Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Γιάννης Μόσχος: «H αναμέτρηση με τους μεγάλους συγγραφείς μάς πλουτίζει»

Ο δημιουργός σκηνοθετεί για το ΚΘΒΕ τους «Στυλοβάτες της κοινωνίας», μια ελεύθερη διασκευή πάνω στο ομώνυμο έργο του Χένρικ Ίψεν

Συνέντευξη στην Λεμονιά Βασβάνη

«Από την πρώτη φορά που διάβασα τους “Στυλοβάτες”, είκοσι χρόνια πριν, αισθάνθηκα σαν ο Ίψεν να ήξερε τη Θεσσαλονίκη στην οποία μεγάλωσα. Η ελεύθερη διασκευή που έκανα στο έργο, είναι ένας “φόρος τιμής” στη γενέτειρά μου». Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησαν τον Γιάννη Μόσχο να καταπιαστεί με το κείμενο του Χένρικ  Ίψεν «Οι Στυλοβάτες της κοινωνίας». Πρόκειται για ένα έργο που ανεβαίνει σπάνια και που θα δούμε από το Σάββατο 15 Φεβρουαρίου, στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. «Η αναμέτρησή μας με τους μεγάλους συγγραφείς μόνο να μας πλουτίσει μπορεί, κι εμάς που ασχολούμαστε επαγγελματικά με θέατρο, αλλά και κυριότερο τους θεατές», δήλωσε ο κ. Μόσχος που υπογράφει και τη σκηνοθεσία. Παράλληλα τόνισε πως οι άνθρωποι δεν έχουν αλλάξει από την εποχή του Ίψεν. Όπως οι ήρωες του έργου, έτσι κι εμείς σήμερα συχνά θέλουμε να παρουσιάζουμε μια ωραιοποιημένη εκδοχή του εαυτού μας για να αρέσουμε στους άλλους. Τέλος αναφέρθηκε και στους στυλοβάτες του σήμερα.

 

-«Οι Στυλοβάτες της κοινωνίας» είναι ένα έργο που παίζεται σπάνια. Γιατί; Και πώς αποφασίσατε να το ανεβάσετε;

-Δύο είναι κυρίως, νομίζω, οι λόγοι: η πολυπρόσωπη διανομή, που μόνο μια κρατική σκηνή μπορεί να αντέξει, και το υπερβολικά αισιόδοξο, κατά την εκτίμησή μου, happy end που επιφυλάσσει ο Ίψεν για κλείσιμο του έργου. Επιπλέον, οι «Στυλοβάτες» έχουν και κάποιες δραματουργικές αδυναμίες, είναι από τις πρώτες δοκιμές του Ίψεν στον ρεαλισμό (όλα σχεδόν τα προηγούμενα έργα του είναι γραμμένα σε στίχο, είτε εξελίσσονται στο ιστορικό παρελθόν). Παρά τις κάποιες αδυναμίες του είναι ένα συναρπαστικό έργο, με πολύ ενδιαφέροντες χαρακτήρες και μια αριστοτεχνική πλοκή με τρομερό σασπένς. Χρόνια τώρα με απασχολούσε το έργο, και όταν μου προτάθηκε από τον προηγούμενο καλλιτεχνικό διευθυντή του ΚΘΒΕ, Γιάννη Αναστασάκη, να ανεβάσω κάποιο έργο του Ίψεν, ήταν η πρώτη μου σκέψη. Και υπάρχει κι ένας πολύ προσωπικός λόγος: από την πρώτη φορά που διάβασα τους «Στυλοβάτες», είκοσι χρόνια πριν, αισθάνθηκα σαν ο Ίψεν να ήξερε τη Θεσσαλονίκη στην οποία μεγάλωσα. Η ελεύθερη διασκευή που έκανα στο έργο, είναι ένας «φόρος τιμής» στη γενέτειρά μου.

