Του Γιώργου Παπαδημητρίου
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές απέχουμε λίγες ώρες από τη διεξαγωγή του τρίτου τελικού της ελληνικής Basket League (Α1 τη μάθαμε εμείς, οι εκμοντερνισμοί μάς μάραναν) ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό, στο κλειστό του ΟΑΚΑ.
Ανακουφισμένη λοιπόν η ελληνική κοινωνία θα μπορέσει επιτέλους να ανασάνει και να κοιμηθεί ήσυχη το βράδυ, μιας το ζήτημα αναγορεύτηκε σχεδόν αστραπιαία σε νούμερο ένα προτεραιότητα και πηγή άγχους για ολόκληρη τη χώρα. Ας κάνουμε επομένως τη χάρη στους εαυτούς μας να μην αμφισβητήσουμε την παραπάνω προφανή διαπίστωση, παριστάνοντας κατόπιν εορτής τους αδιάφορους, κουλ και άνετους. Διότι, κακά τα ψέματα, δεν είμαστε. Διότι, ας είμαστε ειλικρινείς, ψοφάμε για ένα ακόμη ζουμερό επεισόδιο trash-ίλας όσο και αν διαρρηγνύουμε τα ιμάτιά μας για το πόσο σοκαρισμένοι ή απηυδισμένοι είμαστε.
Τα ανεκδιήγητα γεγονότα του ΣΕΦ –απ’ όποια σκοπιά και αν το δει κανείς– πυροδότησαν μια σειρά από γεγονότα που κινήθηκαν στην κλασική επικράτεια της κοινοτοπίας. Διάφορα γενικόλογα ευχολόγια αρκούντως προσεκτικά για να μη θίξουν κανένα, χωρίς να αναλύουν το φαινόμενο σε βάθος, αναμένοντας με στόμφο και γκρίνια κάποια ουρανοκατέβατη λύση που θα αλλάξει τα πάντα αναφανδόν. Στην αντίπερα όχθη, οι συγκεκαλυμμένοι οπαδικοί κονδυλοφόροι εργάστηκαν υπερωρίες, επιδεικνύοντας –όπως πάντα– υπερβάλλοντα ζήλο. Κάπου στο ενδιάμεσο, το λεγόμενο μπασκετικό δημοσιογραφικό σινάφι ενστερνίστηκε με τρομερή προσήλωση μια παραλλαγή του «shut up and dribble», τη λογική δηλαδή που σπεύδουν να στηλιτεύσουν με μανία κάθε φορά που κάποιος αστέρας του αθλητισμού δεν ικανοποιεί τα προκάτ ακτιβιστικά πρότυπα. Εφόσον λοιπόν η επίσημη γραμμή όλων των «ειδικών» του χώρου ήταν μια φλου αποδοκιμασία και μια θωράκιση πίσω από το μότο «δεν μας ενδιαφέρει τίποτα εκτός των γραμμών του παρκέ», θα ήταν αν μη τι άλλο αξιοπρεπές από εδώ και στο εξής να υιοθετηθεί μια παρόμοια προσέγγιση και για οποιοδήποτε θέμα γενικότερου/διεθνούς ενδιαφέροντος, εκτός αν δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να παριστάνουμε τους γενναίους για οτιδήποτε μακρινό και να σφυρίζουμε κλέφτικα για οτιδήποτε κοντινό.
Από εκεί και πέρα, και προσπερνώντας πως η εγχώρια παραγωγή memes γνώρισε μία ακόμη ημέρα δόξας, χρήσιμο είναι να αναλογιστεί κανείς το πώς και πόσο φάσκουμε και αντιφάσκουμε όλοι μας με κάθε αφορμή και ανά πάσα στιγμή. Διότι καλός μεν ο χαβαλές για το ραντεβού που από κοινό έγινε χωριστό στην πορεία, αλλά αν τυχόν είχε όντως αποφαστιστεί μια διακοπή του πρωταθλήματος οι ίδιοι άνθρωποι θα ήταν οι πρώτοι που θα εκτόξευαν πομπώδεις κορώνες για εκκωφαντική ήττα στη μάχη απέναντι στην καφρίλα – μια μάχη παντελώς φαντασιακή καθότι ο συγκεκριμένος πόλεμος έχει ήδη χαθεί προ πολλού. Φυσικά, σε μια ακόμη επίδειξη προβλεψιμότητας, σε μια χώρα όπου η τοξικότητα πάει σύννεφο αγγίζοντας δυσθεώρητα επίπεδα, η όποια συζήτηση καταλήγει σχεδόν αναπόφευκτα να στριμωχτεί σε ένα επίπεδο άτοπης σεμνοτυφίας.
Για να το θέσουμε αλλιώς: Ναι, θα ήταν υπέροχο να σταματήσουν οι ακατάσχετες χυδαίες βωμολοχίες στα γήπεδα, το φαινόμενο αυτό όμως ούτε γεννήθηκε αυτοστιγμεί, ούτε είναι αποκομμένο από τη νοσηρή μας αντίληψη περί αθλητισμού, ούτε γίνεται να διορθωθεί με μια απλή νομοθετική διάταξη. Όσο για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές, είναι πραγματικά αδύνατον και ανήκουστο να βγουν εκτός κάδρου και να μην αποτελέσουν κομμάτι ενός ευρύτερου προβληματισμού. Με άλλα λόγια, αναρωτιέται κανείς ποιος αθλητής, προπονητής, διοικητικός παράγοντας δικαιούται να αντιδρά (που και πάλι ο ρόλος, η θέση και οι αμοιβές των ανθρώπων αυτών επιβάλλουν και απαιτούν την επίδειξη ψυχραιμίας απέναντι σε κάθε πρόκληση) σε περίπτωση εξύβρισης όταν δεν έχει επ’ ουδενί φροντίσει να αποτρέψει το κοινό της δικής του ομάδας από το να συμπεριφέρεται με ακριβώς τον ίδιο τρόπο.
Σε κάποια στιγμή, πολύ σύντομα ευτυχώς, θα τελειώσουν κι αυτοί οι τελικοί, κι ας ελπίσουμε πως δεν θα υπάρξουν άλλα παρατράγουδα γιατί ούτως ή άλλως καταναλώνουμε εδώ και πολύ καιρό αδιανόητες ποσότητες ξεπεσμένης αισθητικής και αδιανόητης μικροπρέπειας σε πολλούς τομείς του δημόσιου βίου και δη του αθλητισμού. Όλα αυτά που συνέβησαν, ωστόσο, φέρνουν στο προσκήνιο μια ακόμη προφανή συνειδητοποίηση: όλη αυτή η ιλουστρασιόν νεόπλουτη υπερβολή για το πόσο ψυχαναγκαστικά περήφανοι πρέπει να είμαστε για τις δύο ζάπλουτες ελληνικές ομάδες έχει εκτροχιαστεί σε ένα μικρό τσίρκο, που ξεκίνησε από το Άμπου Ντάμπι και συνεχίζει τις παραστάσεις στα πάτρια εδάφη.