Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΛΛΙΝΗ
Είναι οριστικό. Πάμε σε νέες εκλογές μέσα στον Ιούνιο. Οι αρχηγοί των κομμάτων δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν στο οτιδήποτε, ούτε καν στο ότι διαφωνούν. Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών διακατέχονται από μια θολούρα, όπου ο ένας προσπαθεί να εκθέσει τον άλλο ότι σπρώχνει τη χώρα στο γκρεμό, ότι δεν έχει ξεκάθαρες θέσεις, ότι θέλει νέες εκλογές.
Ήταν προφανές ότι η διαχείριση του εκλογικού αποτελέσματος θα ήταν δύσκολη, όχι μόνο επειδή κανένα κόμμα δεν πήρε αυτοδυναμία αλλά και γιατί δεν έφταναν καν τα 2 πρώτα κόμματα για να σχηματιστεί κυβέρνηση. Σκεφτείτε λοιπόν πόσο απότομη ήταν η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού: από το νόμο του απόλυτου συντριπτικού δικομματισμού, στο νόμο του δυσκίνητου πολυκομματισμού. Οι έλληνες πολιτικοί οι οποίοι διαχρονικά δεν μπορούσαν να συνεργαστούν ούτε καν με τα στελέχη του κόμματός τους, κλήθηκαν ξαφνικά να σχηματίσουν κυβέρνηση συνεργασίας με τρία ή και περισσότερα κόμματα.
Θα μου πείτε δεν είχαμε ήδη κυβέρνηση συνεργασίας υπό τον Παπαδήμο; Αυτό ισχύει, αλλά τώρα έπρεπε να συνεργαστούν κόμματα που έχουν αρκετά διαφορετικά πολιτικά προγράμματα, ιδέες και ιστορία. Αυτή τη φορά δεν διάλεξαν τα κόμματα τη συνεργασία, τη διάλεξε ο λαός με τη ψήφο του. Διάλεξε μάλιστα και μερικούς παίκτες που είναι καινούργιοι στο παιχνίδι.
Ε, λοιπόν αυτοί οι παίκτες αποδείχτηκαν σκληρά καρύδια, κάποιοι περισσότερο κάποιοι λιγότερο και η συνεργασία δεν πέτυχε. Τα έφεραν από εδώ, τα έφεραν από εκεί, έπαιξαν με τις λέξεις, ξημεροβραδιάστηκαν για μέρες ολόκληρες στα κανάλια, δέχτηκαν τις σκληρότατες αλλά αναμενόμενες επιθέσεις από το ηττημένο φιλο-μνημονιακό πολιτικό φάσμα, αλλά εν τέλει δεν ενέδωσαν. Ακούστηκαν διάφορες προτάσεις, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συναντήθηκε με όλους πολλές φορές, αποτέλεσμα μηδέν. Ή μάλλον… αποτέλεσμα ήταν να ανοίξει ήδη από χθες η προεκλογική περίοδος. Τα πρώτα εκλογικά σποτάκια παίχτηκαν.
Οι ευρωπαίοι φίλοι μας, από την άλλη, πανικοβλημένοι από την απότομη αλλαγή του σκηνικού σε Ελλάδα και Γαλλία, επιδόθηκαν σε πολλαπλές αντιφάσεις. Πίεση και απευθείας παρεμβάσεις στα εσωτερικά της χώρας άσκησε το σκληρό μπλοκ, ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και σεβασμό στην ανεξάρτητη ελληνική δημοκρατία το πιο ευγενικό μπλοκ. Φυσικά το σκληρό μπλοκ υπερείχε και κατά πάσα πιθανότητα θα υπερέχει και στη δεύτερη προεκλογική περίοδο. Εδώ μέχρι και κεραυνοί πέφτουν σε αυτούς που πάνε να συζητήσουν την πολιτική οικονομικής λιτότητας. Κοινή συνισταμένη όλων η συζήτηση για την παραμονή ή την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.
Κάπως έτσι φαντάζομαι ότι θα μεταφερθεί το δίλημμα αυτό από τα «μνημονιακά» κόμματα και στις επερχόμενες εκλογές. Θέλουμε το ευρώ ή τη δραχμή; Την Ευρώπη ή κάποια άλλη συμμαχία; Ένα εκβιαστικό δίλημμα που είναι φτιαγμένο για να εκμαιεύσει ψήφους. Το ερώτημα του δημοψηφίσματος που πρότεινε ο Παπανδρέου, τώρα θα προβληθεί σαν την ερώτηση που θα καθορίσει την ψήφο του Ιούνη.
Από την άλλη πλευρά, το αντι- μνημονιακό μπλοκ θα προβάλλει για άλλη μια φορά τα λάθη αυτών που στήριξαν το μνημόνιο, θα ζητήσει άλλη μία ψήφο τιμωρίας. Αυτούς που έφεραν το μνημόνιο ή εμάς που θα το καταργήσουμε; Αυτούς που έλεγαν σε όλα ναι ή εμάς που θα τρίξουμε τα δόντια στους Ευρωπαίους; Ένα ακόμα δίλημμα που παγιδεύει τον ψηφοφόρο γιατί έχει να διαλέξει ανάμεσα σε κατακριτέες πρακτικές του παρελθόντος και σε θολές μελλοντικές προτάσεις που δεν έχουν δοκιμαστεί από κανένα, πόσο μάλλον μια υπερχρεωμένη χώρα που βασίζεται στο γεγονός ότι δεν μπορεί να τη διώξει κανένας από την Ε.Ε.
Η επόμενη ψήφος δεν μπορεί να είναι ξανά ψήφος τιμωρίας. Οφείλει να είναι ψήφος ξεκάθαρης επιλογής πολιτικού προγράμματος. Αυτή είναι η ευθύνη του ψηφοφόρου. Η ευθύνη των κομμάτων είναι να παρουσιάσουν πιο καθαρά τα προγράμματα τους, μακριά από μικροπολιτικά παιχνίδια που τόσο αρέσουν στους Έλληνες πολιτικούς. Η ευθύνη της Ε.Ε. είναι να σεβαστεί το αναφαίρετο δικαίωμα μας να κάνουμε ξανά εκλογές. Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά κάποιος-οι, κάπου, μέσα στον επόμενο μήνα θα μας εκπλήξει θετικά.