-Σε σημείωμά σας αναφέρετε πως αν και είχατε στενή επαφή με το έργο του Ίψεν, προσπαθήσατε να μην σκηνοθετήσετε μια παράσταση πάνω σε κείμενό του. Τι άλλαξε και σας οδήγησε σε αυτή την σκηνοθεσία που θα δούμε στη σκηνή του ΚΘΒΕ;

-Εδώ και πολλά χρόνια ασχολούμαι ως θεωρητικός με το συγγραφικό του έργο, το διδακτορικό μου είναι πάνω στον Ίψεν, μελετώ αδιάκοπα, εδώ και κοντά 25 χρόνια, πως ανέβηκε ο συγγραφέας στην Ελλάδα, από την πρώτη του εμφάνιση στην ελληνική σκηνή, το 1894, έως σήμερα. Και ξέρω καλά τις μεγάλες δυσκολίες που υπάρχουν για τη σκηνική πραγμάτωση των έργων του. Έτσι, έως πρόσφατα, απέφευγα να ανεβάσω ως σκηνοθέτης κάποιο έργο του. Αλλά ήρθε η στιγμή να αντιμετωπίσω τους φόβους μου και να κάνω την  πρώτη μου απόπειρα. Έκανα πλέον την παραδοχή πως έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται ποτέ να καταφέρω να φανώ αντάξιος της συγγραφικής του ιδιοφυΐας. Όμως η αναμέτρησή μας με τους μεγάλους συγγραφείς μόνο να μας πλουτίσει μπορεί, κι εμάς που ασχολούμαστε επαγγελματικά με θέατρο, αλλά και κυριότερο τους θεατές.

stylovates1.jpg

-Τι ξεχωρίζετε στο έργο του Ίψεν και τι στους χαρακτήρες που πλάθει;

-Με συγκινεί πολύ στο έργο η πάλη των ηρώων να βρουν τον εαυτό τους έχοντας απέναντι τους  μια κοινωνία που τους επιβάλει κανόνες συμπεριφοράς. Άλλοι από τους ήρωες έχουν συμβιβαστεί με την πραγματικότητα και έχουν αποδεχτεί τους όρους της κοινωνίας, άλλοι αγωνίζονται να υπάρξουν πιστοί στον πραγματικό τους εαυτό. Ο Ίψεν φτιάχνει συναρπαστικά πρόσωπα, και δεν μας χαρίζει εύκολες απαντήσεις, μας βάζει έναν καθρέφτη απέναντί μας να αναρωτηθούμε που βρισκόμαστε εμείς.

-Ο τίτλος στους «Στυλοβάτες της κοινωνίας» είναι ειρωνικός. Γιατί ο κόσμος λατρεύει έναν σωτήρα, χωρίς να ψάξει λίγο παραπάνω για το ποιος πραγματικά είναι;

-Όλοι μας ψάχνουμε ένα νόημα σε αυτή τη ζωή, όλοι μας έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε κάπου. Ο καθένας μας κάπου καταφεύγει, στη θρησκεία, στην πολιτική, στο ποδόσφαιρο, στις τέχνες· όλοι μας από κάπου προσπαθούμε να πιαστούμε. Μας είναι απ’ ό,τι φαίνεται αναγκαίο να έχουμε πρότυπα, ψάχνουμε έναν «σωτήρα» να τον εξιδανικεύσουμε και να τον ακολουθήσουμε. Μας είναι πολύ πιο εύκολη έτσι η ζωή.

-Στην κοινωνία που αναφέρεται ο Ίψεν οι πολίτες νοιάζονται για το φαίνεσθαι. Αυτό έχει αλλάξει σήμερα;

-Καθόλου δεν έχουν αλλάξει, νομίζω,  οι άνθρωποι από την εποχή του Ίψεν. Εξακολουθούμε να θέλουμε να επιδείξουμε στους άλλους μια ωραιοποιημένη εκδοχή του εαυτού μας, έχουμε όλοι μας μεγάλη ανάγκη για την αποδοχή των άλλων. Φοβόμαστε πως αν αφήσουμε να φανεί ποιοι πραγματικά είμαστε θα μας απορρίψουν οι άλλοι. Έτσι όλοι μας, άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο, καταφεύγουμε σε ένα βολικό φαίνεσθαι. Ελάχιστοι άνθρωποι καταφέρνουν να είναι αληθινά οι εαυτοί τους, χωρίς να τους νοιάζει η κοινωνική αποδοχή, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές νόρμες. Δείτε τη συμπεριφορά μας στα social media, οι περισσότεροι άνθρωποι καταφεύγουν σε μια πλαστή ωραιοποιημένη εικόνα της ζωής τους, είναι το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο ακόμα νοιαζόμαστε για το φαίνεσθαι.

