Χάρη σε μια ασυνήθιστα θυελλώδη μέρα στις αρχές του Ιουλίου, τα αιολικά πάρκα στη Δανία όχι μόνο κάλυψαν τις ανάγκες της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια, αλλά παρήγαγαν και περίσσευμα που εξήχθη στη Νορβηγία, τη Σουηδία και τη Γερμανία.
Στις 9 Ιουλίου, ο άνεμος στη Δανία ήταν τόσο δυνατός ώστε οι ανεμογεννήτριες κάλυψαν το 140% της εγχώριας ζήτησης, δείχνουν τα στοιχεία του διαχειριστή δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας στο δικτυακό τόπο energinet.dk. Οι αριθμοί δείχνουν ότι τις ώρες του ρεκόρ τα αιολικά πάρκα δεν λειτουργούσαν καν στη μέγιστη ονομαστική ισχύ των 4,8 gigawatt.
Μέσω των διακρατικών καλωδίων, το 20% του πλεονάσματος εξήχθη στη Σουηδία, ενώ το υπόλοιπο 80% μοιράστηκε ανάμεσα στη Γερμανία και τη Σουηδία, η οποία μπορεί να αποθηκεύει την ενέργεια σε υδροηλεκτρικές μονάδες για μελλοντική χρήση (ουσιαστικά το νερό αντλείται σε μεγάλο ύψος από όπου μπορεί στη συνέχεια να διοχετευτεί σε υδροηλεκτρικές τουρμπίνες).
Το ρεκόρ ηλεκτροπαραγωγής από αιολικές μονάδες «δείχνει ότι ένας κόσμος που τροφοδοτείται κατά 100% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειες δεν είναι απλά φαντασία» σχολίασε ο Όλιβερ Τζόι, εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Αιολικής Ενέργειας. Στη Δανία, πρωτοπόρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα αιολικά πάρκα καλύπτουν σήμερα σχεδόν το 30% των εγχώριων αναγκών. Μέχρι το 2035 το ποσοστό προγραμματίζεται να αυξηθεί στο εντυπωσιακό 84%.
Το 10% της ενέργειας παράγεται από τον άνεμο στην Βρετανία
Η αιολική είναι η φθηνότερη ενέργεια, άρα όσο περισσότερα αιολικά πάρκα δημιουργούνται τόσο λιγότερο θα χρησιμοποιούνται οι παραδοσιακές μορφές ενέργειας -όπως τα ορυκτά καύσιμα. Η πιο οικονομική μορφή ενέργειας στη Μεγάλη Βρετανία παράγεται από την αιολική ενέργεια, σύμφωνα με έκθεση του Bloomberg New Energy Finance (BNEF), που όπως επισημαίνει αυτό σημειώνεται για πρώτη φορά σε μία από τις οικονομίες της G7.
Αυτό ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα της αύξησης στη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά και της τεχνολογικής εξέλιξης στην απόδοση και αποθήκευση που οδηγεί στην αύξηση του κόστους της παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα. Εφόσον, λοιπόν, απαιτούνται περισσότερα καύσιμα σε ένα εργοστάσιο άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας και επομένως αυξάνεται το κόστος της, δίνεται δυνατότητα να αναπτύσσονται νέες μονάδες παραγωγής ενέργειας με τη δύναμη του ανέμου ή του ήλιου.
Όπως επισημαίνει η έρευνα τα κόστη αφορούν στο προσωπικό και την συντήρηση, αλλά η παραγωγή ενέργειας προέρχεται μόνο από τη φύση. «Έχοντας την επιλογή μίας οικονομικής ή ακριβής μεθόδου παραγωγής ενέργειας, οι εταιρίες θα επιλέξουν την πιο οικονομική. Ωστόσο, παλαιότερα ήταν δυσκολότερο να γίνει αυτή η επιλογή εξαιτίας των περιορισμένων μονάδων παραγωγής ανανεώσιμων πηγών», αναφέρει το κείμενο.
Εντούτοις, όσο περισσότερες μονάδες δημιουργούνται, τότε ολοένα λιγότερη θα είναι η χρήση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ενέργειας. Επομένως, όσο περισσότερες είναι οι μονάδες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τόσο λιγότερο θα χρησιμοποιούνται οι μονάδες παραγωγής άνθρακα και αερίου, ενώ προς το παρόν στη Μεγάλη Βρετανία το 10% της ενέργειας παράγεται από τον άνεμο.