Στην επιστολή τους, επιμένουν ότι τα Γλυπτά αποκτήθηκαν νόμιμα από τον λόρδο Έλγιν και νομίμως παραμένουν στο Βρετανικό Μουσείο. Ισχυρίζονται ότι ουδέποτε από το 1816 μέχρι το 1985 δεν είχε τεθεί θέμα παράνομης κατοχής των Γλυπτών, κάτι που συνιστά ψευδή αναφορά καθώς αίτημα της επιστροφής έθεσε για πρώτη φορά η Μελίνα Μερκούρη το 1982. Προσθέτουν ότι η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης περί διαμεσολάβησης της UNESCO αποσκοπεί στη μόνιμη επιστροφή των Γλυπτών, γεγονός που θα παραβιάζει το "νόμιμο δικαίωμα" κατοχής τους από το Βρετανικό Μουσείο. Μολονότι εκφράζουν τον θαυμασμό τους προς το Μουσείο της Ακρόπολης, παρατηρούν ότι το Βρετανικό Μουσείο δίνει τη δυνατότητα σε εκατομμύρια τουρίστες απ' όλο τον κόσμο να αντιληφθούν τη σπουδαιότητα των Γλυπτών ως μέρος της παγκόσμιας ιστορίας.
Δήλωση του αν. Υπουργού Πολιτισμού Νίκου Ξυδάκη
«Με λύπη πληροφορηθήκαμε, και πάντως όχι δια της επίσημης οδού, ότι η Βρετανική πλευρά αρνείται κατηγορηματικά την πρόσκληση της UNESCO για έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης για τα Γλυπτά του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Διαπιστώνεται μια έλλειψη διάθεσης για συνεργασία και διάλογο από τη Βρετανική πλευρά, η οποία δείχνει επίσης να αγνοεί τις σχετικές με το ζήτημα Συστάσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής ICPRCP, ενός θεσμικού οργάνου της UNESCO. Προξενεί εντύπωση ο αρνητισμός και η έλλειψη του προσήκοντος σεβασμού προς τις καλές υπηρεσίες των διαμεσολαβητών. Εντύπωση επίσης προξενεί η απολύτως μονομερώς συνεχιζόμενη προσπάθεια υποβάθμισης ενός διακρατικού ζητήματος σε ζήτημα μεταξύ μουσείων. Η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει την προσπάθειά της με κάθε δυνατό τρόπο και θα θέσει εκ νέου το ζήτημα στη Γενική Διευθύντρια της UNESCO, αναμένοντας τις αντιδράσεις για τους χειρισμούς της Βρετανίας. Καλούμε τη Μεγάλη Βρετανία να επανεξετάσει τη στάση της. Η Ελλάδα παραμένει ανοικτή σε κάθε θετική χειρονομία».