-Πέρα από την σκηνοθεσία κάνατε και τη διασκευή. Πώς αποφασίσατε να φέρετε το έργο πιο κοντά στο σήμερα;

-Το θέατρο οφείλει, κατά τη γνώμη μου, να συνομιλεί με το παρόν των ανθρώπων και τους προβληματισμούς του σήμερα. Και οι «Στυλοβάτες» ειδικά είναι ένα έργο, που αν δεν επικαιροποιηθεί θα καταδικαστεί να μείνει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.  Και δεν νομίζω πως του αξίζει μια τέτοια τύχη, η προβληματική του εξακολουθεί να είναι τρομερά επίκαιρη, αυτή η πάλη του ανθρώπου με τις επιταγές της κοινωνίας, και η προσπάθεια του να βρει τον αληθινό εαυτό του, δεν έχει –και ούτε πρόκειται ποτέ– να σταματήσει. Κι επειδή αγαπώ πολύ αυτό το έργο, πιστεύω πως μπορεί να παρασταθεί σήμερα μόνο αν προχωρήσει κανείς σε μια γενναία διασκευή του. Η ελεύθερη διασκευή που έκανα πάνω στο έργο παίρνει  πολλές ελευθερίες, η οποία όμως μένει –ελπίζω– πιστή στο πνεύμα του πρωτοτύπου και αναδεικνύει τις αρετές του. 

 

-Σήμερα υπάρχουν στυλοβάτες της κοινωνίας;

-Θα απαντήσω με την τελευταία φράση που χρησιμοποιεί ο Ίψεν για κλείσιμο του έργου: «Η αλήθεια και η ελευθερία είναι οι στυλοβάτες της κοινωνίας».

 

Η υπόθεση…

Ο Κάρστεν Μπέρνικ, μεγαλοεπιχειρηματίας και παράγοντας σε μια επαρχιακή παραθαλάσσια πόλη, θεωρείται ένας άντρας άμεμπτης ηθικής και μεγάλος ευεργέτης της πόλης• είναι ένας από τους στυλοβάτες της τοπικής κοινωνίας. Το νέο μεγαλόπνοο επιχειρηματικό σχέδιο του Κάρστεν απαιτεί τη στήριξη της πόλης για να πραγματωθεί,. Ξαφνικά όμως το σχέδιο του βρίσκεται σε κίνδυνο: επιστρέφουν μετά από πολλά χρόνια απουσίας δύο συγγενείς του, απειλώντας να ξεσκεπάσουν τα μυστικά του παρελθόντος του….

Παίζουν: Γιάννης Γκρέζιος (Όλαφ / Ένας φωτογράφος), Δανάη Επιθυμιάδη (Ντίνα), Θόδωρος Ιγνατιάδης (Ρούμελ), Δημήτρης Καρτόκης (Κραπ), Γιώργος Καύκας (Κάρστεν Μπέρνικ), Δημήτρης Κολοβός (Άουνε), Ντίνα Μιχαηλίδου (Μάρτα Μπέρνικ), Μαρία Μπενάκη (Κυρία Χολτ), Δημήτρης Ναζίρης (Βίγκελαντ), Ιωάννα Παγιατάκη (Κυρία Ρούμελ), Ορέστης Παλιαδέλης (Ρέρλουντ), Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου (Λόνα Χέσελ), Έφη Σταμούλη (Μπέτυ Μπέρνικ), Χρίστος Στυλιανού (Γιόχαν Τόνεσεν), Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου (Κυρία Λύνγκε), Σαμψών Φύτρος (Χίλμαρ Τόνεσεν)

Χρήσιμα

Ημέρες και ώρες παραστάσεων από 15/2: Τετάρτη στις 18:30, Πέμπτη, Παρασκευή & Σάββατο στις 20:30,Κυριακή στις 19:00. Διάρκεια: 110΄ (Με διάλειμμα). Είσοδος από 5 έως 13€.

 

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας "Τύπος Θεσσαλονίκης"

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Θεσσαλονίκη: Μαθητές ενίσχυσαν το Κοινωνικό Παντοπωλείο Πυλαίας – Χορτιάτη
Ενημερώθηκαν για το έργο των Κοινωνικών Δομών του δήμου – Συγκέντρωσαν προϊόντα εν όψει των εορτών του Πάσχα
Θεσσαλονίκη: Μαθητές ενίσχυσαν το Κοινωνικό Παντοπωλείο Πυλαίας – Χορτιάτη