα, τις σχέσεις μαθητών – καθηγητών. Πώς θα σχολιάζατε τις απόψεις του και πώς κρίνετε το τι ισχύει στη χώρα μας;

-Σίγουρα το εκπαιδευτικό σύστημα στην Αμερική είναι πιο αυστηρό από το δικό μας. Όχι μόνο στο επίπεδο των μαθημάτων και των απαιτήσεων, αλλά κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με τους διαπροσωπικούς κανόνες που το διέπουν. Ένα απλό άγγιγμα του καθηγητή προς τον/την φοιτητή/φοιτήτρια, ένα αθώο αστείο με σεξουαλικό περιεχόμενο είναι πράγματα που απαγορεύονται ρητά. Στην Ελλάδα όλα είναι πιο χαλαρά και τα όρια είναι περισσότερο διευρυμένα. Εδώ μας φαίνεται φυσιολογικό και οικείο ακόμα και παρέα να κάνουν ένας εκπαιδευτικός με τον μαθητή του. Αυτό που συνδέει πάντως όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα είναι η αδιαμφισβήτητη θέση εξουσίας που έχει ένας καθηγητής απέναντι στον εκπαιδευόμενο. Εκείνος, λοιπόν, είναι που οφείλει να βάλει τα κατάλληλα όρια στην σχέση τους για να έχει τον έλεγχο και να προλάβει καταστάσεις.

-Νιώθετε περισσότερο ηθοποιός ή σκηνοθέτης;

-Από την στιγμή που σπούδασα και ασκώ και τα δύο, θεωρώ τον εαυτό μου τόσο ηθοποιό όσο και σκηνοθέτη. Βεβαίως, κάθε φορά επικρατεί μία από τις δύο ιδιότητες. Δεν θέλω να σκηνοθετώ τον εαυτό μου.

 

-Παράλληλα υπάρχει και η τηλεόραση στην επαγγελματική σας πορεία. Αναφέρομαι στο The Durrells; Πώς νιώθετε που συμμετέχετε σε αυτή τη σειρά; Και τι θα δούμε μετά;

-Τα τελευταία δύο χρόνια παίζω στην σειρά “THE DURRELLS”, η οποία προβάλλεται στο αγγλικό ITV και στο Cosmote Cinema4. Πρόκειται για σειρά εποχής (διαδραματίζεται το 1930) που στο επίκεντρο έχει μία μητέρα, η οποία, μαζί με τα τέσσερα παιδιά της, μετακομίζει από την Αγγλία στην Κέρκυρα λόγω οικονομικών και ενδοοικογενειακών προβλημάτων. Το σενάριο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Από ελληνικής πλευράς, πρωταγωνιστούν ο Γιώργος Καραμίχος, ο Αλέξης Γεωργούλης, η Άννα Σάββα και η Έρρικα Μπίγιου. Προσωπικά υποδύομαι έναν νεαρό μοναχό, τον Παύλο, ο οποίος στον 1ο κύκλο της σειράς προσπαθεί να προσαρμόσει την κόρη της οικογένειας στα χριστιανικά πρότυπα και στον 2ο κύκλο έχει ένα διακριτικό συναισθηματικό ειδύλλιο μαζί της. Τον αγαπώ τόσο πολύ τον συγκεκριμένο ρόλο! Η σειρά στην Αγγλία είναι από τις πιο επιτυχημένες όλων των εποχών με αποτέλεσμα σε λίγες μέρες να ξεκινάμε τα γυρίσματα για τον 3ο κύκλο επεισοδίων, ενώ έχουν ξεκινήσει ήδη οι προετοιμασίες και τον 4ο! Πρόκειται για μία μοναδική εμπειρία και όλοι οι συντελεστές είναι εξαιρετικοί επαγγελματίες και καλλιτέχνες.

-Πώς κρίνετε τη σημερινή ελληνική τηλεόραση;

-Δυστυχώς η ελληνική τηλεόραση περνάει μεγάλη κρίση. Απόδειξη ότι οι περισσότερες σειρές γυρίζονται στην Κύπρο και τα τηλεπαιχνίδια είναι επανεμφανίσεις παλιών “σουξέ”. Έχουμε στερέψει από ιδέες; Ποιος ξέρει; Συγκριτικά με το εξωτερικό είμαστε σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Μόνο οι δύο συνδρομητικές πλατφόρμες έχουν βάλει ψηλά τον πήχη. Υπάρχουν βέβαια και “φωτεινές” εξαιρέσεις, όπως είναι δυο-τρεις κωμικές σειρές που τις αγαπάει πολύ ο κόσμος και συνεχίζουν με δυναμική.

 

-Τι θα ακολουθήσει μετά την Ολεάννα; 

-Αυτό το καλοκαίρι θα βρίσκομαι ως ηθοποιός σε περιοδεία σε όλη την Ελλάδα με τον “Ζορμπά” του Ν. Καζαντζάκη με τον Γρ. Βαλτινό στον ομώνυμο ρόλο, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή και θεατρική διασκευή των Μ. Ρέππα-Θ. Παπαθανασίου. Από εκεί και πέρα, από τον ερχόμενο Οκτώβριο θα σκηνοθετήσω την “Λυσσασμένη Γάτα” του Τενεσί Γουίλιαμς.

Παραστάσεις 12,13,14 Μαΐου στο Θέατρο Αυλαία (ΧΑΝΘ, πλευρά Τσιμισκή Τηλ. 2310237700)

Προπώληση: 13€ κανονικό, 10€ μειωμένο (για φοιτητές, ανέργους, ΑΜΕΑ). 

Ταμείο:  15€ κανονικό, 13€ μειωμένο (για φοιτητές, ανέργους, ΑΜΕΑ). 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